Αρχοντικά του 18ου αιώνα, νεοκλασικά και πολυκατοικίες του ΄70, βυζαντινές εκκλησίες, τζαμιά και παλιά λουτρά, γουναράδικα και μαγαζιά με σουβενίρ, μποτιλιαρισμένοι δρόμοι και εμπορικές αγορέςόλα αντικατοπτρίζονται στον τεράστιο καθρέφτη της λίμνης Ορεστιάδας.

Η Καστοριά νοσταλγεί περασμένα μεγαλεία, ενώ αναζητά τον ρόλο της στο σήμερα. Και παρά την εσωστρέφεια που τη χαρακτηρίζει χρόνια τώρα, στρέφει το βλέμμα της στον τουρισμό.


Ένα υδάτινο κάτοπτρο γεωλογικής ηλικίας 10.000.000 ετών αντιγυρίζει στην άλλοτε πανέμορφη βυζαντινή πολιτεία την εικόνα της, πλαισιωμένη από τον Γράμμο και το Βίτσι. Ιτιές και πλατάνια γέρνουν στο νερό, τα «καράβια»- οι καστοριανές βάρκες- τη διασχίζουν, οι ψαράδες ζουν από αυτήν, οι κύκνοι, οι αργυροπελεκάνοι, οι τσικνιάδες, οι ερωδιοί, οι αγριόπαπιες, τα γριβάδια, οι γουλιανοί, τα τσιρόνια, την έχουν κάνει σπίτι τους. Η λίμνη Ορεστιάδα, χαρακτηρισμένη από το 1974 ως τόπος ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, δίνει ζωή στην περιοχή ήδη από την εποχή της δημιουργίας των νεολιθικών οικισμών που ανακαλύφθηκαν στο Δισπηλιό.

info

Τα τελευταία χρόνια η πόλη έχει προεκταθεί προς ένα καινούργιο προάστιο, τη Χλόη. Είναι γεμάτο βίλες και πολυκατοικίες, έχει φαρδείς δρόμους, εργατικές κατοικίες, γήπεδο τένις, σχολείο, ξενοδοχεία, ταβέρνες, την εκκλησία του Αγίου Νικάνορα και το Κέντρο Γούνας στη λεωφόρο Γουναράδων.

Η πολιτεία πλάι της στιγματίστηκε για πάντα από τις αντιπαροχές που δόθηκαν στην περίοδο της δικτατορίας, τότε που τα παραλίμνια σπίτια έδωσαν τη θέση τους σε άχαρες πολυκατοικίες. Κέντρο της Καστοριάς μέχρι το 1980 ήταν η πλατεία Ομονοίας που συγκέντρωνε όλη την κίνηση, όμως τα τελευταία χρόνια η ζωή μεταφέρθηκε στη λίμνη και κυρίως στη νότια παραλία, στη Μ. Αλεξάνδρου και την Ορεστιάδος, όπου υπάρχουν καφέ-μπαρ και ουζερί.

Με αφετηρία το κτίριο της Νομαρχίας, περπατάς στην Ορεστιάδος και φτάνεις στο ύψος της παλιάς συνοικίας Ντολτσό. Μέσα στα καλντερίμια και τους δρόμους της συνυπάρχει το χθες και το σήμερα: μισογκρεμισμένα ή αναστηλωμένα μεγάλα σπίτια του 18ου αιώνα που έφτιαξαν Ηπειρώτες και Μακεδόνες μάστορες, καινούργια πετρόκτιστα, πολυκατοικίες του ΄70, μάντρες με απλωμένα δέρματα που στεγνώνουν στον ήλιο, μικρές πλατείες, σχολεία, βυζαντινά εκκλησάκια. Ύστερα, κάνοντας σλάλομ ανάμεσα στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, ψάχνεις αρχοντικά με…ονοματεπώνυμο: του Μπατρίνου, του Μητρούση, του Πηχεώνος, του Δράσκα, το περίφημο αρχοντικό Νεράντζη-Αϊβάζη που είναι σήμερα το λαογραφικό μουσείο, του Εμμανουήλ που είναι το ενδυματολογικό μουσείο.

Η άλλη παλιά γειτονιά της Καστοριάς είναι το Απόζαρι, στη βόρεια παραλία. Περπατώντας στην οδό Χριστοπούλου, παράλληλα με τον παραλίμνιο δρόμο (Νίκης) όπου υπάρχουν οι νεόκτιστες επαύλεις, βλέπεις τα επιβλητικά νεοκλασικά σπίτια των αρχών του 20ού αιώνα με τις αυλές.

Η αγορά της πόλης περικλείεται μεταξύ των οδών Ερμού, Ιουστινιανού και Κομνηνών και οι εμπορικοί δρόμοι με τα μαγαζιά και τα γουναράδικα είναι η Κολοκοτρώνη, η 11ης Νοεμβρίου και η 3ης Σεπτεμβρίου. Κοντά στο Δημαρχείο βρίσκονται οι πλατείες Βαν Φλιτ και Μακεδονομάχω ν (στη δεύτερη λειτουργεί μέχρι το μεσημέρι η ψαραγορά) και ό,τι απέμεινε από το τείχος του Ιουστινιανού. Από την πλατεία Μακεδονομάχων, περπατάς στην οδό Ορεστείων πάνω στην οποία θα δεις γουναράδικα, καταστήματα με σουβενίρ και καφέ.

Πίσω από το κτίριο της Νομαρχίας αξίζει να ανακαλύψεις ένα από τα κρυμμένα μυστικά της Καστοριάς που, όπως συμβαίνει σε πολλές ελληνικές πόλεις, κρατάει υποβαθμισμένο κάθε τι που σχετίζεται με την εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας: τον μεντρεσέ (ιερατική σχολή) που έχει αφεθεί στην τύχη του και οι περισσότερες από τις κωνικές κεραμιδένιες στέγες του είναι καλυμμένες με τσίγκους. Λειτούργησε από το 1820 μέχρι το 1912 και είχε εκτός από τις αίθουσες διδασκαλίας, δωμάτια για τη διαμονή των σπουδαστών. Για την ιστορία, στην Καστοριά υπήρχαν και επτά τζαμιά, το μεγαλύτερο από τα οποία είναι το Κουρσούμ ή Κουρσουμλί τζαμί, στην πλατεία ΙΚΑ, έργο του αρχιτέκτονα Σινάν. Από πίσω του βρίσκονται και τα Τερζάκεια Δημοτικά Λουτρά, παρατημένα και με σπασμένα τα τζάμια τους.