Παγκόσμιος κώδικας υποκριτικής


Αν τα «κακώς κείμενα» δεν διορθώνονται σε «καλώς κείμενα», είναι γιατί η «επικαιρότητα» παύει να μας απασχολεί μετά την εκπνοή της.

Η προβολή του απαγχονισμού του Σαντάμ Χουσεΐν, που τόση αναστάτωση προκάλεσε, θα είναι σε λίγο – αν δεν είναι ήδη- μια ανάμνηση. Και στην ανάκλησή της- όπως όλες οι αναμνήσεις- θα ταυτίζεται ελάχιστα, ή και καθόλου, με τον ηθικό προβληματισμό που υποτίθεται πως δημιουργούσε το γεγονός της προβολής του απαγχονισμού. Αντίθετα, θα πλεονάζουν τα διακοσμητικά στοιχεία που συνδέονται με τον απαγχονισμό, δηλαδή τι φορούσε ο άνθρωπος που καθόταν δίπλα μας απέναντι στην τηλεόραση ή ποιος ήταν στο τηλέφωνο που χτύπησε εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Η προβολή του απαγχονισμού, αντί να είναι το κύριο θέμα, θα πλαισιώνει άσχετες και επουσιώδεις, όσον αφορά στον ίδιο, λεπτομέρειες, πράγμα που μαρτυράει πως την ώρα της αγανάκτησης και του θυμού ήμασταν ασύστολα ψεύτες. Δεν χρειάζεται να σκεφτεί κανείς όλα αυτά για να μείνει άναυδος με τις αντιδράσεις επίσημων φορέων, όταν διαβάζει πως το Βατικανό χαρακτήρισε ως «τραγικό γεγονός» τον απαγχονισμό ή μάλλον την προβολή του και ότι η Ιταλική Τηλεόραση το ίδιο ακριβώς περιστατικό ως ένα «βάρβαρο θέαμα».

Αν συμβεί να μη σταυροκοπηθεί, θα αναρωτηθεί κανείς: Η Ιταλική Τηλεόραση, όπως όλων των εθνικοτήτων οι τηλεοράσεις, με την αναμφισβήτητη, από πλευράς τους, προβολή μιας «ήπιας» μορφής βαρβαρότητας, δεν προετοίμασαν μεθοδικά την προβολή της ύψιστης, όπως είναι αυτή του απαγχονισμού του Σαντάμ Χουσεΐν; Αιφνίδια τρελάθηκε το σύμπαν και χωρίς να γνωρίζει τι σημαίνει βαρβαρότητα και εκμετάλλευσή της παραστάθηκε σε μια ουρανοκατέβατη εκδοχή της; Όταν η τηλεόραση κατασκευάζει γεγονότα- τέρατα για να εκμεταλλευθεί την προβολή τους, θα γινόταν αιφνίδια σεμνή ενώ είχε έτοιμο κάτι που της εξασφάλιζε την απόλυτη τηλεθέαση;

Όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση «καταδικάζει» την προβολή του απαγχονισμού ή το Βατικανό την χαρακτηρίζει ως «τραγικό» γεγονός, υπάρχει έστω και ένας που να πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έδειξε την αντίστοιχη ευαισθησία σε λιγότερο εντυπωσιακά αλλά εξίσου δραματικά γεγονότα ή ότι το Βατικανό δεν συνετέλεσε με τον τρόπο του, μέσα στην Ιστορία, ώστε να υπάρξουν γεγονότα που επιεικώς θα τα χαρακτήριζε κανείς καταστροφικά; Τι είδους πανουργία και συμπαιγνία είναι αυτή, ώστε κράτη και τα υποτακτικά τους (όσο κριτικά και αν είναι) μέσα μαζικής επικοινωνίας να καταδικάζουν γεγονότα που χάρη στην προβολή τους σιτίζονται πλουσιοπάροχα τα ίδια;

Όταν η προβολή της αποθηρίωσης έχει μεταβληθεί παγκόσμια, λόγω τηλεόρασης, σε καθεστώς , ποιος θα ελέγξει τα όρια των επιτρεπτών ή ανεπίτρεπτων προκειμένου να δημοσιοποιηθούν κλιμακώσεών της;

Μην ξεχνάμε όμως πως όταν μιλάμε για τηλεόραση εννοούμε τηλεθεατές. Είναι δυνατόν οι άνθρωποι να συνειδητοποιούν τη δύναμή τους ως μονάδες όταν πρόκειται να ψηφίσουν και να την αγνοούν όταν με μια κίνησή τους θα έκαναν τη βαρβαρότητα περίπου ανύπαρκτη με το να της στερήσουν την τηλεθέαση; Δεν υπάρχει άνθρωπος που να θέλει συνειδητά να στενοχωριέται, να αγανακτεί και να θυμώνει. Ενώ η γυναίκα του απατά κάποιον, ο τελευταίος κάνει πως το αγνοεί για να μη στενοχωρηθεί με την αναπόφευκτη σύγκρουση. Και ο άνθρωπος αυτός που κωφεύει στο καζάνι που βράζει μέσα στο σπίτι του, αναλαμβάνει ευχαρίστως το μερίδιό του σε έναν ασήκωτο παγκόσμιο θυμό με τη βαρβαρότητα που συνιστά η προβολή του απαγχονισμού του Σαντάμ Χουσεΐν. Η μεγαλύτερη ζημιά που έχει κάνει η τηλεόραση είναι αναμφισβήτητα το γεγονός πως έχει κάνει να αισθάνεται ο καλοβαλμένος μικροαστός ένας «εν δυνάμει» επαναστάτης.

Ο Θανάσης Θ. Νιάρχος είναι ποιητής, συνεκδότης του περιοδικού «Η λέξη».