Στη θεωρία του χάους δεν υπάρχουν συμπτώσεις αλλά γεγονότα που συνδέονται μεταξύ τους προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις. Σε αυτήν την περίπτωση τα προβλήματα που παρουσιάζει η σύγχρονη Αθήνα στο Κέντρο της και τις γύρω από αυτό οικιστικές περιοχές θα λύνονταν αν η περιοχή του παλαιού αεροδρομίου στο Ελληνικό αξιοποιούνταν προς όφελος όλων και μέσα σε ένα δημοκρατικό καθεστώς. Είναι η άποψη του αρχιτέκτονα πολεοδόμου Αριστείδη Ρωμανού στη μελέτη του για την αξιοποίηση του «οικοπεδικού φιλέτου» στη νότια παραλιακή ζώνη της Αθήνας. Την οποία υποστηρίζει και αναλύει διεξοδικά με επιχειρήματα, γραφήματα και στατιστικά στοιχεία.

Το μυαλό του μελετητή απομακρύνεται από την ουτοπία του κατάφυτου μητροπολιτικού πάρκου το οποίο οι Αθηναίοι του Κέντρου θα απολάμβαναν σε κάποια οικογενειακή μονοήμερη εκδρομή. Επίσης το να αξιοποιηθεί ως μέρος της κρατικής περιουσίας στο πλαίσιο της προσπάθειας μείωσης του δημόσιου χρέους το θεωρεί λύση ανάγκης με βραχυπρόθεσμο όφελος.

Γι’ αυτό και υποστηρίζει τον δύσκολο δρόμο της κοινής ωφέλειας από ένα δημόσιο έργο: η πολύτιμη γη του Ελληνικού να αναπτυχθεί σε ένα τμήμα της για να αποφέρει στο δημόσιο πολεοδομικό ταμείο σημαντικά έσοδα, τα οποία με τη σειρά τους θα διατεθούν σε ένα πρόγραμμα δημιουργίας περισσότερων πάρκων σε επίπεδο γειτονιάς.

Η σειρά έχει ως εξής: οι χρήσεις γης του Ελληνικού είναι αποδοτικές και φέρνουν χρήματα. Τα οποία μπαίνουν στο ταμείο εσόδων για το πρόγραμμα αναβάθμισης του Κέντρου. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει μεταστέγαση κατοίκων για αναζωογόνηση των επιλεγμένων περιοχών. Στις οποίες δημιουργούνται μικρότερης έκτασης πάρκα. Τα πάρκα εκτός από δέντρα θα διαθέτουν και ό,τι χρειάζονται οι κάτοικοι στην καθημερινότητά τους: χώρους στάθμευσης αυτοκινήτων, παιδικούς σταθμούς, παιδότοπους, χώρους εξυπηρέτησης και συγκεντρώσεων για ειδικές ομάδες, ηλικιακές ή άλλες, χώρους διαφυγής σε περίπτωση σεισμού.

Κι επειδή ζούμε στην ελληνική πραγματικότητα όπου κάθε καλή ιδέα συνήθως κακοπέφτει εξαιτίας της διαχείρισης των φορέων του Δημοσίου, ο συγγραφέας της πολεοδομικής αυτής μελέτης προτείνει μια εναλλακτική προσέγγιση για την υλοποίηση του σχεδίου του Ελληνικού και του αθηναϊκού Κέντρου.

Μάλιστα αυτή η πρόταση επικεντρώνει και στο οικιστικό ζήτημα. Καθώς η υποβάθμιση στις κεντρικές γειτονιές με τα μαζικά υπνωτήρια των μεταναστών και η εξάπλωση της κατοικίας στις εκτός σχεδίου περιοχές με την εξαγωγή της εμπορευματικής πολυκατοικίας στα προάστια αποτελούν ενδείξεις πως έφθασε η ώρα και για αυτήν τη συζήτηση. Τα αποτελέσματα της οποίας θα βλέπαμε στην πράξη σε μια διεθνή έκθεση κατοικίας που θα οργάνωνε η Αθήνα ύστερα από δέκα χρόνια. Ετσι το πρόγραμμα οικιστικής και πολεοδομικής αναβάθμισης της Αθήνας δεν θα ήταν μια έκθεση ιδεών επικοινωνιακής πολιτικής αλλά μια πραγματικότητα. Και μάλιστα όχι χαοτική αλλά υπέρ του συνόλου της πόλης. Το Ελληνικό μπορεί να απελευθερώσει και να προσφέρει 350 – 700 στρέμματα πρασίνου και ελεύθερου χώρου στις κεντρικές πυκνοδομημένες περιοχές.