Δ εν είναι μόνον οι ημέρες που έχουν αρχίσει να μεγαλώνουν εις βάρος της ψυχικής μου ισορροπίας. Κυρίως είναι η αναρχική συμπεριφορά του κλίματος που με κάνει να μελαγχολώ. Αδύνατον να παραδεχθώ ότι ευθύνομαι προσωπικά για την υπερθέρμανση της οδού Μιχαλακοπούλου, όπου περνώ το μισό της ζωής μου.

Πόσω μάλλον που σπανίως χρησιμοποιώ κλιματιστικό, κινητό και καλλυντικά σε σπρέι, ενώ στην καθημερινή μου ζωή είναι πλέον καθεστώς ο ηλιακός θερμοσίφωνας και η τακτική ανακύκλωση οποιουδήποτε υλικού είναι δυνατόν να ανακυκλωθεί. Οπότε, τι φταίω η έρμη να υποστώ την ερημοποίηση; Το ξέρω ότι πρόκειται περί μεγάλης ανωμαλίας, αλλά ανήκω στο σπάνιο είδος των ανθρώπων που αγαπούν τον χειμώνα και αποστρέφονται το καλοκαίρι. Είμαι ούτως ειπείν μια ανάποδη αρκούδα που χαυνώνεται με τη ζέστη και ξυπνάει με το κρύο. Ένα δέντρο της συμφοράς που φυλλοβολεί το καλοκαίρι και τον χειμώνα παίρνει τ΄ απάνω του. Η μελαγχολία μου αρχίζει την 25η Μαρτίου ανυπερθέτως και λήγει, καλώς εχόντων των πραγμάτων, την 28η Αυγούστου. Ονειρεύομαι μια πραγματική χειμωνιάτικη μέρα, όπως ο πεινασμένος ονειρεύεται καρβέλια. Το κρύο με οριοθετεί, με οργανώνει, μου δίνει την ευεξία που χρειάζομαι για να λειτουργήσω ελεύθερα, χωρίς τους καταναγκασμούς του θέρους, που σχεδόν με υποχρεώνει «να περνάω καλά» και να είμαι «χαλαρή», δηλαδή να καμώνομαι πως μου συμβαίνει.