ΔΕΚΑΤΕΣΣΕΡΙΣ ΜΗΝΕΣ μετά την έναρξη της δίκης για την υπόθεση της κακοδιαχείρισης του Παντείου, ο πρώην πρύτανης του ιδρύματος Δημήτρης Κώνστας απολογούμενος περιέγραψε την ακαδημαϊκή του πορεία αλλά και τον τρόπο λειτουργίας του πανεπιστημίου, για να καταδείξει επικαλούμενος συγκεκριμένα στοιχεία ότι «δεν είμαι ο εγκληματίας που με παρουσιάζει το βούλευμα».

«Ουδέποτε τέθηκε υπ΄ όψιν μου γραπτώς ή προφορικώς ότι υπάρχει ζήτημα οικονομικών ατασθαλιών ή οικονομικής δυσλειτουργίας με ποινικές προεκτάσεις κατά τη διάρκεια της θητείας μου. Τώρα πια που κάνω την αυτοκριτική μου, σας λέω ότι έπρεπε να ήμαστε πιο προσεκτικοί. Αν ήξερα όμως τι επρόκειτο να συμβεί, να είστε βέβαιοι θα είχα ασχοληθεί μόνο με τα οικονομικά θέματα του Παντείου», είπε ο Δ. Κώνστας απευθυνόμενος στους δικαστές του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών.

Ιδιαίτερο κεφάλαιο στην απολογία του πρώην πρύτανη αποτέλεσε ο τρόπος που έγινε η προδικασία, με βάση την οποία 17 κατηγορούμενοι (σ.σ. ο 18ος απεβίωσε κατά τη διάρκεια της πολύμηνης διαδικασίας) παραπέμφθηκαν στο εδώλιο. «Δεν είχα καμία εμπλοκή στην προδικασία και στους ελέγχους που έγιναν για την υπόθεση, κανείς ποτέ δεν με κάλεσε ως μάρτυρα μέχρι τον Ιούλιο του 2004 που πήρα την κλήση προς απολογία», πρόσθεσε χαρακτηρίζοντας «επώδυνη την εμπειρία μου από την οποία έχω υποστεί πρωτοφανή ηθική, κοινωνική και οικονομική εξόντωση».

Μίλησε ακόμη για παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας των κατηγορουμένων. «Φτάσαμε εδώ με τη στάμπα του καταδικασμένου. Μας είχαν επιβληθεί εγγυήσεις 120.000, 300.000

και 400.000 ευρώ. Αυτά τα χρήματα είναι προκαταβολή ποινής. Γιατί άραγε έπρεπε να επιβληθούν τέτοια δρακόντεια μέτρα; θα δραπέτευα;», είπε ο κ. Κώνστας φανερά φορτισμένος.

Στη συνέχεια επιχείρησε να αντικρούσει τις κατηγορίες αντλώντας στοιχεία και παραδείγματα από τη διάρκεια της θητείας του που έδειχναν πως ούτε ο ίδιος ούτε άλλοι εκπρόσωποι των πρυτανικών αρχών ήταν σε θέση να γνωρίζουν για τις οικονομικές ατασθαλίες που τους έφεραν μέχρι το εδώλιο.