Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα Μέσα Ενημέρωσης ανά τον δυτικό κόσμο έχουν αφιερώσει αρκετό χωροχρόνο στον αντίκτυπο της οικονομικής ύφεσης στην αγορά τους. Αυτό όμως που προκύπτει ως ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι η εστίαση της κάλυψης κυρίως στις εταιρικές οντότητες και στις μεταβαλλόμενες τάσεις της διαφημιστικής αγοράς. Όχι γιατί τούτα δεν έχουν μεγάλη σημασία αλλά διότι δεν έχει συζητηθεί εκτενέστερα μία άλλη κρίσιμη διάσταση, δηλαδή το πώς θα επηρεάσει η ύφεση τους δημοσιογράφους, δηλαδή τους βασικούς ανθρώπινους πόρους των Μέσων Ενημέρωσης. Πράγμα παράδοξο καθώς δεν γίνεται η αλλαγή στη δημοσιογραφία να μην επηρεάσει καθοριστικά το παραγόμενο προϊόν.

Όμως, τι είδους αλλαγές επίκεινται; Η μόνη βεβαιότητα αφορά τον (σαφώς χαμηλότερο) μέσο αριθμό δημοσιογράφων ανά Μέσο, ως μέρος μίας συνολικής πολιτικής ανταγωνιστικότερου σταθερού κόστους, με βασικό θύμα- όπως δείχνει η διεθνής εμπειρία- τα «μεσαία» στρώματα του επαγγέλματος. Προκύπτει ωστόσο, αναπόφευκτα, σειρά ερωτηματικών, με πρωταρχικό το νέο προφίλ δεξιοτήτων που θα απαιτηθεί από τους εναπομείναντες ή νέους συντάκτες. Τρία στοιχεία συνθέτουν την αναδυόμενη εικόνα, όπως, πρώτον, η εξοικείωση με όλες τις μορφές πληροφορίας (κείμενο, ήχος, κινούμενη εικόνα) και η δυνατότητα παραγωγής περιεχομένου συνδυάζοντάς τες στο πλαίσιο μίας «ολικής» προσέγγισης. Αντίστοιχα, προφανής είναι η παράλληλη ζήτηση για ικανότητες «συσκευασίας» της ειδησεογραφίας – είτε τούτο αφορά τελική σελίδα εφημερίδας είτε θεματική ενότητα σε ιστότοπο. Κατά δεύτερο λόγο, θα προέχει ολοένα και περισσότερο η ταχύτητα επεξεργασίας και αναμετάδοσης αλλά και η λειτουργία σε εικοσιτετράωρο κύκλο πλέον, αντί για την κλασική προθεσμία υποβολής ενός θέματος πριν «κλείσει» η εφημερίδα. Τέλος, στην εποχή των διαδραστικών Μέσων, πιθανότατα θα είναι σημαντική η διαρκής επικοινωνία του δημοσιογράφου με το αναγνωστικό κοινό, είτε μέσω κάποιου ιστολογίου (blog) είτε μέσω των σελίδων που διαθέτει το Μέσο στις on-line κοινότητες χρηστών. Ενδεχομένως τούτο το νέο είδος συντάκτη να οδηγήσει μεσοπρόθεσμα σε ένα πληρέστερο μοντέλο επαγγελματία, κάλλιστα προσαρμοσμένου στις ανάγκες των καιρών και στις απαιτήσεις του νέου επικοινωνιακού περιβάλλοντος. Εντούτοις, η μετάβαση στο νέο καθεστώς βρίθει κινδύνων ενώ απειλεί περισσότερο τη διάσταση της δημοσιογραφίας ως «λειτούργημα». Κοντολογίς, εάν λιγότεροι συντάκτες πρέπει να κάνουν περισσότερες εργασίες, τότε είναι βέβαιο πως θα παρουσιαστούν προβλήματα. Σε ένα πρώτο επίπεδο, λιγότερο εσωτερικά παραγόμενο περιεχόμενο σημαίνει μεγαλύτερη εξάρτηση είτε από πρακτορεία ειδήσεων είτε από τον κλάδο των Δημοσίων Σχέσεων και τον ωκεανό από δελτία Τύπου που παράγει. Όμως το ουσιαστικότερο ζήτημα εντοπίζεται στην υποχώρηση της ερευνητικής δημοσιογραφίας, αυτής που συμβολίζει τον κοινωνικό ρόλο των Μέσων ως ελεγκτών της εξουσίας- και αυτής που στρατηγικά προσδίδει και τη μεγαλύτερη επιχειρηματική αξία, αφού κάθε αποκάλυψη συνιστά εξ ορισμού «μοναδική» ύλη που ενισχύει την αξιοπιστία και συνεπώς την ποιότητα της «μάρκας». Η σχετική εμπειρία από το εξωτερικό είναι από οριακά αρνητική έως αποκαρδιωτική: μπορεί για παράδειγμα οι μεγάλες εφημερίδες των ΗΠΑ να δηλώνουν πως παρά τις περικοπές σε προσωπικό, η ερευνητική δημοσιογραφία παραμένει κορυφαία προτεραιότητα ωστόσο είναι προφανές ότι υπάρχει πλέον κενό στην αγορά- που εξειδικευμένες ιστοσελίδες αποτελούμενες από βετεράνους δημοσιογράφους (όπως η Ρropublica) έρχονται να καλύψουν.

Η βιωσιμότητα των συγκεκριμένων εγχειρημάτων δεν είναι διασφαλισμένη αφού εξαρτώνται περισσότερο από δωρεές και λιγότερο από διαφημίσεις ή συνδρομές. Εκτός εάν παγιωθεί και εμπλουτισθεί το μοντέλο όπου μεγάλοι τίτλοι χρησιμοποιούν τις ειδικές υπηρεσίες σαν «υπεργολάβους»όπως συνέβη με πρόσφατες αποκαλύψεις της Ρropublica που δημοσίευσαν οι «Νew Υork Τimes», σχετικά με πρακτικές ευθανασίας στην Ν. Ορλεάνη τις μέρες του τυφώνα Κατρίνα. Πόσο πιθανό είναι να εξαπλωθεί αυτός ο τρόπος λειτουργίας; Αρκετά, εάν κρίνει κανείς και από τις στρατηγικές προτεραιότητες που ανακοίνωσε η κραταιά Gannett, εκδότρια της «USΑ Τoday»: διατυμπανίζει τη σημασία της ερευνητικής δημοσιογραφίας αλλά καταλήγει καλώντας τους αρχισυντάκτες να αναζητήσουν «συνεργασίες και άλλες δημιουργικές πηγές σχετικού περιεχομένου»…

ΕΛΕΓΚΤΕΣ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

Το ουσιαστικότερο ζήτημα εντοπίζεται στην υποχώρηση της ερευνητικής δημοσιογραφίας, αυτής που συμβολίζει τον κοινωνικό ρόλο των Μέσων ως ελεγκτών της εξουσίας

Ο Κων/νος Καμάρας είναι σύμβουλος της Διεθνούς Ένωσης Εφημερίδων και μέλος Δ.Σ. του ΙΑΒ Εurope, πανευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαδραστική επικοινωνία.