Η ελληνική πλευρά εκχώρησε ακόμα και μέρος της κυριότητας του Νέου

Μουσείου Ακροπόλεως στο Βρετανικό Μουσείο και ως αντάλλαγμα εισέπραξε

«μπακάλικα» επιχειρήματα.

Για πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής διεκδίκησης των Γλυπτών του

Παρθενώνα, ο υπουργός Πολιτισμού Ευάγγελος Βενιζέλος και ο διευθυντής του

Βρετανικού Μουσείου Νιλ Μακ Γκρέγκορ βρέθηκαν χθες πρόσωπο με πρόσωπο και

συζήτησαν για μία ώρα. Το αποτέλεσμα ήταν δηλώσεις πως το Βρετανικό Μουσείο

θεωρεί τα Γλυπτά αμετακίνητα, παρ’ ότι ο Έλληνας υπουργός «τα έδωσε όλα»

προκειμένου να εξασφαλίσει τη συμμετοχή του Βρετανικού Μουσείου στην πρώτη

έκθεση του συνόλου των Γλυπτών του Παρθενώνα από όλα τα μουσεία του κόσμου.

Ακόμα και να ονομασθεί η αίθουσα του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως παράρτημα του

Βρετανικού Μουσείου, ώστε να έχει λόγο το Μουσείο στον τρόπο έκθεσης ως

ισότιμος διοργανωτής και οικοδεσπότης.

«Οι ευέλικτες», όπως τις χαρακτήρισε ο κ. Βενιζέλος, «διμερείς

προτάσεις συνεργασίας ανάμεσα στα μουσεία» δεν φαίνεται να έκαμψαν το

Βρετανικό Μουσείο, που κυκλοφόρησε ανακοίνωσή του πριν καν λήξει η συνάντηση.

Απαντώντας για πρώτη φορά στο ελληνικό επιχείρημα της επιστροφής των Γλυπτών,

ώστε να αποκατασταθεί η ακεραιότητα του μνημείου, τη χαρακτηρίζει ανέφικτο

στόχο. «Μόνο τα μισά Γλυπτά επέζησαν σε κατάσταση κατάλληλη για να εκτεθούν.

Από αυτά, τα μισά περίπου βρίσκονται στο Λονδίνο και τα άλλα μισά ήδη στην

Αθήνα». Επιχειρήματα που βασίζονται στη γλώσσα της «μπακάλικης» λογιστικής και

δεν έχουν καμία σχέση με τη μοναδικότητα των διαμελισμένων αγαλμάτων.