Χαμηλή χοληστερόλη σημαίνει υγεία της καρδιάς. Και δεν συνδέεται με καρκίνο, ούτε αυτή καθαυτή ούτε τα φάρμακα που τη μειώνουν.

Αυτό τονίζουν– ύστερα από το πρόσφατο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας– ο ομότιμος καθηγητής Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθυντής του Ελληνικού Ιδρύματος Καρδιολογίας κ. Παύλος Τούτουζας και ο αναπληρωτής καθηγητής Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και υπεύθυνος του Ιατρείου Λιπιδίων στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο κ. Χρήστος Πίτσαβος.

«Η LDL χοληστερόλη είναι σήμερα ο νούμερο 1 στόχος της θεραπείας και της πρόληψης», επισημαίνει ο κ. Τούτουζας. «Είναι αυτή που ονομάζουμε «κακή» χοληστερόλη, αλλά δεν είναι η ίδια κακή, αφού φτιάχνει στο παιδί κυτταρικές μεμβράνες και ορμόνες. Κακή είναι η περίσσεια της, που αφήνουμε να κυκλοφορεί στις αρτηρίες μας και να τις φράσσει».

Οι επίσημες οδηγίες των επιστημονικών εταιρειών συνιστούν σήμερα να έχουμε LDL χοληστερόλη:

*Κάτω από 115 για πρωτογενή πρόληψη (εάν δεν έχουμε πάθει κάτι και δεν θέλουμε να πάθουμε).

*Κάτω από 100– και καλύτερα 70– στη δευτερογενή πρόληψη (εάν πάσχουμε από στηθάγχη, εάν έχουμε περάσει έμφραγμα, εάν έχουμε κάνει μπαϊπάς, εάν έχουμε σακχαρώδη διαβήτη κ.ά.).

«Η πρωτογενής πρόληψη έχει μεγαλύτερη ακόμα σημασία εάν έχουμε δύο παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά επεισόδια», προειδοποιεί ο κ. Τούτουζας. «Για παράδειγμα, εάν καπνίζω και είμαι άνδρας».

Τα τελευταία χρόνια, όμως, γίνεται συζήτηση μεταξύ των ειδικών _ και έχουν γίνει και αρκετές σχετικές έρευνες _ εάν είναι πιο ωφέλιμο για την καρδιά μας να βρίσκεται σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα η «κακή» χοληστερόλη. Όπως αναφέρει ο κ. Τούτουζας, μελέτες έδειξαν ότι «το 60 είναι καλύτερο από το 90».

Η πρώτη πολυκεντρική μελέτη σε 4.162 ασθενείς, η οποία δημοσιεύτηκε το 2004 στην Επιθεώρηση «New England Journal of Medicine», από τον Κάνον και τους συνεργάτες του, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εντατική θεραπεία για τη μείωση της χοληστερόλης προστατεύει περισσότερο την καρδιά. Μία άλλη μελέτη, το 2005 από τον Λαρόγκα και τους συνεργάτες του σε 10.101 ασθενείς, η οποία δημοσιεύτηκε στο ίδιο περιοδικό, επιβεβαίωσε τα αποτελέσματα της πρώτης μελέτης, αν και οι ερευνητές ανέφεραν ότι και με τιμή LDL 100, δεν αντιμετωπίζει κανείς κίνδυνο με την καρδιά του. Και η (επιστημονική) κουβέντα συνεχίζεται…

Ανάλογα με τον κίνδυνο

Οι επιστήμονες εφαρμόζουν ήδη τη σύσταση για «κακή» χοληστερόλη κάτω από 70 σε αρκετές περιπτώσεις ασθενών τους. «Τα επιθυμητά επίπεδα LDL χοληστερόλης είναι ανάλογα με τον κίνδυνο που διατρέχει κανείς », εξηγεί ο κ. Πίτσαβος. «Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι καλύτερο να είναι η LDL και κάτω από το 70. Αυτό έδειξαν έρευνες από το 2004, το επιβεβαίωσαν άλλες που ακολούθησαν και το εφαρμόζουμε ήδη. Ένας άρρωστος π.χ. που βγαίνει από το νοσοκομείο ύστερα από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, συνιστούμε να έχει κακή χοληστερόλη κάτω από 70, τουλάχιστον για τα δύο – τρία πρώτα χρόνια, γιατί τότε κινδυνεύει περισσότερο από ένα δεύτερο επεισόδιο. Για τέτοιες περιπτώσεις λέμε ότι δεν μας φθάνουν οι στατίνες και χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε και άλλες (νέες) ουσίες που μειώνουν ακόμα περισσότερο τη χοληστερόλη».

Τα οφέλη

Ο κ. Τούτουζας υπογραμμίζει ότι χαμηλή LDL χοληστερίνη σημαίνει χαμηλό κίνδυνο για:

*Έμφραγμα του μυοκαρδίου.

*Εγκεφαλικό επεισόδιο.

*Καρδιακή ανεπάρκεια.

*Καρδιακές αρρυθμίες.

*Βλάβες στις περιφερειακές αρτηρίες (διαλείπουσα χωλότητα).

*Ανεύρυσμα αορτής.

*Αιφνίδιο θάνατο.

Τα ίδια επίπεδα για όλες τις ηλικίες

Θα πρέπει να επιδιώκουμε διαφορετικά επίπεδα χοληστερόλης ανάλογα με το φύλο ή την ηλικία; «Όχι», απαντά ο καθηγητής. «Άνδρες και γυναίκες πρέπει να έχουν εξίσου χαμηλή χοληστερόλη. Και οι έφηβοι και τα παιδιά πρέπει να έχουν χαμηλή χοληστερόλη, όσο και οι μεγάλοι. Μάλιστα, σε έναν νέο 20 χρόνων, που έχει όλη τη ζωή μπροστά του, δεν κάνουμε καθόλου «αβαρίες», όπως ίσως θα κάναμε σε έναν ηλικιωμένο».

Οι γονείς, λοιπόν, δεν θα πρέπει να εφησυχάζουν, αλλά να βάζουν τα παιδιά και τους εφήβους σε πρόγραμμα υγιεινής διατροφής και άθλησης _ ακόμα και ειδικής αγωγής, εάν χρειάζεται. Αυτό είναι πιο επείγον στις περιπτώσεις που συνυπάρχουν χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (έχει αποδειχθεί ότι συνδέεται με υψηλή χοληστερόλη, πιθανότατα λόγω έλλειψης ενημέρωσης), πάχος, κάπνισμα ή κατάθλιψη.

Η μόνη διαφοροποίηση λόγω ηλικίας αφορά την τρίτη ηλικία και τη χορήγηση στατινών. «Όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος, θα πρέπει να προσέχει κανείς χορηγώντας στατίνες για μείωση της χοληστερίνης τις πιθανές συνοδές παθήσεις _ νεφρική ανεπάρκεια, ηπατική ανεπάρκεια, γενική κατάσταση υγείας κ.ά», λέει ο κ. Τούτουζας.

Η χοληστερόλη δεν συνδέεται με τον καρκίνο

Η πολύ χαμηλή χοληστερίνη δεν προκαλεί καρκίνο. Όσο για τα νέα φάρμακα που μειώνουν πολύ τα επίπεδα χοληστερόλης, αν και δεν έχει αποδειχθεί η συσχέτισή τους με την καρκινογένεση, οι επιστήμονες περιμένουν και νέες μελέτες για την ασφάλειά τους.

«Από παλιά υπήρχε μια τέτοια ανησυχία», λέει ο κ. Πίτσαβος. «Σε πολλές επιδημιολογικές μελέτες, που παρακολουθούσαν ανθρώπους διαχρονικά για τη χοληστερόλη τους, διαπιστώθηκε ότι ορισμένοι από αυτούς ανέπτυσσαν νεοπλάσματα. Έτσι, συνδέθηκε η χαμηλή χοληστερόλη με τον καρκίνο. Αποδείχθηκε όμως πλήρως ότι δεν ήταν η χαμηλή χοληστερόλη που δημιουργούσε το νεόπλασμα, αλλά ότι υπήρχε καρκίνος χωρίς συμπτώματα για καιρό, ο οποίος μείωνε πολύ τη χοληστερόλη (ο καρκίνος «τρώει» τη χοληστερόλη). Η σχέση, δηλαδή, ήταν αντίστροφη. Γι’ αυτό, μάλιστα, κι εμείς πλέον όταν συγκρίνουμε μια παλιά υψηλή χοληστερόλη με μια σημερινή χαμηλή _ χωρίς ο ασθενής να παίρνει φάρμακα ή να κάνει δίαιτα _ το θεωρούμε ύποπτο σημάδι για κρυφό νεόπλασμα».

Όταν άρχισαν να χρησιμοποιούνται οι στατίνες για τη μείωση της χοληστερόλης, υπήρξε μεταξύ των επιστημόνων μια διστακτικότητα, ο ίδιος φόβος μήπως η πολύ χαμηλή χοληστερόλη _ λόγω της φαρμακευτικής αγωγής _ αύξανε τον κίνδυνο καρκίνου. «Η χρήση των στατινών, όμως, επί είκοσι χρόνια έδειξε ότι δεν υπάρχει τέτοιος φόβος», διαβεβαιώνει ο κ. Πίτσαβος. «Ορισμένα δεδομένα, μάλιστα, δείχνουν ότι ίσως οι στατίνες να μειώνουν τον κίνδυνο για ορισμένους καρκίνους, όπως π.χ. του παχέος εντέρου. Οι στατίνες είναι, λοιπόν, απολύτως ασφαλή φάρμακα».

Ο πρόσφατος θόρυβος δημιουργήθηκε από μία έρευνα σε ασθενείς που έπαιρναν συνδυασμό μιας στατίνης _ της σιμβαστατίνης _ και μιας άλλης ουσίας, της εζετιμίβης. Η ουσία αυτή έχει τη δυνατότητα να μειώνει πολύ δραστικά τα επίπεδα της χοληστερόλης, αλλά οι ειδικοί ήταν επιφυλακτικοί τους τελευταίους μήνες για τη χρήση της, περιμένοντας νέα ευρήματα. Τα αποτελέσματα της μελέτης, που παρουσιάστηκαν στο ετήσιο καρδιολογικό συνέδριο και δημοσιεύτηκαν στην έγκυρη Επιθεώρηση «New England Journal of Medicine», έδειξαν αύξηση κατά 50% στις περιπτώσεις καρκίνου σε όσους έπαιρναν αυτό το φαρμακευτικό συνδυασμό, σε σύγκριση με όσους έπαιρναν εικονικό φάρμακο (πλασέμπο).

«Μια άλλη μελέτη, όμως, από την Οξφόρδη, η οποία έγινε σε περισσότερους ασθενείς από όσους η προηγούμενη, δεν έδειξε αύξηση των καρκίνων λόγω της χρήσης του συνδυασμού εζετιμίβης και σιβαστατίνης», επισημαίνει ο κ. Πίτσαβος. «Οι καρδιολογικές εταιρείες δεν μπορούν να το ενοχοποιήσουν στη φάση αυτή. Βέβαια, κάθε νέο φάρμακο οφείλει να αποδείξει την ασφάλειά του. Περιμένουμε και τα αποτελέσματα και άλλων μελετών, που βρίσκονται σε εξέλιξη».

Και εν τω μεταξύ; «Η εζετιμίβη έχει, ούτως ή άλλως, συγκεκριμένες ενδείξεις και δεν αποτελεί φάρμακο πρώτης επιλογής για τους περισσότερους αρρώστους», απαντά ο κ. Πίτσαβος. «Ως πρώτη θεραπεία, θα δώσει κανείς στον ασθενή μια στατίνη. Η εζετιμίβη έχει λόγο να δοθεί μόνο στις εξής δύο περιπτώσεις: 1) Εάν υπάρχουν (σπανίως) παρενέργειες από τις στατίνες, π.χ. στο ήπαρ. 2) Εάν θέλει κανείς να ρίξει πάρα πολύ τη χοληστερόλη και δεν μπορεί να το επιτύχει μόνο με δίαιτα και στατίνες. Τότε, η εζετιμίβη πρέπει να χορηγηθεί».

Γάλα, σοκολάτα και τσάι για γερή καρδιά

Πράσινο τσάι, μαύρη σοκολάτα και γάλα δυναμώνουν τις αρτηρίες της καρδιάς. «Και στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Καρδιολογικό Συνέδριο αναφέρθηκε ότι το πράσινο τσάι είναι ωφέλιμο για το ενδοθήλιο των αρτηριών, γιατί έχει αντιοξειδωτικές και αγγειοδιασταλτικές ιδιότητες», μας ενημερώνει ο κ. Τούτουζας. «Θα πρέπει, όμως, να είναι χωρίς γάλα. Το γάλα ακυρώνει τις ιδιότητες αυτές του τσαγιού, γι’ αυτό και οι Άγγλοι, αν και πίνουν πολύ τσάι, δεν απολαμβάνουν τα οφέλη του για την καρδιά. Nα πίνετε, λοιπόν, 1 – 2 φλιτζάνια πράσινο τσάι καθημερινά με λίγο μέλι».

Τις ίδιες ιδιότητες έχει και η μαύρη σοκολάτα. «Βέβαια, το πρόβλημα εδώ είναι οι θερμίδες (100 γραμμάρια δίνουν 500 θερμίδες)», λέει ο κ. Τούτουζας. «Μπορεί όμως κανείς να τρώει δύο πλακάκια 5 γραμμαρίων την ημέρα _ ένα μεσημέρι, ένα βράδυ _ που δίνουν 25 θερμίδες το καθένα».

Το γάλα, επίσης, είναι απαραίτητο στην καρδιά λόγω του ασβεστίου του. «Γι’ αυτό τον λόγο, οι νέοι πρέπει να αντικαταστήσουν με γάλα τους καφέδες και τα μπαρ και οι καφετέριες θα έπρεπε να σερβίρουν και γάλα!», τονίζει ο καθηγητής.