«Έχω πτυχίο βιολόγου-βιοχημικού συν το μεταπτυχιακό μου στη βιολογία και τη
μοριακή-βιολογία, καθώς επίσης και στη διδασκαλία. Παρ’ όλα αυτά, εδώ και έναν
χρόνο δεν μπορώ να βρω δουλειά.
|
| «Είναι η πρώτη χρονιά που μπαίνω στη διαδικασία να συμμετάσχω σε διαγωνισμό του ΑΣΕΠ για να δοκιμάσω την τύχη μου, αν και οι θέσεις που προκηρύσσονται κάθε φορά είναι ελάχιστες. Προσπαθώ να σκέφτομαι θετικά, όσο όμως και να το θέλω, οι καταστάσεις και οι προοπτικές δεν μου το επιτρέπουν», λέει η Κατερίνα Κάρλου, απόφοιτος του Τμήματος της Κοινωνιολογίας και υποψήφια διδάκτωρ.
|
Όταν αναζητώ εργασία σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, η απάντηση που παίρνω
είναι πως έχω περισσότερα προσόντα από εκείνα που θέλουν. Αν και του χρόνου
βρίσκομαι στην ίδια θέση, θα το σκεφτώ πολύ σοβαρά να φύγω στο εξωτερικό».
H 29χρονη Θάνια Σπαθοπούλου, είναι μία από τους 116.145 ανέργους πτυχιούχους.
Ο ένας στους τέσσερις ανέργους στην Ελλάδα (27,2%) έχει πτυχίο Τριτοβάθμιας
Εκπαίδευσης ή ακόμη και διδακτορικό ή μεταπτυχιακό. Μεταξύ των άνεργων
πτυχιούχων πάνω από 2 φορές περισσότερες (σε σχέση με τους άνδρες) είναι οι
γυναίκες.
Ωστόσο, η περίοδος μετά την αποφοίτηση δεν είναι ίδια για όλους. Ανάλογα με
τις σπουδές και την ειδικότητα, για κάποιους από τους πτυχιούχους αρκούν μόλις
30 ημέρες για να βρουν μία θέση εργασίας στον κλάδο τους, ενώ άλλοι περνούν
από αλλεπάλληλες συνεντεύξεις, ψάχνουν στις αγγελίες και συμμετέχουν σε
δεκάδες διαγωνισμούς, διαδικασία που απαιτεί από μήνες έως και χρόνια, μέχρι
να προσληφθούν. Στο μεταξύ, οι Έλληνες πτυχιούχοι, σε ποσοστό 40% (το δεύτερο
υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση) απασχολούνται τελικά σε κλάδους διαφορετικούς
από το αντικείμενο των σπουδών τους.
|
|
Συντήρηση με μαθήματα. «Τώρα κάνω μαθήματα Αγγλικών για να τα βγάζω πέρα.
Συντηρώ μόνη μου τον εαυτό μου, τα 600 λοιπόν ευρώ που μου προσέφεραν από ένα
διαγνωστικό κέντρο δεν μου φτάνουν, κι ας παραδέχτηκαν πως τα προσόντα μου
είναι υπεραρκετά. Από την άλλη, παρ’ όλο που έχω διδάξει στο Διεθνές Σχολείο
της Χάγης, στην Ελλάδα δεν μου επιτρέπεται, γιατί δεν μου αναγνωρίζουν τα
πτυχία», συμπληρώνει η κ. Σπαθοπούλου.
Ο χρόνος παραμονής των πτυχιούχων στην ανεργία, ωστόσο, εξαρτάται από το
αντικείμενο των σπουδών τους και τη ζήτησή του στην αγορά. Έτσι, όπως
προκύπτει από έρευνα του γραφείου εξυπηρέτησης φοιτητών του Εθνικού Μετσόβιου
Πολυτεχνείου, ο μέσος χρόνος ευρέσεως εργασίας για το 56,8% των μηχανικών
είναι 2 μήνες. Μόλις το 11% χρειάζεται να ψάξει για δουλειά από 6 μήνες και
πάνω. Αντιθέτως, σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Ελλήνων Χημικών, 4 στους 10
αποφοίτους των τμημάτων χημείας κάνουν έως και 2 χρόνια για να εργαστούν στον
κλάδο τους. Επιπλέον, περίπου 10% των πτυχιούχων χημικών μπορεί να χρειαστούν
πάνω ακόμα και από 3 χρόνια.
Οι πτυχιούχοι σχολών του Παντείου, όπως για παράδειγμα των Τμημάτων Πολιτικής
Επιστήμης, Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Οικονομικής και Περιφερειακής
Ανάπτυξης, εκτιμάται πως περνούν τουλάχιστον δύο χρόνια, έως τη στιγμή που θα
εξασφαλίσουν θέση εργασίας συναφή με το αντικείμενο των σπουδών τους.
|
|
«Μεγάλη» στα 28. H περίπτωση της Κατερίνας Κάρλου είναι ενδεικτική.
Αποφοίτησε από το Τμήμα Κοινωνιολογίας του Παντείου, το 1998. Μέσα σε δύο
χρόνια ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό της και σήμερα είναι υποψήφια διδάκτωρ,
καθώς βρίσκεται στο τέταρτο έτος του διδακτορικού της. «Ξεκίνησα να ψάχνω για
δουλειά το 2000. Έπειτα από πολύ κόπο ξεκίνησα να δουλεύω σε ένα ιδιωτικό
Τεχνικό Επαγγελματικό Εκπαιδευτήριο, μου μείωσαν όμως κατά πολύ τις ώρες
εργασίας, με συνέπεια να μην κερδίζω αρκετά χρήματα. Τώρα ψάχνω και πάλι για
δουλειά. Στις περισσότερες αγγελίες ζητούν άτομα ηλικίας από 25 έως 27 ετών.
Εγώ όμως είμαι ήδη 28», λέει η κ. Κάρλου, που εξετάζει πλέον την προοπτική της
καριέρας στο Δημόσιο.
«Είναι η πρώτη χρονιά που μπαίνω στη διαδικασία να συμμετάσχω σε διαγωνισμό
του ΑΣΕΠ για να δοκιμάσω την τύχη μου, αν και οι θέσεις που προκηρύσσονται
κάθε φορά είναι ελάχιστες. Προσπαθώ να σκέφτομαι θετικά, όσο όμως και να το
θέλω, οι καταστάσεις και οι προοπτικές δεν μου το επιτρέπουν», συμπληρώνει.
Ποια ζητούνται. Σύμφωνα με την υπεύθυνη του Γραφείου Διασύνδεσης του
Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Μανιάτη, «υπάρχουν κάποια σταθερά
επαγγέλματα, όπως για παράδειγμα η λογιστική, ο κλάδος των πωλήσεων αλλά και
της πληροφορικής, που έχουν μεγάλη ζήτηση στην αγορά εργασίας. Αναμφισβήτητα,
παίρνει λίγο χρόνο στους πτυχιούχους αλλά μέσα σε λίγους μήνες βρίσκουν
εργασία. Από το 1992 που άρχισε να λειτουργεί το γραφείο μας μέχρι σήμερα
έχουμε διαπιστώσει μεγάλες αλλαγές. Ενώ τα πρώτα χρόνια εμείς κάναμε έρευνα
στην αγορά εργασίας για να εντοπίσουμε τις κενές θέσεις, τώρα οι ίδιες οι
εταιρείες μάς στέλνουν ανακοινώσεις αναζήτησης προσωπικού».
«Να συμβουλεύουμε τους νέους, πριν δώσουν Πανελλήνιες»
H εύρεση εργασίας καθορίζεται από τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Όπως
λέει στα «NEA» ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Πειραιά, κ. Θ. Κατσανέβας,
«αν έχουμε 1.000 θέσεις εργασίας και 2.000 ενδιαφερομένους, τότε σαφώς ο
ανταγωνισμός θα είναι πολύ μεγάλος. Το ζητούμενο είναι να συμβουλεύουμε τους
νέους, πριν ακόμα δώσουν Πανελλήνιες Εξετάσεις, για τα επαγγέλματα και τις
προοπτικές εργασίας».
«H συμβουλή που χρειάζονται οι υποψήφιοι φοιτητές είναι να σπουδάσουν αυτό που
τους αρέσει, αλλά και πού θα βρουν δουλειά μετά την αποφοίτησή τους. Από την
άλλη, δεν μπορείς να απογοητεύσεις ένα νέο παιδί που θέλει, για παράδειγμα, να
σπουδάσει νομική, αν και υπάρχει υπερπληθώρα δικηγόρων. Οφείλουμε όμως να του
εξηγήσουμε πως ο δρόμος που επιθυμεί να ακολουθήσει είναι ανηφορικός»,
συμπληρώνει ο κ. Κατσανέβας.
«H προσωπική επαφή σού δίνει πόντους»
|
|
Ο Γιώργος Κορόλης (φωτογραφία) αποφοίτησε το 2001 από το Οικονομικό
Πανεπιστήμιο, έκανε τη θητεία του στο Ναυτικό και βρήκε αμέσως δουλειά σε
μεγάλη πολυεθνική εταιρεία τσιγάρων! Πώς εξηγείται η γρήγορη επαγγελματική του
αποκατάσταση; «Οφείλεται σίγουρα και στο Πανεπιστήμιο». Πάντως, επέμεινε κι
αυτός. Λίγες ημέρες πριν απολυθεί από το Ναυτικό συμμετείχε στις «ημέρες
καριέρας» (απόφοιτοι περνούν από συνεντεύξεις εταιρειών που ζητούν προσωπικό),
που διοργανώνει το Πανεπιστήμιο. Όμως δεν πέρασε απλώς από μερικές
συνεντεύξεις… «Ήμουν εκεί από τις 6 το πρωί επί πέντε ημέρες και τελικά με
είδαν περίπου 23 εταιρείες». Και όπως διαπίστωσε, έπειτα από μερικές ημέρες τα
τηλέφωνα στο σπίτι του δεν σταματούσαν να χτυπούν από μεγάλες εταιρείες που
τον ζητούσαν. «Είναι πολύ σημαντική αυτή η προσωπική επαφή με τις εταιρείες,
από το να στείλεις ένα… ξερό βιογραφικό».



