Τα μεσαία SUV γνωρίζουν ολοένα μεγαλύτερη ζήτηση, καθώς προσφέρουν επαρκείς χώρους σε συνδυασμό με σχετικά «σεμνές» εξωτερικές διαστάσεις. Επίσης, κινούνται με άνεση στην άσφαλτο, διαθέτουν αξιοπρεπείς δυνανότητες στο χώμα και οι καταναλώσεις τους δεν μπορούν να χ αρακτηριστούν εξωπραγματικές, αν και τσιμπημένες, κάτι που ισχύει και για τις τιμές τους. Επόμενο είναι λοιπόν να προκαλεί μεγάλο ενδιαφέρον η σύγκριση τεσσάρων τέτοιων δημοφιλών μοντέλων!
▅ Μπορεί να πέρασαν τα Χριστούγεννα και το ερώτημα «ποιο έλατο να διαλέξω;» να μην έχει πλέον καμία αξία, όμως και τη νέα χρονιά αναμένεται να συνεχιστεί η τάση για περισσότερες πωλήσεις στην κατηγορία των τετρακίνητων μοντέλων ελεύθερου χρόνου ή SUV, όπως έχει καθιερωθεί να ονομάζονται. Οι κατασκευαστές δεν θέλουν βεβαίως να μείνουν έξω από τον χορό, γι΄ αυτό και συνεχώς «φυτεύουν νέα δέντρα» σε αυτήν, με αποτέλεσμα να γίνεται δυσκολότερη η τελική επιλογή μεταξύ τους.

Για να σας διευκολύνουμε, συγκρίναμε τέσσερα τετρακίνητα SUV, καθένα από τα οποίαπροέρχεται από διαφορετική «σχολή». Τη γερμανικά, την ιαπωνική, την κορεάτικη αλλά και την «αμερικανική». Πρόκειται για τη βασική έκδοση της ΒΜW Χ3 με δίλιτρο κινητήρα 150 ίππων, που κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες εμφανώς ανανεωμένη και αναβαθμισμένη στην ελληνική αγορά και φιλοδοξεί να καλύψει τις απαιτήσεις ενός αγοραστικού κοινού με προτεραιότητα τη σπορτίβ αίσθηση οδήγησης.

Το Chevrolet Captiva 2.4 αποτελεί μια εντελώς νέα πρόταση στην κατηγορία, αποδίδει 136 ίππους και δίνει προτεραιότητα στην άνεση, ενώ μπορεί να παραγγελθεί εκτός από 5θέσιο και 7θέσιο. Το ίδιο ισχύει και για το Ηyundai Santa Fe με κινητήρα 2,7 λίτρων και 189 ίππους, το οποίο διατίθεται σε ιδιαίτερα ελκυστικές τιμές με βάση τις προδιαγραφές του. Τέλος δεν θα μπορούσε να λείψει από τη δοκιμή μας ο απόγονος του ιδρυτή της κατηγορίας των κόμπακτ SUV, δηλαδή το νέο Τoyota RΑV4, που κυκλοφόρησε μέσα στο 2006 και αποδίδει στη δίλιτρη εκδοχή του 152 ίππους.

Η ΒΜW Χ3 2.0

Η ΒΜW Χ3 2.0 κυκλοφορεί εδώ και λίγο διάστημα με ανανεωμένη εμφάνιση, αν και μόνον οι μυημένοι θα ανακαλύψουν με την πρώτη ματιά τις οπτικές διαφοροποιήσεις της σε σύγκριση με το απερχόμενο μοντέλο. Σε κάθε περίπτωση δείχνει πάντως πολυτελέστερη και δυναμικότερη, καθώς διαθέτει μεταξύ άλλων προφυλακτήρες βαμμένους στο χρώμα του αμαξώματος και ένα εσωτερικό με σαφώς πιο μοντέρνο χαρακτήρα. Οι Βαυαροί αντικατέστησαν επίσης το μεγαλύτερο τμήμα των σκληρών πλαστικών με άλλα πιο ποιοτικά και ευχάριστα στην αφή, ενώ και το φινίρισμα του όμορφου κόκπιτ κερδίζει τους υψηλότερους βαθμούς μεταξύ των τεσσάρων μοντέλων της δοκιμής μας.

Όπως αναφέραμε και αρχικά, η Χ3 εκπροσωπεί κυρίως τη σχολή των σπορτίβ SUV, γεγονός που σημαίνει ότι οι χώροι της δεν μπορούν να χαρακτηριστούν κορυφαίοι, ενώ και η μεταβλητότητα του σαλονιού της δεν ξεπερνά τα απολύτως αναγκαία και αυτονόητα. Με άλλα λόγια εμπρός και πίσω βολεύεσαι απλώς ικανοποιητικά, χωρίς όμως να στριμώχνεσαι και τα πίσω καθίσματα μόνον αναδιπλώνονται και διαιρούνται χωρίς να υπάρχει κάποια άλλη δυνατότητα μετατροπής τους. Από την άλλη οφείλουμε να τονίσουμε ότι το μικρότερο SUV της γερμανικής εταιρείας εφοδιάζεται με τα πιο καλοσχεδιασμένα καθίσματα του «κουαρτέτου» μας, τα οποία δεν κουράζουν και στηρίζουν αποτελεσματικά το σώμα στις στροφές.

Ο δίλιτρος κινητήρας αποδίδει 150 ίππους και είναι προφανές ότι αποτελεί τέκνο ανάγκης, καθώς οι επιδόσεις του κρίνονται απλώς επαρκείς, χωρίς να ενθουσιάζουν. Αυτό ισχύει τόσο για τις επιταχύνσεις από στάση, όσο και από τις ρεμπρίζ (επιταχύνσεις σε κίνηση), οπότε απαιτούνται συχνά κατεβάσματα ταχυτήτων για να κινηθείς με σχετική σβελτάδα. Ευτυχώς πάντως που η αλλαγή ταχυτήτων συντελείται χωρίς πρόβλημα, χάρη στο σαφέστατο σαζμάν με τις έξι σχέσεις. Λίγο πάνω από τον μέσο όρο κυμαίνεται και η κατανάλωση καυσίμου με 9,5 λίτρα ανά 100 χλμ., ενώ εξαιρετικών προδιαγραφών αποδεικνύονται τα δυνατά φρένα, που ακινητοποιούν την Χ3 έπειτα από 36,8 μ. από ταχύτητα 100 χλμ. /ώρα. Το ακριβές τιμόνι και τα υψηλότατα περιθώρια πρόσφυσης στις στροφές, τις οποίες καταπίνει με χαρακτηριστική ευκολία η ΒΜW Χ3, συμπληρώνουν τη δυναμική εικόνα της στον δρόμο. Το αντίτιμο μεταφράζεται σε αρκετά έντονους κραδασμούς, που περνούν στο εσωτερικό της, αν και η κατάσταση έχει βελτιωθεί σε σχέση με την απερχόμενη Χ3, η οποία ήταν υπερβολικά σκληρή.

Όποιος λοιπόν δίνει προτεραιότητα σε ένα αποτελεσματικό φιλτράρισμα κραδασμών, μάλλον θα πρέπει να διαγράψει την Χ3 από την ατζέντα του. Τα ίδια ισχύουν και για όσους δεν είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν αρκετά πάνω από τον μέσο όρο της κατηγορίας για να αγοράσουν ένα μεσαίο SUV. Οι τιμές της Χ3 περνούν τον Ρουβίκωνα των 40.000 ευρώ (για την ακρίβεια αρχίζουν από 41.400

ευρώ) και κρίνονται σίγουρα τσιμπημένες, αν και συνδυάζονται με πλήρη εξοπλισμό ασφάλειας. Όμως τα επιπρόσθετα αξεσουάρ κοστίζουν ακριβά και η εργοστασιακή εγγύηση περιορίζεται στα- υποχρεωτικά- δύο χρόνια.

Το Chevrolet Captiva

Το Captiva φέρει μεν την ονομασία Chevrolet, δεν προέρχεται όμως από τις ΗΠΑ, αλλά από την Κορέα, όπου σχεδιάστηκε, εξελίχθηκε και κατασκευάζεται. Η βασική του έκδοση εφοδιάζεται με κινητήρα 2,4 λίτρων που αποδίδει μόνον 136 ίππους, κάτι που ισχύει και για το αδελφό μοντέλο Οpel Αntara. Το νέο SUV της Chevrolet διαθέτει μαζί με το Ηyundai Santa Fe τις μεγαλύτερες εξωτερικές διαστάσεις, όμως αυτό δεν αντικατοπτρίζεται και στο εσωτερικό του και πιο συγκεκριμένα στους χώρους για τους πίσω επιβάτες, οι οποίοι είναι οι μικρότεροι μετά από τους αντίστοιχους του Τoyota RΑV4. Αιτία η δυνατότητα παραγγελίας του Captiva ως επταθέσιο με μία τρίτη σειρά καθισμάτων, οπότε έπρεπε να γίνει μία ανάλογη κατανομή των χώρων ώστε να βολεύονται όλοι. Αυτό έχει πάντως ως αποτέλεσμα την ύπαρξη του μεγαλύτερου χώρου φόρτωσης με όγκο που φθάνει στην ιδανική περίπτωση τα 1.850 λίτρα. Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι η αναδίπλωση των καθισμάτων γίνεται με μία απλή κίνηση και χωρίς κανέναν βαθμό δυσκολίας.

Αισθητικά το Captiva κερδίζει αμέσως τις εντυπώσεις χάρη στις μοντέρνες γραμμές του και στις επιβλητικές διαστάσεις του. Όμορφος είναι και ο σχεδιασμός του κόκπιτ, καθώς επίσης μας άρεσαν τα ποιοτικά πλαστικά του με εξαίρεση το φθηνό κάλυμμα του ντουλαπιού στην κορυφή της κεντρικής κονσόλας.

Είναι προφανές ότι οι 136 ίπποι του τετρακύλινδρου κινητήρα ζορίζονται από το βάρος του