Φεύγει νωρίς το καλοκαίρι, όμως, φέτος ένιωσα πως έφυγε νωρίτερα από πέρσι. Φταίει ο καιρός, η δουλειά, οι εκλογές, η κρίση ή μήπως η γρίπη; Όλα μού φταίνε. Για τη μέρα που συρρικνώνεται και μαζί της, καθώς περνούν τα χρόνια, μικραίνουν οι αξίες, οι οικονομίες και οι άνθρωποι.

Έβγαλα τη βαμβακερή κουβέρτα και αναγκάστηκα σύντομα να τη μαζέψω και να κατεβάσω το πάπλωμα. Δειλά δειλά, με τον φόβο της πτώσης των υπέρβαρων χειμωνιάτικων πακέτων στο κεφάλι μου, έψαξα στα τυφλά για τα καλσόν και βρέθηκα στη χνουδωτή αγκαλιά των πουλόβερ με την… ευωδιά της ναφθαλίνης, κατάμουτρα.

Κατάπια την αηδία που με διαπέρασε και άνοιξα το παράθυρο για να συνέλθω. Κορναρίσματα, τραγούδια και βεγγαλικά άστραψαν και βρόντηξαν. Αφού έτυχε και εκείνο το βράδυ δεν έβρεχε, θα πρέπει είτε να ακουγόταν κάποια συναυλία από το Κηποθέατρο του Παπάγου είτε οι φανφάρες κάποιας προεκλογικής φιέστας.

Δάγκωσα τη γλώσσα μου μόλις είδα το ρολόι απέναντι να δείχνει μία ώρα πριν από τα μεσάνυχτα.

Έπρεπε να βιαστώ για να πάω στη δουλειά, που για τρίτη εβδομάδα ήταν σε νυχτερινή τροχιά.

Άφησα στη μέση το νοικοκύρεμα, λέξη που εσχάτως φοριόταν ευρέως από τους πολιτικούς τηλεμάχους, κι έτρεξα για να προλάβω το ραντεβού με την ενημέρωση, όπως συνηθίζουν να λένε με έμφαση.

Πλημμύρες και καταστροφές στην Εύβοια, βόμβα έξω από το Χρηματιστήριο, τοξικά στη Μεσόγειο, εργατικά ατυχήματα στη Λάρκο, φέσια στην αγορά και πανικός στα σχολεία με τη νέα γρίπη. Κι όμως, η είδηση που με καθήλωσε ήταν άλλη. Αφορούσε τη νόσο του Αλτσχάιμερ και την άνοια στις ανεπτυγμένες κοινωνίες που καλπάζουν αχαλίνωτα χτυπώντας ολοένα και περισσότερους νεώτερους καθώς ανεβαίνει ο μέσος όρος ηλικίας του πληθυσμού τους. Τριάντα πέντε εκατομμύρια άνθρωποι σήμερα 115 εκατομμύρια το 2050. Να το γνωρίζουν, άραγε, οι 20 ηγέτες που συζητούν για το οικονομικά ισορροπημένο, όπως διατείνονται, μέλλον μας στο Πίτσμπουργκ των ΗΠΑ ή είναι, ήδη, αργά;