Ο ΦΟΒΟΣ της τρομοκρατίας παραμένει διάχυτος και είναι ιδιαίτερα έντονος

στην Ιταλία και τη Δανία, δύο χώρες που κατονομάστηκαν ως στόχοι λίγο μετά τις

επιθέσεις στο Λονδίνο από τη «Μυστική Οργάνωση του Τζιχάντ της Αλ Κάιντα στην

Ευρώπη». Ο Ιταλός υπουργός Εσωτερικών, Τζουζέπε Πιζάνου, δήλωσε χθες ότι η

«τρομοκρατία χτυπά την πόρτα της Ιταλίας» και κάλεσε το Κοινοβούλιο της χώρας

να προβεί σε νομοθετικές διορθώσεις, «μέσα στο πλαίσιο των συνταγματικών

ελευθεριών», ώστε να προστατεύσει τους πολίτες. Μεταξύ άλλων, ο Πιζάνου

πρότεινε να αυξηθεί από 12 σε 24 ώρες η κράτηση των υπόπτων, να χορηγείται

άδεια παραμονής σε όσους συνεργάζονται με τις Αρχές παρέχοντας πληροφορίες για

την τρομοκρατία, να κατάσχονται -προληπτικά -τα περιουσιακά στοιχεία ατόμων

για τα οποία υπάρχουν υποψίες ότι χρηματοδοτούν τρομοκρατικές οργανώσεις και

να αυξηθούν τα κονδύλια για την περιφρούρηση των Χειμερινών Ολυμπιακών που θα

πραγματοποιηθούν στο Τορίνο το 2006. Οι ιταλικές αρχές έχουν ήδη λάβει

αυξημένα μέτρα ασφαλείας σε πολλούς πιθανούς στόχους ανά τη χώρα.

Σε ένα ανάλογο κλίμα ανησυχίας ζουν και οι κάτοικοι της Δανίας. Τα στοιχεία

δημοσκόπησης μάλιστα έδειξαν χθες ότι σε ποσοστό 75% φοβούνται ενδεχόμενη

επίθεση ισλαμιστών εντός του έτους: σε δημοσκόπηση που είχε διεξαχθεί τον

περασμένο Σεπτέμβριο, το ποσοστό αυτό δεν ξεπερνούσε το 50%. Παρόλα αυτά, οι

Δανοί σε ποσοστό 50% εξακολουθούν να πιστεύουν πως η χώρα τους δικαίως

υποστήριξε τον πόλεμο στο Ιράκ ενώ επτά στους δέκα πολίτες επιθυμούν την

παραμονή στο Ιράκ των 530 Δανών στρατιωτών που βρίσκονται εκεί.

Ιδιαίτερα ανήσυχο για την πιθανότητα ενός νέου τρομοκρατικού χτυπήματος

δηλώνει και το 25% των Αμερικανών. Στη Γερμανία, όμως, έντονες αντιδράσεις

προκάλεσε το σχέδιο που περιλαμβάνουν οι αντιπολιτευόμενοι Χριστιανοδημοκράτες

στο εκλογικό τους πρόγραμμα, να δοθούν στον γερμανικό στρατό διευρυμένα

δικαιώματα να προστατεύει τη χώρα από τρομοκρατικές απειλές. Το γερμανικό

σύνταγμα, που καταρτίστηκε το 1949 με νωπά τα διδάγματα από την περίοδο της

ναζιστικής κυριαρχίας, κάνει έναν αυστηρό διαχωρισμό μεταξύ Αστυνομίας και

Στρατού. Στην πρόταση των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών αντέδρασε έντονα τόσο ο

υπουργός Εσωτερικών Ότο Σίλι, που δήλωσε ότι μια τέτοια κίνηση θα έδινε στους

Γερμανούς από ψυχολογική πλευρά την εντύπωση ότι βρίσκονται διαρκώς σε

κατάσταση έκτακτης ανάγκης, όσο και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες, πιθανοί εταίροι

των Χριστιανοδημοκρατών σε περίπτωση που δικαιωθούν οι προβλέψεις για νίκη

τους στις εκλογές του προσεχούς Σεπτεμβρίου.