Την κατηγορηματική άρνησή του να ομιλεί για λογαριασμό του οποιοσδήποτε

συνήγορος άλλων κατηγορουμένων ή να τον εκπροσωπούν οι διορισμένοι δικηγόροι

εξέφρασε χθες, στη δίκη της 17 Νοέμβρη, ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος.

Με επιστολή του, την οποία διαβίβασε στον πρόεδρο του δικαστηρίου Διονύση

Βερτέλη, κάνει λόγο για «κατ’ επίφαση δίκη» υπενθυμίζοντας ότι από την 20ή

Δεκεμβρίου 2005 αποχώρησε από τη διαδικασία και πως ανακάλεσε τότε την εντολή

του στους συνηγόρους του Γιάννη Ραχιώτη και Κώστα Χρυσικόπουλο. Απευθυνόμενος

δε προς την έδρα του Πενταμελούς Εφετείου σημειώνει: «Δεν με εκπροσωπούν οι

δικηγόροι που διορίσατε ούτε δικαιούται οποιοσδήποτε παράγοντας αυτής της

διαδικασίας να μιλά για λογαριασμό μου. Για κάθε νομικό ζήτημα που με αφορά –

έξω απ’ αυτή την κατ’ επίφαση δίκη – εξακολουθώ να εκπροσωπούμαι από τους

δικηγόρους που εγώ διόρισα αρχικά».

Στο μεταξύ για μία ακόμη μέρα η υπεράσπιση επέμεινε στην άποψη ότι είναι

άκυρες και παράνομες οι προανακριτικές καταθέσεις των κατηγορουμένων για

συμμετοχή στη 17 Νοέμβρη. Για το ίδιο θέμα παρενέβη και ο Ηρακλής Κωστάρης, ο

οποίος αναφέρθηκε στις πρώτες ημέρες της σύλληψής του και στην ανάκρισή του

από την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, το καλοκαίρι του 2002, θεωρώντας τες

«προανακριτικές ομολογίες κατασκευασμένες και άκυρες» και λέγοντας πως «τα

ίδια έκαναν σε όλους».

«Απειλές». Παίρνοντας τον λόγο ο Ηρακλής Κωστάρης υποστήριξε ότι «από

την πρώτη στιγμή άρχισαν οι απειλές και οι εκβιασμοί» και ότι ο ίδιος άρχισε

να ζητά επίμονα δικηγόρο. «Τα έγραψα και σε κάποιο χαρτί αλλά το μόνο που

άκουσα σ’ όλη την ανάκριση ήταν ότι δεν δικαιούμαι δικηγόρο», δήλωσε ο

κατηγορούμενος για συμμετοχή στη 17 Νοέμβρη. Όταν δε ρωτήθηκε από τον πρόεδρο

του δικαστηρίου γιατί στην προανακριτική ομολογία του και στην ερώτηση των

Αρχών «εάν επιθυμεί να κάνει χρήση των δικαιωμάτων του» φέρεται να απάντησε

γραπτώς ότι «δεν το επιθυμεί», ο Ηρακλής Κωστάρης απάντησε ότι δεν γνωρίζει

πώς γράφτηκε η απάντηση και ότι η πρώτη του επαφή με δικηγόρο έγινε στο

γραφείο της ανακρίτριας.

Το κατηγορητήριο. Πάντως για τον ίδιο, ο κυριότερος λόγος – όπως είπε –

που χαρακτηρίζει «άκυρες και κατασκευασμένες τις προανακριτικές ομολογίες» που

τον αφορούν είναι το κατηγορητήριο που του αποδόθηκε από την Αντιτρομοκρατική:

«Το αρχικό στημένο κατηγορητήριο», συμπλήρωσε, «ήταν 22 κατηγορίες χωρίς το

παραμικρό στοιχείο παρά μόνο τις κατασκευασμένες ομολογίες. Κι αυτό

αποδείχθηκε περίτρανα αφού αθωώθηκα, είτε από το Συμβούλιο Εφετών είτε από το

πρωτόδικο δικαστήριο για 17 απ’ αυτές. Θεωρώ δε ότι θα είχα αθωωθεί και από

τις υπόλοιπες αν δεν υπήρχαν λόγοι σκοπιμότητας που ήθελαν να είμαι εδώ αλλά

και το τρομοϋστερικό κλίμα της εποχής».