Θα μπορούσε να πει κανείς ότι μέχρι τα τελευταία της – και παρά τη «μεγάλη ζωή» και τις θριαμβευτικές περιοδείες στην Ευρώπη – παρέμεινε «κορίτσι της σκηνής του Χάρλεμ», τονίζοντας πάντα την «ντομπροσύνη» της Πάνω Πόλης του Μανχάταν (uptown, εννοώντας ουσιαστικά το Χάρλεμ) σε σχέση με το «κάλπικο» downtown:
«στην Πάνω Πόλη η πουτάνα είναι πουτάνα, ο νταβατζής νταβατζής, ο κλέφτης κλέφτης, η αδερφή αδερφή, η τζιβιτζιλού τζιβιτζιλού, τα μαμόθρεφτα μαμόθρεφτα. Στο κάτω μέρος ήτανε διαφορετικά – πιο μπερδεμένα. Μια πουτάνα ήταν πολλές φορές κυρία της καλής κοινωνίας, ο νταβάς υπάλληλος σε διοικητική θέση, η αδερφή πλέι μπόι, η τζιβιτζιλού ντεμπιτάντ, το μαμόθρεφτο κάποιος που δεν μπορούσε να προσαρμοστεί κι είχε προβλήματα…». Η νέα έκδοση της αυτοβιογραφίας περιλαμβάνει μια καινούργια εισαγωγή του στιχουργού και τραγουδοποιού Ντέιβιντ Ριτς και μια πλούσια δισκογραφία, αλλά εν τέλει είναι τα λόγια της μεγάλης ερμηνεύτριας – αλλά και γυναίκας που δεν έπαψε ποτέ να παίζει με τη φωτιά – αυτά που κόβουν σαν ξυράφι: «Αν δεν μπορεί να διδαχτεί κανείς από το παρελθόν, τότε δεν έχει νόημα να το ξεσκαλίζει. Εγώ το παρελθόν μου το ξεσκάλισα μόνο και μόνο για να το θάψω…»