Σε «πόκερ» με τους ομήρους εξελίσσεται η κατάσταση στο Ιράν, καθώς οι Βρετανοί φαίνεται να πληρώνουν, με την απαγωγή των ναυτών και των πεζοναυτών τους, την απαγωγή Ιρανών από Αμερικανούς πριν από μερικούς μήνες στο Ιράκ. Η αιφνίδια απελευθέρωση ενός Ιρανού διπλωμάτη, που αγνοείτο επί δύο μήνες στο Ιράκ, δημιούργησε χθες νέες ελπίδες για την απελευθέρωση των 15 Βρετανών που κρατούνται στο Ιράν.


Α υξάνονται οι ενδείξεις ότι στο αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί με τους Βρετανούς αιχμαλώτους μπορεί σύντομα να βρεθεί κάποια λύση, με την υλοποίηση μιας μυστικής συμφωνίας που φέρεται να έχει συναφθεί μεταξύ Ιράν και Βρετανίας- με τη μεσολάβηση της ιρακινής κυβέρνησης- και με τη συμμετοχή των ΗΠΑ. Η συμφωνία αυτή προβλέπει ανταλλαγή κρατουμένων (παράδοση στην Τεχεράνη των Ιρανών που φέρεται να απήχθησαν από τους Αμερικανούς ενώ βρίσκονταν στο Ιράκ και απελευθέρωση των 15 Βρετανών),

Ο ΤΟΝΙ ΜΠΛΕΡ

Κρίσιμο χαρακτηρίζει ο Βρετανός πρωθυπουργός το προσεχές διήμερο για την αποκλιμάκωση της κρίσης

ωστόσο είναι κάτι που επισήμως αρνούνται Τεχεράνη, Λονδίνο και Ουάσιγκτον ότι ισχύει.

Γεγονός είναι πάντως ότι χθες το απόγευμα, χωρίς καμία προειδοποίηση, αφέθηκε ελεύθερος ο δεύτερος τη τάξει γραμματέας της ιρανικής πρεσβείας στη Βαγδάτη, Τζαλάλ Σαραφί, ο οποίος είχε απαχθεί στις 4 Φεβρουαρίου στην Καράντα, μία σιιτική συνοικία της Βαγδάτης, από τέσσερις ενόπλους που φορούσαν στολές του ιρακινού στρατού. Το Ιράν είχε τότε κατηγορήσει τον αμερικανικό στρατό για την ενέργεια αυτή, λέγοντας πως είχε γίνει στο πλαίσιο της προσπάθειας των ΗΠΑ να βρουν κάποια αφορμή ώστε να εξαπολύσουν επίθεση εναντίον της Τεχεράνης.

Είχε προηγηθεί, στις 11 Ιανουαρίου, η επίθεση που είχε εξαπολύσει ο αμερικανικός στρατός στο προξενείο του Ιράν στο Αρμπίλ, πρωτεύουσα του ιρακινού Κουρδιστάν και η σύλληψη έξι Ιρανών υπαλλήλων εκ των οποίων στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος ένας. Οι Αμερικανοί ισχυρίζονταν ότι οι Ιρανοί είχαν αναπτύξει πλούσια δράση κατά του Ιράκ και των συμμαχικών δυνάμεων, κάτι που το Ιράν αρνείται αποδίδοντας στην Ουάσιγκτον προσπάθεια να καλλιεργήσει κλίμα έντασης με το Ιράν προκειμένου να δικαιολογήσει ενδεχόμενη επίθεση.

Σε κάθε περίπτωση πάντως το τίμημα αυτής της παρτίδας «διπλωματικού πόκερ» φαίνεται προς το παρόν να πληρώνουν οι Βρετανοί… Κρίσιμο χαρακτηρίζει ο Βρετανός πρωθυπουργός το προσεχές διήμερο για την αποκλιμάκωση της κρίσης. Ανταποκρινόμενος σε αυτό που φαντάζει ως μια ηπιότερη προσέγγιση της Τεχεράνης στο θέμα, ο Μπλερ δήλωσε πως η διπλωματική οδός είναι μεν ανοιχτή, έσπευσε όμως να προειδοποιήσει για σκλήρυνση της βρετανικής στάσης εάν δεν αποδώσουν οι διαπραγματεύσεις. Ο Βρετανός πρωθυπουργός υπογράμμισε πως δεν επιζητεί την αντιπαράθεση με το Ιράν, έστειλε όμως σαφές μήνυμα πως εάν οι διαπραγματεύσεις δεν αποδώσουν καρπούς το Λονδίνο θα υιοθετήσει πιο σκληρή στάση.

Μάλιστα η Ουάσιγκτον θα πρέπει να ξανασκεφτεί μια ενδεχόμενη επίθεση στο Ιράν, όπως δήλωσε ο Γιούρι Μπαλουγιέφσκι, αρχηγός του Ρωσικού Γενικού Επιτελείου, απαντώντας σε πληροφορίες του Ρωσικού Ειδησεογραφικού Πρακτορείου ότι οι ΗΠΑ είναι έτοιμες για στρατιωτική επιχείρηση. «Το να προξενήσεις ζημιά στη στρατιωτική και βιομηχανική υποδομή του Ιράν μπορεί να φαντάζει μεν ρεαλιστικό, αλλά το να κερδίσεις τον πόλεμο είναι ανέφικτο- οι συνέπειές του θα επηρεάσουν ολόκληρο τον κόσμο», δήλωσε ο Ρώσος αξιωματούχος.

[ ΓΝΩΜΗ ] Το σύνθημα έδωσαν οι ΗΠΑ


Μία αποτυχημένη αμερικανική απόπειρα να απαχθούν δύο κορυφαίοι Ιρανοί αξιωματικοί ασφαλείας σε μία επίσημη επίσκεψή τους στο Βόρειο Ιράκ, ήταν το έναυσμα που δέκα εβδομάδες αργότερα οδήγησε στο να απαγάγουν οι Ιρανοί 15 Βρετανούς ναυτικούς και πεζοναύτες.

Νωρίς το πρωί της 11ης Ιανουαρίου, αμερικανικές δυνάμεις που επέβαιναν σε ελικόπτερα, πραγματοποίησαν αιφνίδια επιδρομή σε γραφείο που από παλιά είναι γνωστό ότι αποτελεί τον ιρανικό σύνδεσμο στην πόλη Αρμπίλ του ιρακινού Κουρδιστάν. Συνέλαβαν πέντε σχετικά χαμηλόβαθμους Ιρανούς αξιωματούχους τους οποίους οι ΗΠΑ κατηγορούν ότι είναι μυστικοί πράκτορες και τους κρατούν ακόμη.

Στην πραγματικότητα, η αμερικανική επίθεση είχε έναν πολύ πιο φιλόδοξο στόχο. Στόχος της επιδρομής λοιπόν που έγινε χωρίς να ενημερωθούν οι κουρδικές αρχές ήταν, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες, να συλληφθούν δύο άνδρες που βρίσκονται στην καρδιά του ιρανικού οικοδομήματος ασφαλείας.

Η καλύτερη κατανόηση της σοβαρότητας της αμερικανικής δράσης στο Αρμπίλ- και η οργισμένη ιρανική απάντηση σε αυτήν- θα έπρεπε να είχε οδηγήσει τη Ντάουνινγκ Στριτ και το υπουργείο Άμυνας να κατανοήσουν ότι το Ιράν ήταν πιθανό να αντιδράσει, χτυπώντας εναντίον αμερικανικών ή βρετανικών δυνάμεων, όπως είναι οι ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες αναζήτησης του Ναυτικού στον Κόλπο. Οι δύο κορυφαίοι Ιρανοί αξιωματούχοι που οι ΗΠΑ ήθελαν να συλλάβουν ήταν ο Μοχάμεντ Τζαφάρι, ο πανίσχυρος αναπληρωτής επικεφαλής του Ιρανικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, και ο στρατηγός Μινοτζαχάρ Φρουζάντα, ο επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της Ιρανικής Επαναστατικής Φρουράς, σύμφωνα με Κούρδους αξιωματούχους.

Οι δύο άνδρες βρίσκονταν στο Κουρδιστάν σε επίσημη επίσκεψη κατά την οποία συναντήθηκαν πρώτα με τον Ιρακινό πρόεδρο Τζαλάλ Ταλαμπανί και αργότερα με τον Μασούντ Μπαρζανί, πρόεδρο της τοπικής κυβέρνησης του Κουρδιστάν, στο ορεινό του αρχηγείο πάνω από το Αρμπίλ.

Η απόπειρα των ΗΠΑ να απαγάγουν τους δύο υψηλά ιστάμενους Ιρανούς αξιωματούχους ασφαλείας, οι οποίοι συναντούνταν φανερά με τους Ιρακινούς ηγέτες με σκοπό την ανάπτυξη της συνεργασίας των δύο χωρών στον τομέα της διμερούς ασφάλειας, θα αντιστοιχούσε με απόπειρα του Ιράν να απαγάγει τους επικεφαλής της CΙΑ και της ΜΙ6 ενώ εκείνοι θα βρίσκονταν σε επίσημη επίσκεψη σε μία γειτονική χώρα, όπως το Πακιστάν ή το Αφγανιστάν.

Η επιδρομή στο Αρμπίλ ήταν μία πολύ σοβαρή και επιθετική ενέργεια. Δεν πραγματοποιήθηκε από συνεργάτες των Αμερικανών αλλά από τις ίδιες τις αμερικανικές δυνάμεις. Η αποτυχία της προκάλεσε μία επικίνδυνη κλιμάκωση στη διαμάχη μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν που τελικά οδήγησε στη σύλληψη των 15 Βρετανών ναυτικών και πεζοναυτών, οι οποίοι προφανώς θεωρήθηκαν ως ένας πολύ πιο ευάλωτος συμμαχικός στόχος απ΄ ό,τι οι Αμερικανοί σύντροφοί τους.

Στη Δαμασκό η Νάνσι Πελόσι


Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόσι, περιόδευσε χθες στην παλαιά πόλη της Δαμασκού, αμέσως μετά την άφιξή της στη Συρία, όπου σήμερα Τετάρτη θα έχει συνάντηση με τον πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ, επίσκεψη που ο Λευκός Οίκος χαρακτήρισε «κακή ιδέα». Πάντως, κ. Πελόσι που πραγματοποιεί περιοδεία σε χώρες της Μέσης Ανατολής, δήλωσε ότι «δεν έχει αυταπάτες αλλά μεγάλες ελπίδες» όσον αφορά τις συνομιλίες της με τους Σύρους αξιωματούχους, οι οποίες θα επικεντρωθούν στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, στην παρούσα κατάσταση στο Ιράκ και στον Λίβανο. Και ενώ ο Λευκός Οίκος κατέκρινε τις πρωτοβουλίες της κ. Πελόσι, και ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος είπε πως με αυτήν την επίσκεψή της «στέλνει αντιφατικά μηνύματα», τα οποία υπονομεύουν τις προσπάθειες για να απομονωθεί διπλωματικά ο Μπασάρ αλ Άσαντ, Σύροι αξιωματούχοι έλεγαν ότι η επίσκεψή της θα «αποκαταστήσει την ισορροπία» στην αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή.