Με καλοστημένη επιχείρηση που αποφέρει εκατομμύρια ευρώ στους επιτήδειους μοιάζει το εμπόριο αδειών των πάγκων που στήνουν καθημερινά σε διάφορες περιοχές της χώρας πλανόδιοι πωλητές, οι οποίοι δραστηριοποιούνται στα παζάρια. Σύμφωνα με παράγοντες του υπουργείου Ανάπτυξης, στα περίπου 213 παζάρια που γίνονται σε όλη τη χώρα κάθε χρόνο έχουν εντοπιστεί περιπτώσεις επιτήδειων οι οποίοι αγοράζουν μαζικά άδειες που παραχωρούν οι δήμοι (σε συνεργασία με αρμόδιους δημοτικούς υπαλλήλους που λειτουργούν παράνομα) διαθέτοντας στη συνέχεια, έναντι αμοιβής, τις θέσεις στα παζάρια.

Η πρακτική αυτή, σύμφωνα με τις πηγές του υπουργείου Ανάπτυξης, πλήττει τους επαγγελματίες του πλανόδιου εμπορίου, οι οποίοι αναγκάζονται να πληρώσουν με καπέλο για να εξασφαλίσουν θέση σε ένα «καλό» παζάρι, καταβάλλοντας στους επιτήδειους ποσά κατά πολύ υψηλότερα από το κόστος που επιβάλλουν οι δήμοι και κυμαίνεται, κατά μέσο όρο, στα 130 ευρώ ανά 4 τ.μ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από τους ελέγχους του υπουργείου Ανάπτυξης, σε αρκετές περιπτώσεις οι επιτήδειοι παρέχουν και προστασία σε πλανόδιους πωλητές που στήνουν πάγκους χωρίς τις σχετικές άδειες – πουλώντας προϊόντα χωρίς παραστατικά και απόδειξη – εμποδίζοντας ακόμα και τη διενέργεια ελέγχων.

Οπως λέει στέλεχος του υπουργείου, αρκετές φορές οι ελεγκτές δέχθηκαν επιθέσεις και απειλήθηκε η σωματική τους ακεραιότητα, ενώ οι άνθρωποι αυτοί συχνά υποχρεώνουν τους παράνομους πλανόδιους πωλητές να αγοράζουν τα προϊόντα που διακινούν από «χονδρικές αγορές», τις οποίες έχουν στήσει οι ίδιοι.

Η άναρχη κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην αγορά του πλανόδιου εμπορίου έχει οδηγήσει σε απόγνωση τον εμπορικό κόσμο της χώρας αλλά και τους νόμιμους πλανόδιους εμπόρους που πλήττονται από το παρεμπόριο. Συνολικά υπολογίζεται ότι σε ετήσια βάση το παρεμπόριο σε όλες τις μορφές του πραγματοποιεί τζίρο 25 δισ. ευρώ, με διαφυγόντα κέρδη για το Δημόσιο (από φόρους κ.λπ.) της τάξης των 5 δισ. ευρώ.

Η ηγεσία του υπουργείου σχεδιάζει ο αριθμός των αδειών που παραχωρούνται από τους δήμους να ρυθμίζεται σε κεντρικό επίπεδο έπειτα από εισήγηση των δήμων και με κριτήριο τις ανάγκες κάθε περιοχής.