Ελπίδες για καλή ρύθμιση του σακχάρου με διαφύλαξη της εύθραυστης υγείας των νεφρών τους, δίνει στους νεφροπαθείς διαβητικούς ένα νέο φάρμακο, το οποίο απεκκρίνεται κυρίως από το έντερο.

Όπως εξήγησε προσφάτως στο 47ο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD) ο δρ Άντονυ Μπάρνετ, ομότιμος καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, δύο στους δέκα ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 έχουν σοβαρή νεφροπάθεια, ενώ συνολικά ο ένας στους δύο έχουν ή θα αναπτύξουν κάποιου βαθμού έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας τους.

Στην πραγματικότητα, ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες τελικού σταδίου νεφρικής ανεπάρκειας. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, από τους περίπου 11.000 ασθενείς που κάνουν αιμοκάθαρση στη χώρα μας, τουλάχιστον ο ένας στους τρεις παρουσίασε νεφροπάθεια ως επιπλοκή του διαβήτη.

Η συνύπαρξη διαβήτη και νεφροπάθειας δυσχεραίνει την θεραπεία του σακχάρου, κατά την δρα Τζάνετ ΜακΓκιλ, καθηγήτρια Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον.

Αρκετά αντιδιαβητικά φάρμακα αντενδείκνυνται για τους νεφροπαθείς διαβητικούς, ενώ σε άλλα απαιτείται προσεκτική παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας και κατάλληλη προσαρμογή της δόσης για να μην επιδεινωθεί το πρόβλημα στους νεφρούς.

Σε πολλές περιπτώσεις, εξάλλου, το μόνο που μπορούν να πάρουν οι ασθενείς είναι ινσουλίνη.

Αιτία γι’ αυτά τα προβλήματα είναι το γεγονός πως τα υπάρχοντα αντιδιαβητικά φάρμακα απεκκρίνονται σε ποσοστό έως 87% από τους νεφρούς, επιβαρύνοντας με το πέρασμα του χρόνου την λειτουργία τους.

Εντατική ρύθμιση

Ένας τρόπος για να προστατευθούν οι ασθενείς από την τελικού σταδίου νεφρική ανεπάρκεια είναι η εντατική ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα, κατά την δρα Σοφία Ζούνγκα, από το Πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ.

Σε μελέτη με 11.140 ασθενείς που πραγματοποίησε διαπίστωσε πως όταν οι διαβητικοί κατορθώνουν να μειώσουν την γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη τους κάτω από το 6,5%, ο κίνδυνος να παρουσιάσουν τελικού σταδίου νεφρική ανεπάρκεια μειώνεται κατά 65%.

Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη συμβολίζεται Hb1Ac, μετριέται σε ποσοστά επί τοις εκατό στο αίμα και αποτελεί δείκτη του πόσο καλά είναι ρυθμισμένο το σάκχαρο τους 2-3 τελευταίους μήνες. Η συνήθης σύσταση προς τους διαβητικούς είναι να διατηρούν την Hb1Ac κάτω από 7%, αλλά ως φαίνεται στους νεφροπαθείς διαβητικούς πρέπει να είναι ακόμα χαμηλότερη.

Η καλή ρύθμιση του σακχάρου απαιτεί συνδυασμένη «επίθεση», με υιοθέτηση αυστηρών κανόνων στον τρόπο ζωής (προσεγμένη διατροφή, συστηματική άσκηση, διακοπή του καπνίσματος) και την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.

Αναστολείς της DPP-4

Όπως εξήγησε ο δρ Μπάρνετ, μία κατηγορία αντιδιαβητικών φαρμάκων που λέγεται αναστολείς της διπεπτιδυλικής πεπτιδάσης-4 (DPP-4), αποτελεί σημαντική πρόοδο στη μάχη κατά του σακχάρου.

Σε σύγκριση με τα παραδοσιακά αντιδιαβητικά φάρμακα, οι αναστολείς της DPP-4 που λαμβάνονται με τη μορφή δισκίων, δεν προκαλούν αύξηση του σωματικού βάρους ούτε υπογλυκαιμία (επικίνδυνη μείωση του σακχάρου).

Στην κατηγορία αυτή ανήκουν πολλά φάρμακα που ήδη κυκλοφορούν στο εμπόριο, αλλά και το νέο, το οποίο εγκρίθηκε πριν από λίγο καιρό για διάθεση στην Ευρώπη και αναμένεται να κυκλοφορήσει κάποια στιγμή το 2012.

Το φάρμακο λέγεται λιναγλιπτίνη και μελέτες σε περισσότερους από 2.200 ασθενείς έδειξαν πως τόσο στη δόση του ενός χαπιού την ημέρα, όσο και σε αυτήν των δύο χαπιών, είναι ασφαλής και αποτελεσματική.

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, η λιναγλιπτίνη απεκκρίνεται κατά μόλις 5% από τους νεφρούς, καθώς στο μεγαλύτερο μέρος της αποβάλλεται από τον οργανισμό από το έντερο και τη χοληδόχο κύστη.

Προστασία ήπατος

Η λιναγλιπτίνη δείχνει να είναι ιδιαίτερα «φιλική» και προς την ηπατική λειτουργία. Αυτό θεωρείται από τους ειδικούς ως ένα πρόσθετο πλεονέκτημά της, δεδομένου ότι το 70-80% των πασχόντων από τύπου 2 διαβήτη έχουν λίπος συσσωρευμένο στο συκώτι τους με συνέπεια να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν κίρρωση, σύμφωνα με παρουσίαση στο ίδιο συνέδριο του καθηγητή Κένεθ Κάσι από το Πανεπιστήμιο της Φλόριντα, στο Γκέινσβιλ.

«Το λιπώδες ήπαρ και οι συνέπειές του δεν συνηθίζεται να αποτελούν αντικείμενο συζήτησης μεταξύ γιατρών και διαβητικών, παρ’ ότι στους ασθενείς αυτούς η εξέλιξή του είθισται να είναι πιο επιθετική», τόνισε.

Στην πραγματικότητα, εάν δεν γίνουν εγκαίρως οι απαιτούμενες τροποποιήσεις στον τρόπο ζωής (όπως η καλή ρύθμιση του σακχάρου και ο δραστικός περιορισμός της κατανάλωσης αλκοόλ), το περίπου 40% των ασθενών με λιπώδες ήπαρ εκδηλώνουν χρόνια νεκρωτική φλεγμονή ή στεατοηπατίτιδα.

Η στεατοηπατίτιδα είναι μια νόσος που ουσιαστικά οφείλεται στην συσσώρευση τριγλυκεριδίων. Μπορεί να εξελιχθεί σε κίρρωση, κατά την οποία το ήπαρ δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει φυσιολογικά. Η αντιμετώπισή της βασίζεται πρωτίστως στην απώλεια των περιττών κιλών, με τους ασθενείς να απαιτείται να χάσουν τουλάχιστον το 3-5% του αρχικού βάρους τους, προκειμένου να δουν σημαντική βελτίωση της κατάστασής τους.

Το αδυνάτισμα πρέπει να γίνεται με αργό ρυθμό και με σωστό τρόπο, δηλαδή με συνδυασμό υγιεινής διατροφής και σταδιακά αυξανόμενης γυμναστικής.