Εχει βρεθεί εκατοντάδες φορές στην Ελλάδα αναζητώντας τον γιο της. Η μητέρα του Μπεν Νίνταμ, που εξαφανίστηκε από την Κω το 1991, δεν έπαψε να πιστεύει. Η υπόθεση της αναζήτησής του ανοίγει ξανά φέτος με τη συνεργασία της Αστυνομίας του Σάουθ Γιόρκσαϊρ και των ελληνικών Αρχών. «Νιώθω κουρασμένη, όμως αυτή την φορά είμαι πολύ πιο σίγουρη πως η συνεργασία θα αποδώσει καρπούς. Οι τοπικές Αρχές με διαβεβαίωσαν ότι θα κάνουν ό,τι μπορούν. Ξέρω πως ο γιος μου είναι ζωντανός», λέει, στα «ΝΕΑ».

Η ΙΣΤΟΡΙΑ. Ο 21 μηνών Μπεν εξαφανίστηκε το μεσημέρι της 24ης Ιουλίου 1991 έξω από ένα υπό ανέγερση εξοχικό σπίτι στην περιοχή Ηρακλής της Κω. Εκείνη την ημέρα την επίβλεψη του παιδιού είχαν αναλάβει οι παππούδες του, Εντι και Κριστίν Νίνταμ. Η 19χρονη, τότε, μητέρα του Μπεν, Κέρι, εργαζόταν ως σερβιτόρα στην πόλη της Κω.

«Εκείνο το πρωί έφυγα νωρίς για δουλειά. Η μητέρα μου πήρε τον Μπεν μαζί της στο χωριό, όπου εργαζόταν ο πατέρας μου ως οικοδόμος. Μαζί τους ήταν και ο αδελφός μου, ο οποίος επέστρεψε στην πόλη γύρω στις 2.30 το μεσημέρι», θυμάται η Κέρι Νίνταμ-Γκράιστ. Εξηγεί πως ο Μπεν ήταν ένα ζωηρό παιδί, που ήθελε πάντα να βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής. «Οταν έφυγε ο αδελφός μου, οι γονείς μου διαπίστωσαν πως ο Μπεν ήταν αφύσικα ήσυχος. Φώναξαν το όνομά του. Οταν δεν απάντησε άρχισαν να τον ψάχνουν περιμετρικά του σπιτιού και στη γύρω περιοχή. Είχε εξαφανιστεί», συμπληρώνει. Η οικογένεια της Κέρι Γκράιστ είχε μετακομίσει στην Κω τον Απρίλιο του 1991, με σκοπό την μόνιμη παραμονή και εργασία στο νησί. Μαζί τους ζούσε και ο πατέρας του Μπεν, Σάιμον.

ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ. Αφού ο Εντι και η Κριστίν Νίνταμ εξάντλησαν όλα τα πιθανά σημεία όπου θα μπορούσε να βρίσκεται το παιδί, ειδοποίησαν την Αστυνομία. «Τους τηλεφώνησαν στις 5 το απόγευμα. Η Αστυνομία έφτασε και έκανε έρευνες στα σπίτια του χωριού. Ημουν η τελευταία που ειδοποίησαν. Ηταν 9 το βράδυ», λέει η Κέρι Γκράιστ. Αναφέρει πως η Αστυνομία άργησε να εμποδίσει τον απόπλου των πλοίων και τις αναχωρήσεις αεροπλάνων. Παράλληλα, ωστόσο, συνέχιζαν να ανακρίνουν την οικογένεια.

Δεν θέλει πλέον να ασκεί κριτική στις τοπικές Αρχές, λέει. Θυμάται, όμως, πως τις πρώτες ημέρες η οικογένεια δυσκολευόταν να συνεννοηθεί με την Αστυνομία. «Κανείς δεν μας βοηθούσε. Ούτε καν η βρετανική πρεσβεία. Δεν είχαμε μεταφραστή. Ρωτούσαμε τις Αρχές «έχετε νέα;» και εκείνοι σήκωναν τους ώμους». Εκτός από το πρόβλημα της γλώσσας, η ίδια θεωρεί πως τότε αντιμετώπιζε επίσης τη δυσπιστία της τοπικής κοινωνίας: «Κανείς δεν με κατηγόρησε ως κακή μητέρα. Ημουν, όμως, μια έφηβη ανύπαντρη μητέρα. Οι έλληνες αστυνομικοί στην Κω δεν μου απηύθυναν καν τον λόγο. Συνεννοούνταν μόνο με τον πατέρα μου. Δεν ήξερα αν διαφωνούσαν με τον τρόπο ζωής μου, αλλά μου είχε φανεί πραγματικά περίεργο».

Η γιαγιά του Μπεν, η Κριστίν, ήταν ο τελευταίος άνθρωπος, που τον είδε. Ενιωθε υπεύθυνη για την εξαφάνισή του και σύντομα άρχισε να χάνει βάρος. Μαζί με τον σύζυγό της αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το νησί τον Σεπτέμβριο του 1991. Λίγο πριν αναχωρήσουν από την Ελλάδα η οικογένεια έδωσε συνέντευξη Τύπου στη βρετανική πρεσβεία στην Αθήνα.

Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ. Η περίπτωση εξαφάνισης του Μπεν Νίνταμ είναι μια από τις μακροβιότερες αναζητήσεις εξαφανισμένων παιδιών στην Ελλάδα και τη Βρετανία. Δεν προκάλεσε, όμως, στα μέσα ενημέρωσης τη φρενίτιδα της εξαφάνισης της μικρής Μαντλίν Μακάν στην Πορτογαλία το 2007.

Ηδη από την επιστροφή της στην Αγγλία, τον Σεπτέμβριο του 1991, η οικογένεια Νίνταμ συνειδητοποίησε την ανάγκη συνεργασίας με τα ελληνικά και βρετανικά μέσα ενημέρωσης. Το πορτρέτο του παιδιού τυπώθηκε σε 5.000 αφίσες – που τοποθετήθηκαν σε κομβικά σημεία των ελληνικών νησιών -, η οικογένεια δημιούργησε ταμείο για τη χρηματοδότηση των ταξιδιών αναζήτησής του, ενώ συμμετείχαν σε 10 ποπ συναυλίες, κρατώντας ένα ειδικό πανό. «Κάθε φορά που παίρναμε μια πληροφορία ένιωθα σαν σε τρενάκι του λούνα παρκ. Το ηθικό μου αναπτερωνόταν και ξαφνικά πάλι απογοητευόμουν», λέει η Κέρι Γκράιστ.

Τα πρώτα χρόνια της αναζήτησης η οικογένεια εξοικονομούσε χρήματα από παντού. «Δεν είχαμε αυτοκίνητο. Δεν πηγαίναμε διακοπές. Μοιραζόμασταν το ίδιο σπίτι. Το να βρούμε τον Μπεν έδινε νόημα στην καθημερινότητά μας. Οι ζωές μας είχαν μπει σε αναμονή», συμπληρώνει.

Ενα χρόνο μετά την ημέρα εξαφάνισής του, τουλάχιστον 300 άτομα τηλεφώνησαν, έστειλαν γράμματα ή επικοινώνησαν με την οικογένεια και τις Αρχές. Σήμερα. η μητέρα συνεχίζει να λαμβάνει πληροφορίες μέσω της επίσημης ιστοσελίδας για τον Μπεν, αλλά και των σελίδων κοινωνικής δικτύωσης, που δημιούργησαν για εκείνη αφιλοκερδώς υποστηρικτές της προσπάθειας. «Πρόκειται για μια μεμονωμένη περίπτωση εξαφάνισης, εφόσον η αρπαγή παιδιού σε ανοιχτό χώρο συμβαίνει σχετικά σπάνια. Η απαγωγή, διακίνηση και αγοραπωλησίες ανηλίκων στην Ελλάδα είναι ένα πολύπλοκο, σύνθετο και συχνά αθέατο φαινόμενο», λέει στα «ΝΕΑ» ο Βασίλης Καρύδης, καθηγητής Εγκληματολογικών Επιστημών και Μεταναστευτικής Πολιτικής στο τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Θεωρεί πως οι πιθανότητες εύρεσης ενός παιδιού ύστερα από είκοσι χρόνια είναι εξαιρετικά χαμηλές, ενώ η στοχοποίηση μιας ομάδας πληθυσμού είναι λάθος.

ΤΑ ΣΕΝΑΡΙΑ. Το 1992 η οικογένεια επισκέφθηκε την Τουρκία, αφότου βρετανός τουρίστας έστειλε σε εφημερίδα μια φωτογραφία ενός ξανθού παιδιού που έμοιαζε στον Μπεν. Ωστόσο επρόκειτο για κορίτσι, λέει η Κέρι Γκράιστ. Ενα χρόνο αργότερα κρατούμενος στις φυλακές Λάρισας τηλεφώνησε σε τηλεοπτική εκπομπή λέγοντας πως είδε το παιδί σε καταυλισμό τσιγγάνων στη Βέροια. Η οικογένεια ταξίδεψε στην περιοχή αλλά οι έρευνες απέβησαν άκαρπες. Το 1994, στην προσπάθεια ανεύρεσης του Μπεν ενεπλάκη μια βρετανική εταιρεία παιδικών τροφών, που πρόσφερε αμοιβή 191 εκατ. δραχμών (560.528 ευρώ). Οταν το ποσό έγινε γνωστό, η Κέρι Γκράιστ δέχθηκε, λέει, εκατοντάδες τηλεφωνήματα, τα περισσότερα από την περιοχή της Βέροιας.

Το 1995 ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ ισχυρίστηκε πως είδε το παιδί στη Βέροια. Στη συνέχεια έδειξε στις Αρχές και στην οικογένεια μια φωτογραφία ενός παιδιού που του έμοιαζε πάρα πολύ. Τις πληροφορίες επιβεβαίωνε και ένας ταξιτζής. Ωστόσο, όταν η Αστυνομία έκανε έρευνα, ανακάλυψαν πως επρόκειτο για κάποιο άλλο παιδί, λέει η Κέρι Γκράιστ.

Δύο χρόνια αργότερα, ο ίδιος κρατούμενος στις φυλακές της Λάρισας επικοινώνησε ξανά με τη βρετανική πρεσβεία. «Είπε ότι θα παρέδιδε το παιδί σε εκπρόσωπο της πρεσβείας στις 4 Σεπτεμβρίου 1997, αλλά παρότι κατεύθυνε από τη φυλακή τους εμπλεκόμενους, η ανταλλαγή δεν έγινε ποτέ», αναφέρει η ίδια. Λίγους μήνες αργότερα φήμες που ήθελαν το παιδί να βρίσκεται στη Γερμανία δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ.

Το 1998 ήταν η τελευταία φορά που κάποιος ανέφερε ότι είδε τον Μπεν, λέει η μητέρα του. Ηταν ένας ταξιδιωτικός πράκτορας, ο οποίος ισχυρίστηκε πως είδε το αγόρι σε παραλία της Ρόδου. Ηταν τόσο πεπεισμένος που έστειλε στην Αγγλία τρίχες από τα μαλλιά του για εξακρίβωση DNA. Ωστόσο το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό.

Είκοσι χρόνια μετά την εξαφάνιση η 39χρονη Κέρι Γκράιστ ζει μαζί με την 17χρονη κόρη της Λιάνα στο Σέφιλντ. Απέκτησε την κόρη της με τον πατέρα του Μπεν, αλλά χώρισαν αμέσως μετά. Για χρόνια ακολουθούσε φαρμακευτική αγωγή και δεν μπορούσε να εργαστεί. Σήμερα, μαζί με τον νυν σύντροφό της αγόρασαν και διευθύνουν μια εταιρεία με είδη περιφράξεων. «Το 1994, όταν η κόρη μου ήταν 21 μηνών, ταξιδέψαμε ξανά στην Κω. Τη βάλαμε να περπατήσει στο σημείο που χάθηκε ο Μπεν. Σε εκείνη την ηλικία έμοιαζαν σαν δίδυμα αδέλφια. Η ομοιότητά τους οδυνηρή για εμένα», λέει. Το ζευγάρι ακολούθησε τότε πολυμελές συνεργείο βρετανικού σταθμού, ενώ μαζί τους έφεραν 7.000 αφίσες.

Σήμερα η 17χρονη δηλώνει πως θα ήθελε να εργαστεί ως αστυνομικός. Θέλει να ασχοληθεί με υποθέσεις εξαφανίσεων ανηλίκων. «Είναι εμφανές πως η Λιάνα μεγάλωσε με την αναζήτηση του αδελφού της. Ξέρει πως την αγαπώ. Οσο και εκείνον. Θέλω να μην κάνω διακρίσεις ανάμεσα στα παιδιά μου. Αυτό της λέω».