Για να καταλάβει κανείς γιατί η αμερικανική οικονομία δεν μπορεί να διατηρήσει

υψηλούς ρυθμούς ανάκαμψης, θα πρέπει να ψάξει για στοιχεία στη Victorville της

Καλιφόρνιας όπου 500 αχρησιμοποίητα επιβατηγά αεροσκάφη, μερικά από τα οποία

είναι εντελώς καινούργια, παραμένουν στα αζήτητα. Ή στο Ντιτρόιτ όπου οι

μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες εξακολουθούν να παράγουν πολλά οχήματα τα οποία

τα πωλούν στους καταναλωτές με ανύπαρκτο κέρδος μόνο και μόνο για να κρατούν

τα εργοστάσιά τους απασχολημένα. Ή σε όλες σχεδόν τις μεγάλες πόλεις όπου τα

γραφεία εξακολουθούν και αδειάζουν με ανησυχητικούς ρυθμούς.

Όμως το καλύτερο παράδειγμα μπορεί ίσως να βρεθεί στις μειωμένες τιμές που

βρίσκουν οι καταναλωτές όσον αφορά τον ρουχισμό, τις ηλεκτρικές συσκευές και

τις υπηρεσίες. Για να δημιουργηθούν οι ευκαιρίες αυτές όμως, που είναι καλές

για τους Αμερικανούς καταναλωτές, θα πρέπει μεταξύ άλλων οι εταιρείες να

απολύουν προσωπικό και να αυξάνεται το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο. Αυτό

όμως δεν αφήνει την οικονομία να αναπτυχθεί με μεγαλύτερους ρυθμούς.

Οι οικονομολόγοι έχουν ονομάσει το φαινόμενο αυτό πλεονάζον παραγωγικό

δυναμικό. Τελικά η κατάσταση που δημιουργείται είναι να υπάρχει τεράστια

προσφορά και πολύ μικρή ζήτηση. Και αυτό παρατηρείται σε όλους τους τομείς της

καθημερινότητας: τη γεωργία, τη διαφήμιση, την υψηλή τεχνολογία, τις

υπηρεσίες, τη βιομηχανία, τις τηλεπικοινωνίες. Σε κάθε περίπτωση εκείνο που

παρατηρείται είναι ότι οι τιμές να παραμένουν ίδιες ή ακόμη και να μειώνονται.

Από την άλλη όμως πλευρά, οικονομολόγοι αναγνωρίζουν ότι οι καταναλωτές, οι

οποίοι ήδη είναι χρεωμένοι σε σημαντικό βαθμό, δεν έχουν τη δυνατότητα να

αυξήσουν τις δαπάνες τους ώστε να δημιουργηθούν συνθήκες μεγαλύτερης ζήτησης.

Την ίδια στιγμή, οι μετοχές βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα, ενώ οι επιχειρήσεις

βρίσκονται σε δύσκολη οικονομικά θέση και μόλις τώρα αρχίζουν να ανακάμπτουν.