Οπως και στον κινηματογράφο έτσι και στην πολιτική η σκηνοθεσία έχει σημασία. Το σκεφτόταν κανείς ως θεατής της συνάντησης του Δημήτρη Αβραμόπουλου με τον Βαγγέλη Βενιζέλο. Αμφότεροι έχουν ανεπτυγμένη αίσθηση πολιτικής επικοινωνίας. Δεν ήταν λοιπόν εντελώς τυχαία η επιλογή του πολέμου στη Συρία –και των συζητούμενων βομβαρδισμών κατά του καθεστώτος Ασαντ –ως φόντο για το ραντεβού των υπουργών Αμυνας και Εξωτερικών. Μια «γκράντε» αφορμή για να συναντηθούν δύο «γκράντε» πολιτικοί που τα είχαν καλά, αλλά τους χώρισε ο ανασχηματισμός. Εκεί, ως συνήθως, οι εγωισμοί κυριάρχησαν. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ήθελε πάση θυσία το χαρτοφυλάκιο Εξωτερικών που δεν ήθελε να αφήσει ο αντιπρόεδρος της ΝΔ. Κέρδισε ο πρώτος, αλλά η χθεσινή συνάντηση ήταν μια καλή αφορμή για επανεκκίνηση και αποκατάσταση γοήτρου.

Αν το ζεύγος Βενιζέλου – Αβραμόπουλου τα βλέπει όλα αφ’ υψηλού και με προσωπικό κριτήριο, στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης είχαμε μια σύγκρουση από πιο χαμηλή κομματική σκοπιά. Ο εκ ΠΑΣΟΚ ορμώμενος αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών Λεωνίδας Γρηγοράκος τά ‘βαλε με τις προσλήψεις της διακυβέρνησης Καραμανλή την πενταετία 2004-2009. Οπότε ο υπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε με αριθμούς. Ειρωνεία: πρώτος βουλευτής στη Β’ Αθηνών και το 2004 αλλά και το 2007, ο Κυριάκος έπρεπε να υποστηρίξει μια κυβέρνηση στην οποία δεν εκλήθη να μετάσχει –κάτι που το είχε ζήσει τότε μάλλον άσχημα. Πίσω στο παρόν, ο Κυριάκος ξέρει πως πρέπει να είναι προσεκτικός με την καραμανλική πτέρυγα της ΝΔ. Οχι μόνο λόγω του επωνύμου του ή της ανάγκης του να ισορροπεί εσωκομματικά. Αλλά και γιατί το καραμανλικό μπλοκ είναι ένα είδος Χεζμπολά της ΝΔ. Βάλλει με –φραστικές –ρουκέτες εναντίον όποιου αμφισβητήσει την πενταετία Καραμανλή. Τις περισσότερες τις έχει δεχθεί ο Γιάννης Στουρνάρας που, ως μη ενδιαφερόμενος να πολιτευθεί, δεν κρατάει τη γλώσσα του σχετικά με την περίοδο 2004-2009.

Αν και ο παραλληλισμός δεν θα του άρεσε –και αδικεί τόσο την οικογενειακή του προϊστορία όσο και την προσωπική του πολιτική εμπειρία –ο Κυριάκος κινδυνεύει να γίνει ο Παπακωνσταντίνου της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου. Η κινητικότητα, η διαθεσιμότητα και το μέτρημα κεφαλιών που είναι για να φεύγουν από το Δημόσιο είναι ό,τι ήταν το δημοσιονομικό μέρος του Μνημονίου το 2010. Δηλαδή μια πολιτική ταμπού, την οποία ουδείς θέλει να εφαρμόσει και με την οποία ουδείς θέλει να συνδεθεί. Από την άποψη αυτή, ο νεότερος Μητσοτάκης κινδυνεύει να βρεθεί απομονωμένος και χρεωμένος με μια πολιτική καθόλου φιλολαϊκή. Ηδη άρχισαν οι πρώτες ενδοκυβερνητικές μπηχτές πως «αντί να πιέζει εμάς για περικοπές, θα έπρεπε να διαπραγματεύεται πιο σκληρά με την τρόικα». Λες και διαπραγματεύτηκε ποτέ κανείς σκληρά με την τρόικα από το 2010 και μετά!

Το ενδιαφέρον είναι πως, παρά τις πιέσεις στην περίμετρο της κυβέρνησης και το δύσκολο πρόγραμμα που είναι να εφαρμοστεί, οι προσωπικοί και κομματικοί ανταγωνισμοί λίγο μόνο ξαποσταίνουν και μετά ξαναπαίρνουν μπροστά. Λες και είναι όλα όπως παλιά.