«Ώς τον Οκτώβριο θα έχει προκύψει ως ανάγκη» σχολίασε ενώ ο κ. Βενιζέλος υποστήριξε ότι «δεν πρέπει να είμαστε στην καθημερινή διαχείριση, καθώς αυτό δεν σου επιτρέπει μια πιο στρατηγική θεώρηση των πραγμάτων».

Εντύπωση προκάλεσε και η παρέμβαση του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη ο οποίος εμφανίστηκε απαισιόδοξος, εκτίμησε ότι θα έλθει η καταστροφή στην οικονομία και θα γυρίσουμε, όπως φέρεται να είπε, στα εθνικά μας νομίσματα.

Ο Γιώργος Παναγιωτακόπουλος και ο Κώστας Πανταζής ζήτησαν στο πλαίσιο ανασύστασης του ΠΑΣΟΚ να αξιοποιηθούν εκλεγμένοι στο Εθνικό Συμβούλιο ή υποψήφιοι βουλευτές στις προηγούμενες δύο εκλογικές αναμετρήσεις, ζήτησαν ουσιαστικά να μην υπάρχουν αποκλεισμοί. «Χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε με τρυφερότητα τα στελέχη μας» ήταν το σχόλιο που ακολούθησε από τον κ. Βενιζέλο. Ο κ. Παναγιωτακόπουλος τόνισε επίσης ότι πρέπει να αποφασίσουμε με ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε.

Ο Πάνος Μπεγλίτης διερωτήθηκε εάν έχει μέλλον η σοσιαλδημοκρατία, ενώ η Φώφη Γεννηματά επισήμανε πως το κοινωνικό συμβόλαιο του ΠΑΣΟΚ με τον λαό έχει καταστραφεί και πρέπει να το δούμε από την αρχή. Παράλληλα, ζήτησε να αναλάβει το ΠΑΣΟΚ πρωτοβουλίες για το κοινωνικό κράτος. «Εδώ έχουμε οικονομικό πόλεμο και θέλουμε κράτος πρόνοιας» είπε χαρακτηριστικά.

Στο σχόλιο του κ. Χρυσοχοΐδη πως όλα τα προηγούμενα χρόνια η ΕΕ έκανε διανομή πλούτου, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ανέφερε ότι η μεγάλη δυσκολία που υπάρχει στην αντιπαράθεση ΕΛΚ – Σοσιαλιστών και Βορρά – Νότου της ΕΕ βρίσκεται στο ότι «δεν διαφαίνεται πρόταση να μας βγάλει από την κρίση».

Από την πλευρά του ο Βαγγέλης Αργύρης είπε πως δεν χρειάζεται άλλη αυτοκριτική και αυτομαστίγωμα. Ο Νίκος Σαλαγιάννης ζήτησε να επιμείνει το ΠΑΣΟΚ σε πρακτικό σχέδιο εξόδου από την κρίση και να μην περιοριστεί σε θεωρητικές αναζητήσεις. Ο συντονιστής της Οργανωτικής Γραμματείας Πάρις Κουκουλόπουλος ζήτησε το ΠΑΣΟΚ να καταθέσει συγκεκριμένο σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και παράλληλα να ανοίξει μέτωπο με τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη, π.χ. στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων. Μίλησε επίσης για την αναγκαιότητα συγκρότησης ενός κινήματος αποδείξεων, έστω χωρίς το φορολογικό κίνητρο.