Η διεθνής οικονομική κρίση συμπλήρωσε κιόλας δύο χρόνια, εάν θεωρήσουμε ως σημείο αφετηρίας της την κατάρρευση της Λίμαν τον Σεπτέμβριο του 2008.

Σε αυτό το διάστημα, εκτός από τις αναλύσεις για τις αιτίες που την προκάλεσαν, έγιναν και συνεχίζονται παγκοσμίως και αρκετές απόπειρες για την υπέρβασή της. Αυτές οι απόπειρες διαφέρουν από χώρα σε χώρα, αλλά έχουν έναν κοινό παρονομαστή: ο δρόμος της επιστροφής στην ανάπτυξη έχει μόνο ένα όνομα: ευκαιρία!

Δηλαδή, για να βγει μια οικονομία από την κρίση πρέπει να είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί ταχύτατα τις ευκαιρίες που της παρουσιάζονται, διαρκούσης της κρίσης.

Εάν προσαρμόσουμε στα ελληνικά δεδομένα αυτόν τον κανόνα, τότε θα διαπιστώσουμε ότι βρισκόμαστε κι εμείς πλέον μπροστά σε ευκαιρίες.

Για παράδειγμα, το επενδυτικό ενδιαφέρον που εκδηλώνεται εμπράκτως, όπως συνέβη με την υπογραφή Μνημονίου συνεργασίας με το Κατάρ, είναι μια ευκαιρία. Η πρόθεση μεγάλων παικτών του διεθνούς χρηματοοικονομικού συστήματος να ξαναφλερτάρουν με τα ελληνικά ομόλογα, είναι επίσης μια ευκαιρία.

Αυτή καθαυτή η τάση της διεθνούς κοινότητας να αλλάξει τις, εχθρικές έως πρόσφατα, διαθέσεις της απέναντι στην Ελλάδα, είναι ευκαιρία.

Αλλά προσοχή. Οπως συμβαίνει πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι ευκαιρίες με ημερομηνία λήξης. Ή τις αρπάζουμε τώρα ή τις χάνουμε οριστικά.

Αν δεν εκμεταλλευτούμε εδώ και τώρα το ευνοϊκό κλίμα που δημιουργεί η εξωστρεφής πολιτική της κυβέρνησης και η προσωπική κινητικότητα του Πρωθυπουργού, δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορούμε να το κάνουμε αύριο. Ή ότι θα υπάρχει αύριο.

«Ο Παράδεισος δεν μπορεί να περιμένει», για να παραφράσουμε τον τίτλο της γνωστής ταινίας.

Αυτή την ώρα λοιπόν η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα κρίσιμο ερώτημα:

Είμαστε σε θέση (θέλουμε;) να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες που άρχισαν να παρουσιάζονται;

Το ερώτημα έχει πολλούς αποδέκτες. Οχι μόνο η κυβέρνηση, αλλά ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, οι επιχειρηματίες, οι πολίτες, οι φορείς της κοινωνίας και της οικονομίας, θα κριθούν από τον τρόπο με τον οποίο θα απαντήσουν.

Και φυσικά δεν χρειάζεται να σκεφθεί πολύ κανείς για να καταλάβει ότι η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι μία και μοναδική.