Η τελευταία πράξη του Μνημονίου, όπως αυτή υπαγορεύθηκε στην Ελλάδα το τελευταίο εξάμηνο από την τρόικα, οδήγησε στην πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, την κατάρρευση των κατώτατων αμοιβών στην εργασία και την επικράτηση των ατομικών συμβάσεων εις βάρος των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Ολα αυτά στο όνομα της αύξησης της ανταγωνιστικότητας της ελληνική οικονομίας, η οποία σύμφωνα με τη γενική διευθύντρια του ΔΝΤ κυρία Λαγκάρντ, που συντονίζει και εποπτεύει αυτή την πολιτική, πρέπει να κατέβει στο επίπεδο της Λετονίας (το τελευταίο πρότυπό της) ή τουλάχιστον των αμοιβών που ισχύουν στις γειτονικές βαλκανικές χώρες.

Μάλιστα η τρόικα – συνεπικουρούμενη από την Τράπεζα της Ελλάδος, το ΙΟΒΕ και τα τμήματα αναλύσεων των μεγάλων τραπεζών – μετρά τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας με βάση τους δείκτες για τη διαμόρφωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.

Μια τυφλή παρακολούθηση των εξελίξεων από τους οικονομέτρες του Μνημονίου, που μέχρι σήμερα έχουν πέσει έξω στις περισσότερες προβλέψεις τους καθώς εθελοτυφλούν μπροστά στη σκληρή πραγματικότητα και τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί για τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα.

Κι αυτή η πραγματικότητα λέει τα εξής:

n 400.000 εργαζόμενοι (δηλαδή πάνω από το 10% του εργατικού δυναμικού) είναι απλήρωτοι έως και έναν χρόνο, αλλά εξακολουθούν να εργάζονται στηρίζοντας τη δουλειά τους.

n Ενας στους τέσσερις εργαζομένους στο εμπόριο και στην εστίαση είναι απλήρωτος για πάνω από τρεις μήνες.

n Ενας στους τρεις εργαζομένους στη γεωργία, στον τουρισμό και στη μεταποίηση (βιοτεχνίες) εργάζεται χωρίς να έχει καμία ασφαλιστική κάλυψη.

Οι οικονομέτρες λοιπόν του Μνημονίου και οι τροϊκανοί ας μας απαντήσουν: ποιο είναι το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στις επιχειρήσεις όπου οι εργαζόμενοι είναι απλήρωτοι; Και ποιο για τα ασφαλιστικά ταμεία, τα δημόσια ταμεία και τη χώρα από την ανασφάλιστη εργασία;