Στο πάθος του για την ιστιοπλοΐα δύσκολα μπορεί να αντισταθεί. Μοναδικά εμπόδιά του μπορούν να αποδειχθούν μόνο η έλλειψη ελεύθερου χρόνου και ο κακός καιρός. Ακόμη και τον χειμώνα, όμως, ο ιταλός αρχιτέκτονας Ρέντσο Πιάνο ψάχνει ευκαιρίες για να βγει στα ανοιχτά με το σκάφος του, με συντρόφους τα παιδιά του, αγαπημένους φίλους και ελάχιστο πλήρωμα.

«Το σκάφος είναι το καταφύγιό μου, ο χώρος όπου επικρατεί ησυχία», λέει ο αρχιτέκτονας που υπογράφει ανάμεσα σε άλλα και το νέο πολιτιστικό συγκρότημα στο Φάληρο που χορηγείται από το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. «Για ένα παιδί γεννημένο και μεγαλωμένο στη Γένοβα, η θάλασσα συμβολίζει τις ρίζες, αυτό που αποκαλούμε «τόπο του». Είναι εκείνη η σκούρα θάλασσα που κινείται ακόμη και τη νύχτα, που δεν σταματά ποτέ, όπως στο τραγούδι του Πάολο Κόντε», συνεχίζει ο 76χρονος αρχιτέκτονας που μιλά για την ιστιοπλοΐα με τον ίδιο ενθουσιασμό που είχε όταν στα 18 του έφτιαξε με τα ίδια του τα χέρια το πρώτο του σκάφος.

«Μιλώ για τη θάλασσα που προτρέπει στη φυγή. Δεν είναι μόνο η ρομαντική θάλασσα, δεν είναι μόνο η ομορφιά, τα όνειρα, τα χρώματα, οι μυρωδιές, οι δονήσεις, το φως της. Είναι και εκείνη η πλευρά της επανάστασης: η θάλασσα γίνεται η έρημος από την οποία μπορείς να ξεκινήσει ο καθένας την κατάκτηση του μέλλοντός του. Οταν αποπλεύσεις και αρχίσεις να γυρίζεις τον κόσμο, όπως συνέβη με μένα, η θάλασσα βρίσκεται παγιδευμένη κάτω από το δέρμα σου. Γίνεται δε τόσο έντονη αυτή η εμπειρία, που σε σημαδεύει για πάντα: το λιμάνι, η περιπέτεια, τα μεγάλα πλοία που φεύγουν κι έρχονται. Η θάλασσα γίνεται η διάλεκτός σου».

Για τα σκάφη παραδέχεται πως θα μπορούσε να μιλά ώρες ολόκληρες. «Εχω έξι. Την πρώτη βάρκα την έφτιαξα με τα χέρια μου στο γκαράζ του σπιτιού μου. Είχε μήκος έξι μέτρα και δεν χωρούσε να περάσει από την πόρτα. Εννοείται ότι τα σχεδιάζω εγώ. Το τελευταίο, ένα ιστιοφόρο, το έχω ονομάσει «Κιρίμπιλι». Εχει πάρει το όνομά του από έναν κόλπο ενός προαστίου στο Σίνδεϊ όπου έχω φτιάξει έναν πύργο σε σχήμα ιστίου. Στη γλώσσα των Μαορί, των ιθαγενών δηλαδή, σημαίνει πορεία», καταλήγει ο αρχιτέκτονας.