ΜΙΑ ΠΑΡΕΑ ΝΕΑΡΩΝ ΓΙΑΠΩΝΕΖΩΝ ΚΟΝΤΑ ΣΕ
ΜΙΑ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΒΑΣΗ ΕΠΙΔΙΔΕΤΑΙ ΣΕ ΥΠΕΡΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
ΑΛΚΟΟΛ ΚΑΙ ΠΑΡΑΙΣΘΗΣΙΟΓΟΝΩΝ
ΟΥΣΙΩΝ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΣΕ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗ.
ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ, ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΡΙΟΥ
ΜΟΥΡΑΚΑΜΙ ΕΚΑΝΕ ΘΟΡΥΒΟ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ
΄70 ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΕΝΟΤΗΤΑΣ
ΠΟΥ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΕ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑΤΑΙ
ΚΑΜΙΑ ΕΜΒΑΘΥΝΣΗ ΣΤΟ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΟ ΙΑΠΩΝΙΚΟ
ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΘΑΥΜΑ.
Ας αρχίσουμε με μια διευκρίνιση. Ο Ριού Μουρακάμι (γενν. 1952) δεν έχει καμία σχέση με τον συνονόματό του Χαρούκι, ο οποίος έχει κάνει θεαματική καριέρα και στη χώρα μας με τα βιβλία του Νορβηγικό Δάσος, Το Κουρδιστό Πουλί κ.ά. (Εκδ. Ωκεανίδα). Ο Ριού σοκάρισε την ιαπωνική κοινωνία με το παρόν βιβλίο, κέρδισε το βραβείο Ακουταγκάουα το 1976 και συνέχισε να σοκάρει με σπαρακτικά θέματα (λ.χ. στο Coin Lokker Βabies, που αναφέρεται σε παιδιά εγκαταλειμμένα σε θυρίδες σιδηροδρομικών σταθμών ή το Η Κυόκο στη Νέα Υόρκη ). Περισσότερο από κλασικό μυθιστοριογράφο, εξελίχθηκε πάντως σε σεναριογράφο και σκηνοθέτη ( Αuditions, Raffles Ηotel, Τokyo Decadence ). Αυτή η κλίση του προαναγγέλλεται περίτρανα στο παρόν πρώτο έργο του, όπου ο συγγραφέας αναδεικνύεται σε καλό παρατηρητή των φωτοσκιάσεων, της σκηνικής ισορροπίας και των σύντομων, σχεδόν ασθματικών πλάνων, όποτε δεν επιδίδεται σε μακρόσυρτες περιγραφές σεξουαλικών οργίων και λεπτομερείς αναλύσεις μιας ευρύτατης γκάμας ναρκωτικών ουσιών και των ενίοτε κλινικών επιπτώσεών τους.

Η πλοκή του βιβλίου είναι στοιχειώδης αν όχι ανύπαρκτη. Στις παρυφές του Τόκιο, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, μια νεανική παρέα δίνεται ψυχή τε και σώματι στην εφαρμογή του τρίπτυχου sex, drugs and rock ΄n΄ roll. Με την παρότρυνση φαντάρων μιας από τις πολλές αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις στην Ιαπωνία, οι οποίοι προσφέρουν τζαζ και ροκ, ναρκωτικά και ομαδικό σεξ σε γερές δόσεις, και έχοντας κόψει για λόγους που δεν μνημονεύονται κάθε γέφυρα με την καθώς πρέπει κοινωνία, ο αφηγητής και οι φίλοι του χάνονται σε ένα ταξίδι ανάμεσα στην πραγματικότητα και τις παραισθήσεις, χωρίς ισχυρούς συντροφικούς δεσμούς. Οι ήρωες του Ριού Μουρακάμι συνεχίζουν την αυτοκαταστροφική ζωή τους παθητικά, μαζοχιστικά, χωρίς καμία ιδεολογική αναφορά, χωρίς όνειρα πλην της εξασφάλισης της επόμενης δόσης, χωρίς διάθεση κριτικής της κοινωνίας τους και χωρίς καμία προοπτική εξέγερσης κατά του τρέχοντος βιομηχανικού/ αναπτυξιακού/ εκσυγχρονιστικού προτάγματος.

Σπέρμα και αίμα

Ο αφηγητής, που δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον συγγραφέα, παρατηρεί τα πάντα μέσω των παραισθήσεών του, δίνοντας ενίοτε εξαιρετικής ομορφιάς εικόνες μιας «ξεχωριστής πραγματικότητας». Εν τούτοις, αυτές οι ιδιαίτερης λεπτότητας σελίδες χάνονται μέσα σε έναν πληκτικά απωθητικό ωκεανό εκκρίσεων, όπου κατά μέσο όρο κάθε δυο- τρεις σελίδες έχουμε ένα ξερατό, μια λιποθυμία, ούρα, σπέρμα, αίμα, σάλια και ιδρώτα, παντοειδή συνθλιβόμενα ζωύφια και ακραία βία. Έτσι, το ίδιο το πραγματολογικό υλικό του μυθιστορήματος καταντά σαθρό και όχι ιδιαίτερα πειστικό. Η αγριότητα και η ωμότητα, συνδυασμένες με μια «λεπτουργία της σιχασιάς» κρύβουν τελικά την τρυφερότητα που αναδεύεται δειλά, πολύ βαθιά χωμένη όμως, κάτω από το δέρμα του ήρωα. Είναι εμφανές και δεδηλωμένο ότι ο Ριού Μουρακάμι επιχείρησε να μιμηθεί τον Ζαν Ζενέ και τον Τσαρλς Μπουκόφσκι και, παρ΄ ότι δεν τα κατάφερε ιδιαίτερα καλά, πέτυχε τουλάχιστον να αναστατώσει την κοινωνία του. Μιας και η Ιαπωνία δεν έζησε ποτέ τα «σίξτι΄ς» της, μιας και ο χιπισμός, ο αναχωρητισμός, ο Μάης του ΄68, το ειρηνιστικό κίνημα, ακόμη και οι οικολογικές ιδέες ελάχιστα ευδοκίμησαν τότε ή αργότερα στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου, το ιαπωνικό λογοτεχνικό κατεστημένο της εποχής επιβράβευσε ένα βιβλίο αναζήτησης ταυτότητας για μια νεολαία που έμοιαζε να βιώνει τραυματικά τη ραγδαία δυτικοποίηση.

Πλαστική και ακριβής η μετάφραση του Αλέξανδρου Καρατζά, ενώ ο πρόλογος της Πόπης Μουσουράκη δεν αποδεικνύεται απαραίτητoς για την κατανόηση του βιβλίου.

Ryu Μurakami

ΣΧΕΔΟΝ ΔΙΑΦΑΝΟ ΓΑΛΑΖΙΟ

ΜΤΦ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΡΑΤΖΑΣ, ΕΚΔ.

ΡRΙΝΤΑ, 2008, ΣΕΛ.

206, ΤΙΜΗ: 14 ΕΥΡΩ