Ο Τζορτζ Πελεκάνος στήνει αριστοτεχνικά την ιστορία του. Δεν χαρίζεται σε κανέναν. Έχει θετικούς και αρνητικούς ήρωες, αλλά όχι καλούς και κακούς. Οι ντετέκτιβ δεν είναι άγγελοι, είναι άνθρωποι με αδυναμίες, με σκληρότητα χαρακτήρα και με εσωτερικούς δαίμονες. Ο συγγραφέας τους παρακολουθεί από κοντά: όχι μόνο στην επαγγελματική τους συμπεριφορά αλλά και στην καθημερινότητά τους.

Στις σχέσεις τους με γυναίκες που αγάπησαν, με περιστασιακές ερωμένες, αλλά και με γονείς και παιδιά, όταν υπάρχουν. Στην πιο ακραία βιαιότητα, αλλά και στην αφοπλιστική τρυφερότητα ορισμένων στιγμών τους. Αλλά αυτό που ενδιαφέρει κυρίως τον Πελεκάνο είναι τα κίνητρα των πράξεων. Το αβυσσαλέο φυλετικό μίσος, η προσπάθεια των κοντών να αποδείξουν ότι είναι ψηλοί και των ψηλών ότι είναι κυρίαρχοι. Μία δαρβινική ανθρωπογεωγραφία που μυρίζει μπαρούτι, μία μάχη διαρκής και ύπουλη που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τους πραγματικούς πολέμους που κηρύσσει η κυβέρνησή τους.

Κάποια στιγμή, ο Ντέρεκ Στρέιντζ το λέει καθαρά. Σ΄ αυτές τις γειτονιές, τα παιδιά είναι το ίδιο επικίνδυνα με τους μεγάλους. «Όλοι μπορούν να τραβήξουν την σκανδάλη ενός όπλου». Ο τόπος που γεννήθηκαν αυτά τα παιδιά, λέει, και τα παραδείγματα από τα μεγαλύτερα παιδιά γύρω τους, είναι οι παράγοντες που αποφασίζουν για το μέλλον τους. Υπάρχει λύση; Να νομιμοποιηθούν τα ναρκωτικά, λέει ο ντετέκτιβ.

Και να απαγορευτούν τα όπλα. Ξέρει βέβαια ότι ο πολιτικός που θα υποστηρίξει κάτι τέτοιο έχει καταστρέψει την καριέρα του.