Οκτώβριος 1920. O Αριστείδης Στεργιάδης, ύπατος αρμοστής Σμύρνης, εικονίζεται

(με πολιτικά) με την τότε ηγεσία του ελληνικού Στρατού. («Ιστορία του

Ελληνικού Έθνους»)

Έξι μέρες μετά την απόβαση του Ελληνικού Στρατού, καταφθάνει στη Σμύρνη

o Αριστείδης Στεργιάδης, ως Ύπατος Αρμοστής, με ευρύτατες αρμοδιότητες

και εξουσία σχεδόν δικτατορική.

Ο Στεργιάδης ήταν επιλογή του ιδίου του Βενιζέλου, αν και για τη θέση αυτή

είχε βλέψεις και ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, από τα πλέον διακεκριμένα στελέχη του

Κόμματος των Φιλελευθέρων.

Αινιγματική προσωπικότητα ο Στεργιάδης, πού ο χρόνος αργά, αλλά σταθερά, τη

λυτρώνει από το ανάθεμα και τις κατάρες της Μικρασιατικής

Προσφυγιάς.

Οι κρίσεις των ιστορικών κλιμακώνονται ως προς την αξιολόγηση της

προσωπικότητας «της πλέον περίεργης και της αινιγματικής μορφής της

νεώτερης ελληνικής ιστορίας».

Ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Ελληνικής Αρμοστείας στη Σμύρνη, Μιχαήλ

Ροδάς, και από τους στενότερους συνεργάτες του διερωτάται στην προσπάθειά

του να σκιαγραφήσει τον χαρακτήρα του Στεργιάδη:

Τι ήταν επιτέλους αυτός ο άνθρωπος, που συγκέντρωσε στο πρόσωπόν

του τον θαυμασμό, την κατάρα και το μίσος του Ελληνικού Κόσμου;

Ήταν μεγαλοφυής, ανισόρροπος, δίκαιος, άδικος,

ηθικός, ανήθικος, εργατικός, νωθρός,

αυστηρός, ήρεμος, φιλοχρήματος, φιλελεύθερος,

δημοκρατικός, μοναρχικός, σατράπης, μεσαιωνικός,

περιφρονητής της εξουσίας, δούλος της αρχής, ανεξάρτητος,

ή αυλοκόλακας, φιλάνθρωπος ή μισάνθρωπος, αλτρουιστής ή

σάυλωκ, γενναίος ή δειλός;

Ο Αριστείδης Στεργιάδης αποδείχθηκε εκ των υστέρων – καταλήγει ο

Μιχαήλ Ροδάς – ότι ήταν απ’ όλα αυτά.

Δριμύτερος στις κρίσεις του είναι ο στρατηγός και στρατιωτικός σύμβουλος του

Ελευθερίου Βενιζέλου, Αλέξανδρος Μαζαράκης – Αινιάν.

Γράφει στα απομνημονεύματά του:

– Ο Στεργιάδης είχε τα προσόντα ισχυρού διοικητού ή αρχηγού χωροφυλακής

ληστοκρατούμενης περιοχής. Αλλά στη Σμύρνη το κύριό του έργον ήταν

διπλωματικό και πολιτικό, πολύ λιγότερο δε διοικητικό…

Ο ίδιος εισηγήθηκε την αντικατάσταση του Στεργιάδη με τον Ανδρέα

Μιχαλακόπουλο ή τον Λάμπρο Κορομηλά.

– Δυστυχώς – προσθέτει ο Μαζαράκης – δεν αντικαταστάθηκε και έμεινε και επί

Κωνσταντινικού καθεστώτος, «μισούμενος από τους ατυχείς Έλληνες της

Μικράς Ασίας, χωρίς να κάμει τίποτε διά να προλάβει ή έστω να μετριάσει

την καταστροφή…

Πηγές

Ι. Πηγές ως προς τις μαρτυρίες:

1. H Έξοδος, Τόμ. A’: Μαρτυρίες από τις επαρχίες των δυτικών

παραλίων της Μικρασίας. Πρόλογος: Γ. Τενεκίδης. Εισαγωγή, επιλογή

κειμένων, επιμέλεια: Φ.Δ. Αποστολόπουλος, Αθήνα, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών,

1980.

2. H Έξοδος, Τόμ. B’: Μαρτυρίες από τις επαρχίες της

Κεντρικής και Νότιας Μικρασίας. Εισαγωγή – εποπτεία: Πασχάλης M.

Κιτρομηλίδης. Επιμέλεια: Γιάννης Μουρέλος, Αθήνα, Κέντρο Μικρασιατικών

Σπουδών, 1982.

3. H Έξοδος, Τόμ. Γ’ και Δ’: Μαρτυρίες από τις επαρχίες του

Παράλιου και Μεσογειακού Πόντου, Αθήνα, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών.

(Υπό έκδοση)

II. Πηγές ως προς τις φωτογραφίες:

1. Φωτογραφικό Αρχείο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών.

2. [OCTAVE MERLIER]

Ο τελευταίος Ελληνισμός της Μικράς Ασίας. Το έργο του Κέντρου

Μικρασιατικών Σπουδών, 1930 – 1973, Αθήνα, Κέντρο Μικρασιατικών

Σπουδών, 1974.

3. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών. Εξήντα πέντε χρόνια

επιστημονικής προσφοράς. Αποτίμηση και Προοπτική. Πρόλογος –

επιμέλεια: Πασχάλης M. Κιτρομηλίδης, Αθήνα, Κέντρο

Μικρασιατικών Σπουδών, 1996.

4. Υπουργείο Πολιτισμού / Διεύθυνση Λαϊκού Πολιτισμού – Κέντρο

Μικρασιατικών Σπουδών – Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της

Ελλάδος, Ο τελευταίος Ελληνισμός της Μικράς Ασίας [Εθνικό Ιστορικό

Μουσείο, 2 Δεκεμβρίου 2002 – 18 Απριλίου 2003], Αθήνα, 2002.