Ο Ινδός Λακσμί Μιττάλ, τρίτος πλουσιότερος επιχειρηματίας στον κόσμο και

επικεφαλής τής μεγαλύτερης χαλυβουργίας, προσπαθεί να εξαγοράσει, έναντι 23

δισεκατομμυρίων δολαρίων, τον όμιλο Arcelor, τον μεγαλύτερο ανταγωνιστή του.

Λακσμί Μιττάλ. H «Ουώλ Στρητ Τζέρναλ» τον παρομοίασε με τον Άντριου Κάρνεγκι,

τον ιδρυτή του χαλυβουργικού τραστ του Πίτσμπουργκ

Στόχος του είναι να δημιουργήσει ένα μεγαθήριο της χαλυβουργίας το οποίο θα

διαχειρίζεται το 10% του συνολικού όγκου χάλυβα που χρησιμοποιεί ο πλανήτης.

Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Forbes com., o 55χρονος Μιττάλ «αξίζει» σήμερα 25

δισ. δολάρια, ένα ποσό που ξεπερνούν μόνον ο ιδρυτής τής Microsoft Μπιλ Γκέητς

(46,5 δισ.) και ο Ουώρεν Μπάφφετ του επενδυτικού ταμείου Berkshire Hathaway

(44 δισ.).

Ο Λακσμί Νίβας Μιττάλ, ο οποίος έχει πάρει το όνομά του από την ινδουιστική

θεότητα της ευημερίας και του πλούτου, γεννήθηκε σ’ ένα χωριό στην έρημο του

Ρατζαστάν, στη Βόρεια Ινδία. Στο χωριό δεν υπήρχε ηλεκτρικό κι εκείνος άρχισε

να δουλεύει στο μικρό χαλυβουργείο τού πατέρα του στην Καλκούτα. Το 1976 η

οικογένεια Μιττάλ μετανάστευσε στην Ινδονησία, όπου ο Λακσμί ίδρυσε την πρώτη

επενδυτική εταιρεία του και άρχισε να εξαγοράζει κρατικά χαλυβουργεία και να

τα εξυγιαίνει με μια εντυπωσιακή ευκολία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980,

κατάφερε μέσα σ’ έναν χρόνο να διπλασιάσει την παραγωγή και να κάνει κερδοφόρο

ένα εργοστάσιο στο Τρινιντάντ και Τομπάγκο που έχανε ένα εκατομμύριο δολάρια

την ημέρα. H μέθοδός του ήταν να μειώνει το κόστος, να εκμεταλλεύεται

οικονομίες κλίμακας και να παράγει προϊόντα υψηλότερης αξίας. H «Ουώλ Στρητ

Τζέρναλ» τον παρομοίασε με τον Άντριου Κάρνεγκι, τον ιδρυτή του χαλυβουργικού

τραστ του Πίτσμπουργκ κατά τον 19ο αιώνα. Ακολούθησαν επιχειρήσεις στο Μεξικό,

τον Καναδά, την Ιρλανδία, τη Γερμανία, το Καζαχστάν, τη Ρουμανία, αλλά και

στις ΗΠΑ, όπου εξαγόρασε εργοστάσια στο Σικάγο. Τον Οκτώβριο 2004, ο αρχικός

όμιλος Ispat («ατσάλι» στα σανσκριτικά) μετονομάστηκε σε Mittal Steel και ήταν

ο πρώτος παραγωγός χάλυβα στον κόσμο, απασχολώντας 165.000 ανθρώπους σε 14

χώρες.

Στον Μιττάλ δεν αρέσει η δημοσιότητα («η ημέρα που θα επιδιώξεις τη

δημοσιότητα είναι η ημέρα που θ’ αρχίσει η πτώση σου», του έλεγε ο πατέρας

του), ωστόσο έχει τραβήξει επανειλημμένα τα φώτα της. Τον Ιούνιο 2004, για τον

γάμο της κόρης του, της Βανίσα (έχει κι έναν γιο, τον Αντίτια), μίσθωσε τον

πύργο Βω-λε-Βικόντ στη Γαλλία, ενώ για την τελετή, που έγινε στα ανάκτορα των

Βερσαλλιών, ξόδεψε 55 εκατ. δολάρια. Ζει στο Κένσινγκτον του Λονδίνου σε μια

έπαυλη που αγόρασε 100 εκατ. δολάρια. Ο Τόνυ Μπλαιρ είχε επίσης κατηγορηθεί

πως τον βοήθησε, παρεμβαίνοντας στη ρουμανική κυβέρνηση, να βάλει χέρι στη

ρουμανική χαλυβουργία, αφού ο Μιττάλ δώρισε 125.000 στερλίνες στο Εργατικό

Κόμμα. Το Λόντον Σκουλ οφ Εκονόμικς έχει κατηγορήσει εξάλλου τον επιχειρηματία

ότι υπαναχώρησε σε δωρεά 200.000 στερλινών που είχε υποσχεθεί, όταν η κόρη του

απορρίφθηκε στις εισαγωγικές του φημισμένου Πανεπιστημίου.