Ο πρωθυπουργός της Κίνας, Wen Jiabao, ολοκλήρωσε πρόσφατα την τετραήμερη

επίσημη επίσκεψή του στην Ινδία. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης αυτής

υπεγράφησαν 11 συμφωνίες, στις οποίες περιλαμβάνεται και αυτή για πενταετή

στρατηγική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών. Επίσης, ο Wen ανακοίνωσε πως η

Κίνα θα υποστηρίξει την υποψηφιότητα της Ινδίας για την ανάληψη μόνιμης θέσης

στο διευρυμένο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και αντιτάχθηκε στην υποψηφιότητα

της Ιαπωνίας (την οποία υποστηρίζουν οι ΗΠΑ) για την ίδια θέση.

H Κίνα και η Ινδία μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό παγκόσμιο ρόλο, καθώς

πρόκειται για τις χώρες με τον μεγαλύτερο πληθυσμό και τους υψηλότερους

ρυθμούς ανάπτυξης. Αν και οι δύο ανήκουν στις αναπτυσσόμενες οικονομίες –

καθώς σημαντικό μέρος του πληθυσμού τους εξακολουθεί να ζει κάτω από το όριο

της φτώχειας – έχουν τεράστια ανάπτυξη στις νέες τεχνολογίες, τόσο στον

κοινωνικό όσο και στον στρατιωτικό τομέα. Όπως δήλωσε, άλλωστε, ο Ινδός

πρωθυπουργός Manmohan Singh κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Wen, «η Ινδία

και η Κίνα μπορούν μαζί να αλλάξουν την παγκόσμια τάξη πραγμάτων».

Στροφή στις σχέσεις τους

H πρόσφατη προσέγγιση των δύο χωρών σηματοδοτεί μια μεγάλη αλλαγή στις σχέσεις

τους, που μέχρι πριν από λίγο καιρό χαρακτηρίζονταν από εχθρότητα. H εχθρότητα

αυτή είχε κορυφωθεί μετά τον πόλεμο του 1962 με αφορμή τα σύνορα στα Ιμαλάια.

Όταν, το 1988, η Ινδία πραγματοποίησε δοκιμές πυρηνικών όπλων, η ινδική

κυβέρνηση θεωρούσε την Κίνα τον πιο σημαντικό εχθρό της.

Στις πιο πρόσφατες επισκέψεις μου, όμως, ανακάλυψα ότι οι Ινδοί ήθελαν να

πάρουν γνώσεις από τους Κινέζους. Οι δύο χώρες-γίγαντες έχουν πια στενές

εμπορικές σχέσεις, καθώς η αξία των εμπορευμάτων που διακινούνται μεταξύ τους

εκτοξεύτηκε από 100 εκατ. δολάρια το 1994 σε σχεδόν 14 δισ. δολάρια το 2004.

Μάλιστα, ο υπουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας της Ινδίας εκτιμά ότι το ποσό

αυτό θα διπλασιαστεί μέχρι το τέλος της δεκαετίας.

H προσέγγιση ΗΠΑ – Ινδίας

Λίγο πριν από την επίσκεψη του Κινέζου πρωθυπουργού, η Ινδία υποδέχτηκε την

υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Κοντολίζα Ράις. Από την εποχή του Κλίντον, οι ΗΠΑ

θέλησαν να συνάψουν ισχυρή συμμαχία με την Ινδία

Λίγο πριν από την επίσκεψη του Κινέζου πρωθυπουργού, η Ινδία φιλοξένησε την

υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Κοντολίζα Ράις. Επί προεδρίας Κλίντον, αλλά κυρίως

επί των ημερών του Τζορτζ Μπους, οι ΗΠΑ θέλησαν να συνάψουν ισχυρή συμμαχία με

την Ινδία. H προσέγγιση αυτή φάνηκε να απειλείται από τις επιθέσεις της Αλ

Κάιντα στις ΗΠΑ, που οδήγησε την Ουάσιγκτον στην απόφαση να συνάψει στενές

σχέσεις με το Πακιστάν. Οι ΗΠΑ, όμως, διαβεβαίωσαν την Ινδία ότι

αντιμετωπίζουν έναν κοινό εχθρό, την τρομοκρατία, και ότι η κόντρα Ινδίας –

Πακιστάν, από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, πρέπει να ξεπεραστεί. H Ράις

φρόντισε να το ξεκαθαρίσει αυτό κατά τη διάρκεια της επίσκεψής της, τον

Μάρτιο, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για στρατηγική συνεργασία αλλά και για τη

σύναψη εμπορικών σχέσεων. Αυτές οι εμπορικές σχέσεις είναι δυνατόν να

οικοδομηθούν στους τομείς της ανάπτυξης υψηλής τεχνολογίας, των πυρηνικών,

αλλά και της συμπαραγωγής πολεμικών αεροσκαφών όπως τα F-16 και τα F-18.

Αμέσως μετά την επίσκεψη της Ράις, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι θα πουλήσουν F-16

στο Πακιστάν. H ανακοίνωση αυτή προκάλεσε τις αντιδράσεις της Ινδίας, οι

οποίες όμως ήταν περιορισμένες σε σύγκριση με προηγούμενες. Μια εξήγηση είναι

ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξέδωσε παράλληλα ανακοίνωση πως οι ΗΠΑ θα βοηθήσουν

την Ινδία να αποτελέσει μια από τις ισχυρές δυνάμεις του πλανήτη τον 21ο

αιώνα.

Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που προσδιορίζουν τη στάση αυτή των ΗΠΑ απέναντι

στην Ινδία. Δηλώσεις του τύπου «οι δύο μεγαλύτερες δημοκρατίες του κόσμου»

(ΗΠΑ και Ινδία) δεν είναι κάτι καινούργιο, αλλά εντάσσονται πλήρως στο νέο

δόγμα της κυβέρνησης Μπους. Άλλωστε, η ινδική μειονότητα στις ΗΠΑ, που

διαδραματίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, έχει

σημαντική επιρροή. Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η πρόοδος των συνομιλιών

μεταξύ των δύο πλευρών για διμερείς εμπορικές συμφωνίες που συνδέονται με την

αναπτυξιακή έκρηξη στην Ινδία. Υπάρχει, άλλωστε, και στρατηγικό ενδιαφέρον, το

οποίο υπαγορεύεται από την αύξηση της κινεζικής ισχύος και την παγκόσμια

τρομοκρατία.

Τη φοβούνται

H ανάπτυξη της Κίνας αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην πολιτική σκηνή του

21ου αιώνα. H κινεζική οικονομία έχει τριπλασιαστεί σε μέγεθος τις τελευταίες

δύο δεκαετίες, αυξάνοντας παράλληλα τη στρατιωτική ισχύ της χώρας. Μπορεί η

Ινδία και οι ΗΠΑ να επιδιώκουν να έχουν στενότερες εμπορικές και άλλες σχέσεις

με την Κίνα, αλλά και οι δύο φοβούνται την ανερχόμενη δύναμη με τον μεγαλύτερο

πληθυσμό στον κόσμο. Θέλουν να ισχυροποιήσουν τη θέση τους και θεωρούν ότι ο

καλύτερος τρόπος για να το πετύχουν είναι να βελτιώσουν τις σχέσεις τους με

την Κίνα. Καμία χώρα δεν θέλει να περιορίσει την Κίνα με τον ίδιο τρόπο που το

έκαναν οι ΗΠΑ έναντι της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού

Πολέμου. Και οι δύο θέλουν να δημιουργήσουν μια μορφή συμμαχίας που δεν θα

βάλει την Κίνα στον πειρασμό να δείξει τη δύναμή της.

Προτιμούν τις ΗΠΑ

H Ινδία έχει σύνορα 3.000 χλμ. με την Κίνα και 2.000 χλμ. με το Πακιστάν (που

συνεργάζεται στενά με την Κίνα σε θέματα ανάπτυξης πυρηνικών και στρατιωτικού

εξοπλισμού). Επίσης, θέλει να εξασφαλίσει την ασφάλεια των θαλάσσιων μεταφορών

στον Ινδικό Ωκεανό, για την ελεύθερη και απρόσκοπτη διακίνηση εμπορευμάτων και

πετρελαίου. Όπως, μάλιστα, το έθεσε Ινδός πολιτικός αναλυτής, «έως το 2030

πιστεύουμε ότι οι ΗΠΑ, η Ινδία και η Κίνα θα είναι οι τρεις μεγαλύτερες

δυνάμεις στον κόσμο. Δεν θέλουμε ο κόσμος να κυριαρχείται από την Κίνα ή από

τις ΗΠΑ, αλλά, αν θα πρέπει να επιλέξουμε μια από τις δύο χώρες, θα θέλαμε η

ισχυρότερη δύναμη να είναι οι ΗΠΑ».

Μπορεί η βελτίωση των σχέσεων Ινδίας – Κίνας να είναι ευπρόσδεκτη, όμως δεν

αναμένεται να σηματοδοτήσει την απαρχή μιας συμμαχίας Ινδίας – Κίνας ενάντια

στις ΗΠΑ. Αντίθετα, όπως όλα δείχνουν, η κίνηση αυτή εντάσσεται στην

παραδοσιακή προσπάθεια της Ινδίας να υπάρξει ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή.

© Project Syndicate 2005, www. project-syndicate.org

Ο Joseph S. Nye διετέλεσε υφυπουργός Άμυνας των ΗΠΑ και πρύτανης του

Kennedy School, στο Χάρβαρντ. Σήμερα είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του

Χάρβαρντ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ:ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ