Τον συνθέτη, που έφυγε νέος, αλλά άφησε πίσω του πολύ και σηµαντικό έργο – µουσικό, ποιητικό και εκπαιδευτικό – έρχεται να µας θυµίσει αύριο ένα αφιέρωµα στη Στέγη Γραµµάτων και Τεχνών του Ιδρύµατος Ωνάση
«Να ονειρεύοµαι απ’το παράθυρο, να ταξιδεύω / να µπαίνω µέσα σου, νακαταστρέ και να πεθαίνω…» Ο Δηµήτρης Λάγιος δεν πρόλαβε να δει την «Ερωτική πρόβα» («Ερωτική πρόβα στον θάνατο» την είχε ονοµάσει) να κυκλοφορεί. Πέθανε το 1991 σε ηλικία 39 ετών και η τέφρα τουσκορπίστηκε στα νερά της Ζακύνθου, της πατρίδας του, όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια και από όπου ρούφηξε τον λυρισµό και την ευγένεια των επτανήσιων µουσικών «δασκάλων» του. Ενα χρόνο µετά τον θάνατό του κυκλοφόρησε η «Ερωτική πρόβα» µε τη φωνή του ΓιώργουΝταλάρα, µια στιγµή πραγµατικά σπάνιας ευαισθησίας της έντεχνης δισκογραφίας µας («Να ονειρεύοµαι», «Τι πάθος», «Μοβ», «Μην την πιστεύεις την αγάπη» κ.ά.), όπου γίνεται γνωστό σε ένα ευρύτερο κοινό το στιχουργικό ταλέντο του.

Αν προσέξεικανείς τους στίχους του, καταλαβαίνει ότι υποψιαζόταν τη σοβαρότητα της ασθένειάς του γιατί είναι σχεδόν χειροπιαστός ο σπαραγµός του. Οσο όµως και να ψηλαφείς τον πόνο, δεν ανιχνεύεις ούτε στο ελάχιστο στοιχεία µελό.

Αντίθετα, βλέπεις έναν άνθρωπο βαθύ και ταλαντούχο, µε στιχουργική γραφή που ρέει από µόνη της και γίνεται ένα µε τη µελωδία. «Πρόκειται για έναπερίεργο έργο, διαφορετικό από αυτά που έχω κάνει µέχρι τώρα», είχε πει σε συνέντευξη που είχε δώσει στον κληρικό και ποιητή Παναγιώτη Καποδίστρια, σε ραδιοφωνικό σταθµό της Ζακύνθου (28/4/1990). «Με έχει απασχολήσει δύο η τρία χρόνια και στηρίζεται πάνω στον Καζαντζάκη και τον Ζορζ Μπατάιγ, στο φιλοσοφικό τους έργο. Ειναι “ψαξίµατα” δικά µου αυτά».

Ο Λάγιος ήταν ανήσυχος νους, µουσικά και όχι µόνο. Ενας συνθέτης εντελώς έξω απότα εµπορικά ζητούµενα της εποχής που παρότι έφυγε νέος πρόλαβε και άφησε σηµαντικό έργο, µουσικό, ποιητικό και εκπαιδευτικό, ελάχιστα γνωστό και µάλλον παραγνωρισµένο σε σχέση µε τον όγκο και την ποιότητά του. Εργο, που έρχεται να µας θυµίσει το αυριανό αφιέρωµα στη Στέγη Γραµµάτων και Τεχνών.

Ο Δηµήτρης Λάγιος σπούδασε πιάνο και θεωρητικά στο Εθνικό Ωδείοκαι συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήµιο Ιλινόις του Σικάγου. Ωστόσο,οι πρώτες µουσικές ανησυχίες τουπροήλθαν από την ιδιαίτερη πατρίδα του. Τον ενδιέφερε πραγµατικά η µουσική γλώσσα της επτανησιακής σχολής. Αποτέλεσµα έρευνάς του ήταν έξι δισκογραφικές δουλειές αλλά και η δηµιουργία ενός συνόλου καλλιτεχνών, που το ονόµασε Μουσικό Ασκηταριό και µαζί του διοργάνωσε τις Γιορτές Τέχνης και Λόγου στη Ζάκυνθο.

Μετάτηςσπουδέςτου στην Αµερική επέστρεψε στην Ελλάδα το 1979 και ασχολήθηκε µε διάφορες µορφές σύνθεσης.Γράφει µουσική για το θέατρο, µουσική δωµατίου, συµφωνικά έργα, τραγούδια, µελοποιεί ποιητές, γράφει στίχους… Το 1985 µε αφορµή µια συναυλία που δίνει για την Κύπρο, ερωτεύεται τον αγώνα της και τους ανθρώπους της. Από τότε, δεν την αφήνειποτέ. Γράφει στίχους, µουσικές, διοργανώνειφεστιβάλ, ακόµα και πορείες.

INFO

Στη Στέγη Γραµµάτων και Τεχνών του Ιδρύµατος Ωνάση (Λεωφ. Συγγρού 107-109, τηλ. 210-

9005800) αύριο στις 20.30. Θα παρουσιαστούν το ανέκδοτο «Κάλβειος Ραψωδία» και αποσπάσµατα από γνωστά έργα του ∆ηµήτρη Λάγιου

«Συνειδητά στο περιθώριο»


To 1982 ο Δηµήτρης Λάγιος µελοποιεί Ελύτη («Ο Ηλιος ο Ηλιάτορας»), το 1984 φτιάχνει το «Αη Λαός» µε τη φωνή της Μπέλου. Τον ίδιο χρόνο κυκλοφορεί το «Εδώ που γεννηθήκαµε» και από τότε δεν σταµατάει λεπτό. «Ζακυνθινές σερενάδες», «Του Σολωµού και της Ζάκυνθος», «Σκιές», «Ρωγµές» και «Σπουδές σε ελληνικά θέµατα» είναι µερικά παραδείγµατα από τις λιγότερο γνωστές δουλειές του που κυκλοφόρησαν ενόσω ζούσε, ενώ τα «Ιδανικοί αυτόχειρες» (µελοποίηση Καρυωτάκη) και «Κάλβειος Ραψωδία» (συµφωνικό έργο πάνω στις Ωδές του Κάλβου) είναι ακόµα ανέκδοτα. Ανάµεσα στα έργα του που κυκλοφόρησαν µετά τον θάνατό του είναι τα «Ινα τι» µε αποσπάσµατα ψαλµών του Δαβίδ (το 1992 µε τη φωνή του Γιώργου Νταλάρα), «Των Αθανάτων» (µε ποίηση απαγχονισµένων Κυπρίων) όπως και το πιο γνωστό του, η «Ερωτική πρόβα στον θάνατο», έπειτα από προσπάθειες του Γ. Νταλάρα.

«Ο σεβασµός ήταν για εκείνον ορατή πράξη ζωής», είχε πει για τον Λάγιο ο Μίκης Θεοδωράκης. «Ο γείτονας, ο µαθητής, ο πάντα δόκιµος στη µουσική, όπως έλεγε ο ίδιος. Συνειδητά στο περιθώριο, σε µια συµφωνία οραµατιστή και πραγµατιστή».