Γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος, λέει η παροιμία. Στη συγκεκριμένη
περίπτωση ίσως να γελάσουν καλύτερα οι… ξανθές και οι κοκκινομάλλες, που επί
δεκαετίες ανέχονται ανέκδοτα και προσβολές. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το
χρώμα των μαλλιών τους θα τις κάνει ιδιαίτερα… εξωτικές και σπάνιες στα
επόμενα 100 χρόνια.
|
| Από δεξιά: Νικόλ Κίντνμαν, Τζούλιαν Μουρ, Μπόρις Μπέκερ, Ρούπερτ Γκριντ
|
H ανάμειξη των φυλών θα μειώσει τον αριθμό των ανθρώπων με κόκκινα μαλλιά,
προειδοποιούν επιστήμονες. Σιγά σιγά θα γίνονται σπανιότεροι, ενώ
χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι του είδους όπως η Νικόλ Κίντμαν, η Τζουλιάν Μουρ, ο
διάσημος τενίστας Μπόρις Μπέκερ ή ακόμη και ο πιτσιρικάς Ρούπερτ Γκριντ
(γνωστός ως… κολλητός του Χάρι Πότερ, Ρον) θα μείνουν στην ιστορία. Οι
ξανθοί και οι ξανθές, συνεχίζουν οι ερευνητές, είναι επίσης πιθανό να
εξαφανιστούν – αν και αυτό θα αργήσει διότι είναι πολλοί περισσότεροι. Αιτίες;
H παγκοσμιοποίηση και η μετανάστευση συμβάλλουν στο να αναμειγνύονται και να
παντρεύονται μεταξύ τους άνθρωποι διαφορετικών φυλών σε ρυθμούς που δεν έχουν
παρατηρηθεί στο παρελθόν.
H αναλογία. H «αξία» των φυσικών ξανθών αλλά και των κοκκινομάλληδων
έχει υπερβεί κάθε προηγούμενο. Κι αυτό διότι σύμφωνα με τα στοιχεία του
παγκόσμιου πληθυσμού, αυτά τα χρώματα έχουν καταστεί ήδη εξαίρεση, επισημαίνει
στους «Σάντεϊ Τάιμς» ο δρ Ντέσμοντ Τόμπιν, που ερευνά την κυτταρική βιολογία
των… τριχών στο Πανεπιστήμιο Μπράντφορντ. «Όσο εντείνεται η μετανάστευση και
οι γάμοι μεταξύ ατόμων διαφορετικών φυλών, θα τους δούμε να εξαφανίζονται»
εξηγεί. Συμμετείχε πρόσφατα σε ένα συνέδριο που διοργάνωσε ερευνητικό κέντρο
της Οξφόρδης. Σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν, αν και στο 1/3 των γυναικών στη
Βρετανία είναι προτιμότερη η ξανθή εικόνα τους, οι περισσότερες το οφείλουν
στα «μαγικά» της βαφής. Μόνο το 3% είναι φυσικές ξανθές κατά τον δρα Τόμπιν.
H αναλογία στις κοκκινομάλλες είναι μικρότερη: περίπου το 1%-2% επί του
συνολικού γυναικείου πληθυσμού. Εξαίρεση αποτελούν η Ιρλανδία και η Σκωτία,
όπου το ποσοστό τους υπολογίζεται γύρω στο 8%. Και στις δύο κατηγορίες
χρωμάτων όμως, οι εκπρόσωποι πιστεύεται ότι μειώθηκαν ιδιαίτερα τα τελευταία
50 χρόνια. Όπως παρατηρεί, πάντως, ο κομμωτής Νίκι Κλαρκ, πελάτισσα του οποίου
είναι και η διάσημη κοκκινομάλλα Δούκισσα του Γιορκ, Σάρα Φέργκιουσον, οι
φυσικές ξανθές και κοκκινομάλλες έχουν εμπνεύσει χιλιάδες γυναίκες να
αναζητήσουν παρόμοια χρώματα για τη δική τους εμφάνιση. «Θα ήταν κρίμα να
χάσουμε αυτήν την ποικιλία».
Σύμφωνα με κάποιους ερευνητές, μέχρι και οι Ρωμαίοι θεωρούσαν «πολύτιμες» τις
ξανθές και κοκκινομάλλες συντρόφους. Αν και για πολλούς αυτό ισχύει ακόμη και
σήμερα στη Δυτική Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, η τάση διεθνώς δείχνει
προς μάλλον διαφορετική κατεύθυνση. Άλλωστε, το περιοδικό «Νιούσγουικ», σε μια
από τις τελευταίες εκδόσεις του, είχε εξώφυλλο το καναδικής καταγωγής μοντέλο
Σάιρα Μόχαν, χαρακτηρίζοντας το σκούρο δέρμα της και τα σκούρα μαλλιά της ως
το νέο «παγκόσμιο πρόσωπο» της ομορφιάς.
Μυστήριο της εξέλιξης
Το πώς οι άνθρωποι απέκτησαν ξανθά ή κόκκινα μαλλιά θεωρείται από πολλούς
ειδικούς ένα από τα μυστήρια της εξέλιξης. Τα χρώματα αυτά εμφανίστηκαν μόνο
αφότου οι άνθρωποι εγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη, σύμφωνα με τους υπολογισμούς
τους, πριν από 20.000 χρόνια. H γενετική έρευνα για το συγκεκριμένο θέμα είναι
επίσης περίπλοκη. Για παράδειγμα, ένα από τα κύρια γονίδια που καθορίζουν το
χρώμα των μαλλιών έχει 40 παραλλαγές, μόνο έξι όμως από αυτές ευθύνονται για
τις κόκκινες τρίχες.
Τα γονίδια. Ένας άνθρωπος πρέπει να κληρονομήσει δύο από αυτά τα έξι
γονίδια – ένα από κάθε γονιό – για να αποκτήσει κόκκινα μαλλιά. Καταλαβαίνει
κανείς έτσι ότι οι πιθανότητες να συμβούν όλα αυτά είναι μικρές και αυτός
είναι ο λόγος που συναντούμε τόσο λίγους φυσικούς κοκκινομάλληδες.
Περισσότερες πιθανότητες καταγράφονται σε πιο απομακρυσμένες και απομονωμένες
περιοχές, όπου υπάρχουν κοινές γενεαλογικές καταβολές, όπου, δηλαδή, οι
άνθρωποι που φέρουν τα συγκεκριμένα γονίδια είναι πιθανότερο να συναντηθούν
και να δημιουργήσουν οικογένειες, χωρίς «εξωτερικές παρεμβολές». Κάτι τέτοιο
θα μπορούσε να εξηγήσει την ύπαρξη τόσων κοκκινομάλληδων στη Σκωτία και ξανθών
στη Σκανδιναβία.
Αυτές οι κοινότητες όμως είναι σπάνιες στις μέρες μας και, όπως και οι
περισσότερες, αντιμετωπίζουν το φαινόμενο των νεοεισερχομένων λόγω της
αυξημένης μετακίνησης. Έτσι περιορίζονται οι πιθανότητες να βρεθούν δύο γονείς
που θα φέρουν τα απαιτούμενα γονίδια για τη γέννηση παιδιού με κόκκινα ή ξανθά
μαλλιά. Ακόμη πιο λίγες είναι οι πιθανότητες στις πόλεις.
