ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΤΟΥ 1763, Ο ΝΕΑΡΟΣ
ΣΕΡ ΟΥΕΛΜΠΟΡΝ, ΑΣΗΜΟΣ ΚΑΙ
ΑΣΩΤΟΣ ΓΙΟΣ ΑΣΗΜΑΝΤΟΥ ΒΡΕΤΑΝΟΥ
ΒΟΥΛΕΥΤΗ, ΕΙΧΕ ΤΗ ΦΑΕΙΝΗ
ΙΔΕΑ ΝΑ ΒΟΛΤΑΡΕΙ ΣΤΗ ΓΕΦΥΡΑ
ΤΟΥ ΟΥΕΣΤΜΙΝΣΤΕΡ.
Εκεί, συνάντησε τυχαία κάποιον μακρινό γνωστό του να αγναντεύει τον Τάμεση. Βλέποντάς τον κάπως πεσμένο, τον κάλεσε για ποτό και ροσμπίφ. Άθελά του, εξασφάλιζε έτσι υστεροφημία: τη δική του, αλλά και ενός παρ΄ ολίγον αυτόχειρα- που δεν ήταν άλλος από τον Καζανόβα.

Τριάντα οκτώ χρoνών τότε, ο Τζιάκομο Καζανόβα (1725-1798) σκεφτόταν σοβαρά να βάλει τέρμα στη ζωή του. Τελούσε σε βαριά κατάθλιψη στην οποία είχε συμβάλει μια εξ επαγγέλματος καλλονή που του είχε κάνει τη ζωή μαρτύριο.

Ο Καζανόβα δεν είχε γράψει ακόμα την αυτοβιογραφία του, που συνετέλεσε αποφασιστικά στη δημιουργία του θρύλου γύρω από το όνομά του: η μετά θάνατον διεθνής φήμη που απέκτησε, ως σπουδαίος γυναικοκατακτητής, θα τον είχε ξαφνιάσει. Έχοντας ονειρευτεί να καταξιωθεί ως συγγραφέας, δεν περίμενε τόση και, κυρίως, τέτοιου είδους υστεροφημία. Στο κάτω κάτω ήταν μεν γυναικάς, ma non troppo. Από αριθμητικής απόψεως, οι 130-140 γυναίκες της ζωής του, με τα μέτρα της εποχής, αποτελούν επίδοση αξιόλογη, αλλά όχι δα και αξιομνημόνευτη. Ο «δικός μας» Λόρδος Βύρων, όπως και άλλοι, ασφαλώς υπερτερούν- τουλάχιστον κατά τας γραφάς. Για να μη μιλήσουμε για τον Ντον Τζιοβάνιπου όμως δεν είναι ιστορικό πρόσωπο. Σημειωτέον ότι στο λιμπρέτο της ομώνυμης ξακουστής όπερας του Μότσαρτ συνέβαλε ο Καζανόβα, καθότι φίλος του λιμπρετίστα Ντα Πόντε.

Σταχυολόγηση

Αυτά και άλλα πολλά αποκομίζει ο αναγνώστης της εξαιρετικής πρόσφατης βιογραφίας Καζανόβα του Ίαν Κέλι. Δύσκολο εγχείρημα να γράψεις τέτοιο βιβλίο: απαιτεί έξυπνη σταχυολόγηση από την ογκώδη αυτοβιογραφία του βιογραφούμενου, αλλά και εξακρίβωση των στοιχείων. Και στα δύο αυτά στοιχήματα ο συγγραφέας φαίνεται να αντεπεξήλθε με επιτυχία. Και όχι μόνον αυτό· έστησε το κείμενο σαν θεατρικό έργο, με πράξεις, σκηνές και ωραία ιντερμέδια. Άνθρωπος του θεάτρου ο ίδιος, σεβάστηκε τις καταβολές αλλά και τη θεατρικότητα του ήρωά του, που ήταν νόθος γιος μιας ηθοποιού από τη Βενετία με διεθνή καριέρα.

Ο Καζανόβα ήταν «φιλογύνης»και όχι κρυπτο-μισογύνης όπως, ίσως, ο Ντον Τζιοβάνι.

Αγαπούσε το φλερτ, την ερωτική διαδικασία, το παιχνίδι και τα συμπαρομαρτούντα, τις αμφιέσεις: ενδυματολογικά, τον ξετρέλαιναν γυναίκες ντυμένες (ή και μασκαρεμένες) σαν άντρες. Είναι ενδεικτικό ότι διατηρούσε πάντα άριστες σχέσεις με τις ανά την Ευρώπη πρώην ερωμένες του- με ορισμένες εκ των οποίων είχε αποκτήσει και παιδί. Αλλά δεν ήταν μόνον γυναικάς. Ήταν κατ΄ αρχήν και κατ΄ εξοχήν ταξιδευτής- πρέπει να κάλυψε πάνω από 64.000 χιλιόμετρα στη Γηραιά Ήπειρο. Οι συνθήκες μετακίνησης δεν ήταν πάντα βολικές, αλλά ενίοτε προσφέρονταν για ερωτικά συναπαντήματα (στενόχωρες άμαξες). Περιπλανώμενος τυχοδιώκτης, τζογαδόρος, παίκτης, στο διάβα του απέκτησε και διασπάθισε περιουσίες. Τη μία εξ αυτών την κέρδισε στήνοντας το ΛΟΤΤΟ του γαλλικού κράτους και παίρνοντας σεβαστά ποσοστά. Προσπάθησε ανεπιτυχώς να επαναλάβει το ίδιο εγχείρημα στην Αγγλία, στην Πρωσία, στη Ρωσία. Συνάντησε στο διάβα του πλήθος γνωστών ιστορικών προσώπων: αυλικούς της προεπαναστατικής Γαλλίας (μαντάμ ντε Πομπαντούρ), διανοουμένους (Βολταίρος), ακόμα και τη Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας.