H Μίνα Αδαμάκη με τη Μιράντα Ζαφειροπούλου στην παράσταση «Γλωσσοκοπάνα» που

παίζεται στο θέατρο «Τόπος Αλλού»

«H Γλωσσοκοπάνα» του Γάλλου κλασικού, έργο που πρόσφατα ανακαλύφθηκε στις

αραχνιασμένες βιβλιοθήκες της Comedie Francaise μόλις το 1965, έργο

χρονολογημένο το 1741 και που παίζεται για πρώτη φορά, μας αναγκάζει να

ξαναθέσουμε το ερώτημα: Δεδομένου ότι η γραφή του Μαριβώ στο εσωτερικό του

Μπαρόκ και του Ροκοκό αναδεικνύει και αποθεώνει τη θεατρική ψευδαίσθηση, ό,τι

κοινώς ονομάζεται θεατρικότητα, πόσος πυρήνας ρεαλισμού απαιτείται να υπάρχει

σαν μαγιά στη ζύμη, ώστε ό,τι βλέπουμε και ακούμε να διασώζει τόσο μερίδιο

πραγματικότητας, ώστε να γίνεται πιστευτή η σκηνική εικόνα ως μίμησις πράξεως

ζώντων κι όχι φαντασμάτων ή ποιητικών όντων.

Έχω κι άλλες φορές, για άλλους λόγους, ασχοληθεί αναλυτικά με τους

ρεαλιστικούς πυρήνες των έργων τέχνης και συχνά παραπέμπω σε μια

αξιομνημόνευτη και εξαίσια εύγλωττη διατύπωση που άκουσα από τη Μάρθα Γκράχαμ

στο σπίτι της Ντόρας Τσάτσου, όταν μιλώντας για αφαίρεση δογμάτισε αφοπλιστικά

πως «ένα αφηρημένο μήλο είναι ένα αφηρημένο μήλο»!! Εννοώντας φυσικά και

λογικά, κατά το εικός και το αναγκαίον, πως η αφαίρεση προϋποθέτει το

συγκεκριμένο και ό,τι απομένει μετά την απογύμνωσή του από πρόσθετα,

δευτερεύοντα, επικαιρικά, συμπληρωματικά, παράγωγα στοιχεία, δεν είναι δυνατόν

να μην παραπέμπει, έστω ως σχήμα, ως υπόμνηση, στο συγκεκριμένο πράγμα που

στάθηκε η αφετηρία της αφαιρετικής διαδικασίας. H πιο αφηρημένη από τις

τέχνες, η μουσική, και η πιο αφηρημένη από τις επιστήμες, τα μαθηματικά,

προϋποθέτουν τον φυσικό ήχο και τα φυσικά μεγέθη ή σχήματα. Τελικά, τίποτε

ούτε στην τέχνη δεν έχει πειθώ, αν δεν επαληθεύεται στη φύση ή στην

πραγματικότητα.

Ο Μαριβώ είναι από τους συγγραφείς που αναφανδόν παραπέμπουν στη

μουσική και στα μαθηματικά, στη φούγκα και στη γεωμετρία. Και δεν παραβιάζω

παρά ανοιχτές πόρτες λέγοντας πως πίσω από μια περίτεχνη φούγκα του Μπαχ

(συνθέτη σύγχρονου του Μαριβώ) βρίσκεται αυτούσια η καρτεσιανή γεωμετρία.

Ο Μαριβώ, αντίθετα με τον Μπρεχτ, τυπικό διαλεκτικό και υλιστή, που, όπως

συχνά έχω ισχυριστεί, συγκροτεί θεατρικούς παραγωγικούς, ήτοι συνθετικούς

σωρείτες, συγκροτεί ως μεταφυσικός, ιδεαλιστής και ορθολογιστής καρτεσιανός,

επαγωγικούς ήτοι αναλυτικούς θεατρικούς σωρείτες. Δηλαδή, εκκινώντας από τη

σύνθετη κοινωνική πραγματικότητα ανάγεται, με συνεχείς αφαιρέσεις, σε

απλούστερες καταστάσεις για να καταλήξει συχνά σε γενικές αισθητικές, ηθικές

και φιλοσοφικές έννοιες.

Στην πράγματι υποδειγματική για τη μέθοδό του «Γλωσσοκοπάνα», χωρίς να θέλω να

επέμβω στην αξιοθαύμαστη μεταφραστική μέθοδο του Ανδρέα Στάικου, μαέστρου της

αναλογίας Μαριβώ – ελληνική κομψεύουσα γλώσσα, θα έλεγα πως ο τίτλος που

επέλεξε, αρκούντως «λαϊκός», θα μπορούσε να αντικατασταθεί με τις αρχαιότερες

γλωσσομανής, γλωσσή (εξ ου γλωσσού) κ.λπ. Το ιδιοφυές εύρημα αυτού του έργου

είναι η εσωτερική του ανατρεπτική ειρωνεία. H μπαρόκ αποτυπώνεται στη γλώσσα

ως κομψεπίκομψη περίτεχνη δαντελωτή γλωσσομανία. Επιτήδευση, λεκτικά καμώματα,

συντακτικές περιελίξεις και μια συνεχής μεταφορική χρήση της γλώσσας,

ειρωνική, μετωνυμική, αναλογική. Όταν λοιπόν σ’ αυτήν την περίοδο της

ευρωπαϊκής φάσης του Διαφωτισμού η γλώσσα ρητορεύει χωρίς να λέει τίποτα, αφού

παράλληλα με τους σφιχτούς κορσέδες, τις περούκες και το έντονο φτιασίδωμα με

πούδρες και η γλώσσα χρησιμοποιείται ως προσωπείο, ως μάσκα, πίσω από τα οποία

κρύβεται η φυσικότητα, η πραγματικότητα και η αλήθεια, ένας χαρακτήρας που

χρησιμοποιεί τα ίδια εργαλεία για να αποκαλύψει, να ξεσκεπάσει, ανεξάρτητα αν

το κάνει συνειδητά ή ασυνείδητα, να διαλύσει τα κατά συνθήκην ψεύδη, είναι

ένας χαρακτήρας καταλυτικός.

Τι κάνει ο Μαριβώ σ’ αυτό το νέο απόκτημα της δραματουργίας του μπαρόκ;

Σ’ έναν εσμό ανθρώπων που καμουφλάρουν τις πραγματικές τους επιθυμίες, συχνά

τον ερωτισμό τους και όχι σπάνια την ασέλγειά τους πίσω από συμβατούς με την

υποκριτική ευπρέπεια θεατρικούς ρόλους, όταν βαπτίζουν τον βοσκό ευγενή για να

τον ξεζουμίσουν σεξουαλικά αλλά μέσα στους κανόνες της αυλικής νομιμοποίησης,

όταν παράνομες πράξεις (λαθρεμπόρια, εξαγορές συνειδήσεων, δωροδοκίες,

εκβιασμοί) καλύπτονται με την εξωτερική κρούστα μιας αμοιβαίας συνενοχής, μια

γυναίκα, σχεδόν «προδότρα» της τάξης της που θύει και απολύει στην ηδονή της

πάνδημης… εκμυστήρευσης, είναι επαναστατικός θεατρικός χαρακτήρας. Ό,τι

θεωρείται ελάττωμα για την κοινωνία της, αφού σπάει τον συνωμοτικό κώδικα της

αμοιβαίας εχεμύθειας, είναι πράξη ριζικής ρήξης για τον κριτικό, τον κοινωνικό

παρατηρητή και τον διαχρονικό αναγνώστη ή θεατή των ενεργειών της.

Το έργο του Μαριβώ, ένα μεγάλο μονόπρακτο, υπακούει σ’ αυτό που πάγια

ονομάζω την πεμπτουσία του θεάτρου: την ύπαρξη καταλύτη μέσα σ’ ένα

ισορροπημένο ή κατεστημένο ή τακτοποιημένο σύνολο. H μύγα στο γάλα.

Εισβάλλοντας αφελώς και ασυνειδήτως μέσα στη δοσμένη τάξη, δημιουργεί αταξία,

χάος, διάσπαση, εκρήξεις και ρήξεις. Προσδοκίες, σχέδια, ίντριγκες,

συνωμοσίες, σκοπιμότητες, συμφέροντα, άνομες πράξεις, υπονομεύσεις, συμμαχίες,

ιερές ή ανίερες, διαλύονται και αποκαλύπτεται η υποκρισία ενός κόσμου που

υποδυόταν το υπόδειγμα της ηθικής.

Λαϊκή επιθεώρηση στο σφιχτό μπαρόκ

H Μίνα Αδαμάκη έπλασε τον καλύτερο ρόλο της (Γλωσσοκοπάνα). Έδειξε τη στέρεη

σχολή της, την τεχνική της και το μέτρο στη χρήση των εκφραστικών της μέσων.

Ισορρόπησε την αφέλεια με την ηδονή της ανακοίνωσης, την περιέργεια με το

σκουλήκι της αναμετάδοσης. Είναι αξιοθαύμαστο πώς μετέφερε στο σφιχτό μπαρόκ

πολύ από το πολύτιμο υλικό και την πείρα που της έδωσε η λαϊκή επιθεώρηση.

Ο Γιώργος Στριφτάρης έπαιξε με δεξιότητα τον ανερχόμενο κοινωνικά πληβείο.

Έδειξε αυτό που αργότερα θα αποδείξει ο Μπέρναρ Σω στον «Πυγμαλίωνα» και ο

Μπρεχτ στο «Άντρας για Άντρας» πως η στολή, ο κώδικας συμπεριφοράς, είναι

δυνατό εργαλείο αφομοίωσης, ώστε να μεταστοιχειωθεί ένας πληβείος σε

μεγαλοαστό και ένας παρίας σε αποικιοκράτη.

H νεαρή Άννα Ελεφάντη έχει άνεση μέσων, σκηνική παρουσία και χάρη. Και η

Αργυρώ Μιχαλακάκου, ο Βασίλης Κουκαλάνι, ο Κωνσταντίνος Δανίκας, ο Κωνσταντής

Μιζάρας, η Χριστολίνα Καλιανιώτη συμπλήρωσαν με μέτρο και ακρίβεια, χωρίς

υπερβολές τη διανομή. Ο Πλάτων Ανδριτσάκης πάντοτε εύστοχος στις μουσικές του

υπογραμμίσεις, που δεν είναι διακοσμητικές αλλά χαρακτηρολογικά ερμηνευτικές.

H ζωντανή παρουσία της Κωνσταντίνας Γκόρου με το βιολί της σημαίνουσα. Την

κίνηση επιμελήθηκε η Ολίβια Αθανασούλα αλλά τα έξοχα κοστούμια της Πανάγου

συμπλήρωσαν το υπέροχο μακιγιάζ και οι περούκες της Γιάνκα Ντοϊτσίνοβα του

Εθνικού Θεάτρου της Σόφιας.

Ειρωνική και εξόχως θεατρικότατη

Στο θέατρο «Τόπος Αλλού», ο Νίκος Καμτσής έστησε μια γοργή, κεφάτη, μπριόζα

παράσταση, αρκούντως κομψεπίκομψη, ειρωνική και εξόχως θεατρικότατη. H Μίνα

Πανάγου σχεδίασε ένα χώρο που παρέπεμπε σε κείνα τα εξαίσια μουσικά κουτιά με

τις κούκλες που μετακινούνται με κρυφούς μηχανισμούς, δημιουργώντας χορευτικά

σχήματα κάτι σαν καντρίλιες ή γαϊτανάκι. Τα κοστούμια της Πανάγου ανήκουν στα

ανθολογούμενα κατορθώματα της ενδυματολογικής θεατρικής αισθητικής. Χάρμα.

Ο Καμτσής είχε στη διάθεσή του έμπειρους και νέους ηθοποιούς. Κατόρθωσε να

τους ισορροπήσει. H Μιράντα Ζαφειροπούλου, ηθοποιός μεγάλης πείρας που

γνωρίζει τα στυλ, γλέντησε τον ρόλο της ώριμης ερωτομανούς μπαίνοντας και

βγαίνοντας με ειρωνικά χαριτωμένα τερτίπια στον ρόλο της. Ιδού παράδειγμα τού

πώς παίζεται ο Μαριβώ. Κρατώντας την εξωτερική του θεατρική πόζα, να

αποκαλύπτει ριπές από τον ρεαλιστικό του πυρήνα μέσα από ρωγμές της κρούστας.

H Ζαφειροπούλου κάτω από τις περούκες, τα ρίμελ, τους κορσέδες, τις πούδρες

άφηνε να προβάλει το ανυπόμονο και λυσσασμένο για σεξ ώριμο θηλυκό που

μετέρχεται το πάν για να ρουφήξει το μεδούλι του πολλά υποσχόμενου κλινικώς

εφήβου τσοπάνου!

INFO

«Γλωσσοκοπάνα». Στο θέατρο «Τόπος Αλλού» (Κεφαλληνίας 17 – Κυκλάδων. Τηλ.

210-8254.600 και 210-8656.004