Στις νέες διατροφικές προτιμήσεις των Ελλήνων καταναλωτών προσαρμόζουν συνεχώς

την γκάμα των προϊόντων τους οι εταιρείες αλλαντικών, οι οποίες μάχονται για

τα μερίδια μιας αγοράς με καθόλου ευκαταφρόνητο τζίρο. Σύμφωνα με πρόσφατη

έρευνα της ICAP, οι Έλληνες, αν και λάτρεις της μεσογειακής διατροφής,

κατανάλωσαν το 2003 αλλαντικά συνολικής αξίας 370 εκατ. ευρώ.

Τα νέα προϊόντα που ρίχνουν στην αγορά οι μεγάλες ελληνικές εταιρείες

παραγωγής αλλαντικών (ελέγχουν το 70% του συνόλου της ελληνικής αγοράς) Νίκας,

Creta Farm, Υφαντής και Θράκη (του ομίλου Σπέντζου), υπόσχονται λιγότερες

θερμίδες, περισσότερες βιταμίνες, πρώτες ύλες με βάση βιολογικές καλλιέργειες

και, τώρα τελευταία, προϊόντα που αντικαθιστούν τα ζωικά λίπη με ελληνικό

παρθένο ελαιόλαδο.

Πιο υγιεινά

H εταιρεία Νίκας λανσάρισε εδώ και 20 ημέρες ένα νέο προϊόν, το οποίο, σύμφωνα

με τα αναγραφόμενα στην ετικέτα του, αποτελεί «ιδανική πηγή 7 βιταμινών», ενώ

η Creta Farm έχει ρίξει τελευταία στην αγορά προϊόντα που, σύμφωνα με την

εταιρεία, αντί για ζωικό λίπος περιέχουν ελαιόλαδο. Αλλά και οι άλλες

επιχειρήσεις δεν μένουν με «σταυρωμένα χέρια» και προωθούν στην αγορά προϊόντα

με λιγότερα λιπαρά, αλλά και προϊόντα που χρησιμοποιούν βιολογικό κρέας.

Τα τελευταία χρόνια, οι τάσεις των Ελλήνων καταναλωτών για διατροφή με όσο το

δυνατόν λιγότερα ζωικά λίπη πίεσαν τις εταιρείες να στραφούν στην παραγωγή

αλλαντικών με βάση τα λεγόμενα «λευκά κρέατα» (κοτόπουλα, γαλοπούλες). Πάντως,

τα αλλαντικά με βάση το χοιρινό κρέας εξακολουθούν να κυριαρχούν στη αγορά, με

μερίδιο που εκτιμάται στο 70%.

Από τους πρώτους που έριξαν στην αγορά αλλαντικά με βάση το κρέας κοτόπουλου

ήταν η εταιρεία HQF, του Ομίλου Φιλίππου, ενώ ακολούθησαν και οι άλλες

εταιρείες του κλάδου.

Στις ξένες αγορές

H κυριαρχία των ελληνικών αλλαντικών είναι αδιαμφισβήτητη στην εγχώρια αγορά.

Από τα 370 εκατ. ευρώ του συνολικού τζίρου, μόλις 53 εκατ. ευρώ προέρχονται

από εισαγωγές. Ωστόσο, οι εξαγωγικές επιδόσεις των εταιρειών του κλάδου είναι

πενιχρές, καθώς είναι δύσκολο να αντιμετωπίσουν «στην έδρα τους» τους

Ευρωπαίους παραγωγούς, οι οποίοι, εκτός από την τεχνογνωσία και τα ισχυρά

εμπορικά δίκτυα, διαθέτουν και παράδοση πολλών εκατονταετιών.

Πάντως, οι Έλληνες παραγωγοί δεν έχουν παραιτηθεί από τις προσπάθειές τους να

βγουν και στις ξένες αγορές, κυρίως στις ευρωπαϊκές. H εταιρεία Νίκας, για

παράδειγμα, πολιορκεί εδώ και τρία χρόνια την αγορά της Δανίας, όπου δυο-τρεις

φορές τον χρόνο οργανώνει σε συνεργασία με την Delhaize (μητρικό όμιλο της AB

Βασιλόπουλος) εβδομάδες αλλαντικών Νίκας σε επιλεγμένα σούπερ μάρκετ. Με

ανάλογες κινήσεις ετοιμάζεται να μπει η εταιρεία και στη βρετανική αγορά.

Για την εταιρεία Creta Farm το ισχυρό χαρτί, με το οποίο ετοιμάζεται να

διεισδύσει στις ευρωπαϊκές αγορές, είναι τα αλλαντικά με ελαιόλαδο που

παράγει, αλλά και τα αντίστοιχα βιολογικά προϊόντα της.

Οι ισχυροί του κλάδου

H εταιρεία Θράκη, που το 1993 εντάχθηκε στον Όμιλο Σπέντζου, είναι μια πλήρως

καθετοποιημένη εταιρεία, καθώς σε δικές της μονάδες παράγονται οι ζωοτροφές,

εκτρέφονται, αναπαράγονται και σφάζονται τα ζώα, τυποποιούνται το κρέας αλλά

και τα αλλαντικά που παράγει. Με έναν στόλο από 110 ιδιόκτητα φορτηγά-ψυγεία

και με 10 κέντρα διανομής είναι σε θέση να καλύπτει εντός 24 ωρών τις

παραγγελίες που δέχεται από τα 10.000 σημεία πώλησης των προϊόντων της.

H εταιρεία Νίκας είναι μία από τις δύο εισηγμένες εταιρείες που

δραστηριοποιούνται στην αγορά παραγωγής αλλαντικών. H εταιρεία, μέσω των

φθηνών κεφαλαίων που άντλησε από τη χρηματαγορά, ενίσχυσε το δυναμικό της

εξαγοράζοντας τις εταιρείες Boss και Πλαταιών, ενώ παράλληλα πραγματοποίησε

σημαντικές επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών της μονάδων.

H εταιρεία Creta Farm εισήγαγε και αυτή τις μετοχές της στο XAA και μέσω των

κεφαλαίων που άντλησε ενίσχυσε το δυναμικό της εξαγοράζοντας τις εταιρείες

Τέτο Φάρμα και ΕΛΒΙΚ, ενισχύοντας παράλληλα την παραγωγική της δυναμικότητα

και το δίκτυο διανομής. Στη λίστα των ισχυρών του κλάδου βρίσκεται και η

εταιρεία Υφαντής, η οποία έχει επεκτείνει τις παραγωγικές και εμπορικές της

δραστηριότητες στη ρουμανική αγορά.

Η βιολογική κτηνοτροφία έχει μέλλον

Στο σύνολο της κατανάλωσης κρέατος στην Ελλάδα, το 70% καταλαμβάνει το χοιρινό

κρέας και το υπόλοιπο 30% μοιράζονται τα πουλερικά, τα βοοειδή και τα

αμνοερίφια. Οσον αφορά τις εισαγωγές το μεγαλύτερο μέρος τους (γύρω στο 80%)

αφορά το μοσχαρίσιο κρέας. Επίσης, σήμερα στην Ελλάδα υπάρχουν γύρω στις 150

μονάδες που εκτρέφουν ζώα, ακολουθώντας τις μεθόδους της βιολογικής

κτηνοτροφίας.