Η Πάτι Σμιθ είναι οπωσδήποτε η πιο διάσημη από τους «αποτυχημένους» εμπορικά ροκ δημιουργούς: μία «κλασική» εμπορική επιτυχία έχει καταγραφεί στην καριέρα της, το «Because The Night» που δεν έγραψε καν η ίδια αλλά ο Μπρους Σπρίνγκστιν, κι αυτό μετράει ήδη 35 χρόνια. Η θέση της όμως ως γρανιτένιου συμβόλου στο ροκ πάνθεον –αν και η πολυσχιδής παρουσία της επεκτείνεται και σε άλλες μορφές έκφρασης όπως η ποίηση κυρίως αλλά και η ζωγραφική –είναι αναμφισβήτητη. Ως ανήσυχη έφηβη πάντως, η «νονά του πανκ», η ποιήτρια του ροκ, το αιώνιο underground ίνδαλμα δεν ήθελε καν να μπλέξει με το τσίρκο του rock & roll, προσβλέποντας σε μια πορεία που θα την έφερνε να μοιράζεται τον ίδιο προσδιορισμό (ποιητής δηλαδή) με ονόματα όπως ο Αρθούρος Ρεμπό, ο Γουόλτ Γουίτμαν και τα άλλα ιερά τέρατα του ποιητικού λόγου που διάβαζε μετά μανίας από μικρή. Μόνο ο Μπομπ Ντίλαν έμοιαζε να ταιριάζει πλάι σ’ αυτά τα πρότυπα κι αυτό επειδή ο λόγος, οι στίχοι και η δημόσια εικόνα του υπερέβαιναν τους περιορισμούς του ροκ κυκλώματος.

Είχε σχεδόν κλείσει τα τριάντα όταν κυκλοφόρησε το ντεμπούτο της στη μουσική (είχαν προηγηθεί δύο ποιητικές συλλογές), το άλμπουμ «Horses» του 1975, δίσκος που έχει μείνει στην ιστορία τόσο ως ένα από τα πρώτα ντοκουμέντα της πανκ αντίληψης που κυοφορούταν τότε στη Νέα Υόρκη όσο και ως ένα από τα πιο εμβληματικά εξώφυλλα της ροκ δισκογραφίας. Πρόκειται για ένα ασπρόμαυρο πορτρέτο της ίδιας που τράβηξε ο φίλος και «αδελφή ψυχή» της, ο διάσημος φωτογράφος Ρόμπερτ Μάπλθορπ, και την απεικονίζει να ποζάρει με αγορίστικη ανεμελιά φορώντας ένα λευκό πουκάμισο κι ένα σακάκι στον ώμο. Το άλμπουμ την έκανε διάσημη εν μια νυκτί, τρία χρόνια (και τρία άλμπουμ) μετά, προς γενική έκπληξη, η Πάτι Σμιθ αποφάσισε να εγκαταλείψει τη δημοσιότητα. Το 1978 παντρεύτηκε τον κιθαρίστα Φρεντ «Σόνικ» Σμιθ, ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος MC5, ένα από τα πιο έντονα πολιτικοποιημένα γκρουπ που έδρασε χρονικά (πριν τα μέλη του υποστούν διώξεις από το FBI) στα εκρηκτικά τέλη των 60s. Οχι μόνο εγκατέλειψε τη «Μέκκα του underground» για να ακολουθήσει τον σύζυγό της στο Ντιτρόιτ, αλλά δήλωσε ότι σκοπεύει να αφοσιωθεί αποκλειστικά στην ιδιότητα της νοικοκυράς και στην ανατροφή των (δύο, μωρών τότε) παιδιών της.

Μια δεκαετία κράτησε η απουσία της από το προσκήνιο, η επιστροφή της όμως σημαδεύτηκε από μια σειρά προσωπικές τραγωδίες. Ο Ρόμπερτ Μάπλθορπ –ο αχώριστος νεανικός της σύντροφος της στα πρώτα «άγρια» χρόνια της στη Νέα Υόρκη και κεντρικό πρόσωπο του βραβευμένου βιβλίου απομνημονευμάτων με τίτλο «Just Kids» που έγραψε η ίδια και κυκλοφόρησε πρόπερσι –έπεσε θύμα του AIDS το 1989 στα 42 του. Την επόμενη χρονιά, έφυγε από τη ζωή ο πιανίστας του γκρουπ της, Ρίτσαρντ Σολ. Το 1994 έχασε τη μάχη με τον καρκίνο ο σύζυγός της, έναν μήνα πριν από τον θάνατο του μικρού αδελφού της Τοντ. Αντί να καταβληθεί από τα απανωτά χτυπήματα, η Πάτι Σμιθ αποφάσισε να σταθεί ανώτερη των περιστάσεων, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες απέναντι στους δύο γιους της και ξεκινώντας από το μηδέν σχεδόν την καριέρα της, αν και γρήγορα διαπίστωσε ότι οι θαυμαστές της δεν την είχαν ξεχάσει και μια νέα γενιά συγκροτημάτων την αποθέωνε ως το απόλυτο ίνδαλμα.

Από τότε μοιάζει ασταμάτητη και σήμερα, στα 66 της πλέον, είναι πιο δραστήρια από ποτέ. Το 2010 κέρδισε το Αμερικανικό Εθνικό Βραβείο Βιβλίου για το «Just Kids», και πέρσι κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Banga», ένα από τα καλύτερα και πιο επιτυχημένα της εδώ και πολλά χρόνια. Και εκτός από τη μουσική δραστηριότητα, υπάρχει η δράση της σε ένα σωρό άλλα μέτωπα, καλλιτεχνικά και μη: φωτογραφία, ποίηση, πολιτικός ακτιβισμός. Τον ερχόμενο μήνα επίσης, η φετινή της τουρνέ θα κορυφωθεί με μια «βραδιά τραγουδιού και ποίησης» στο multimedia φεστιβάλ Meltdown του Λονδίνου, το οποίο φέτος επιμελείται μια άλλη ηρωική «επιζήσασα» της σύγχρονης ποπ κουλτούρας, η Γιόκο Ονο.