Οι αρχαίοι το έλεγαν τηλία, οι Ρωμαίοι duodecim scripta, οι Βυζαντινοί

ταβλίον, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο του Χρήστου Λάζου «Παίζοντας στο χρόνο».

Οι σύγχρονοι Έλληνες το λένε τάβλι και οι Αγγλοσάξονες τις πόρτες τις

αποκαλούν Backgammon. Ούτως ή άλλως, πρόκειται για πανάρχαια ψυχαγωγία που

γεννήθηκε – μάλλον – στην Περσία και τιμάται αρκούντως στα ελληνικά μπαλκόνια

και καφενεία

«Όσο περισσότερο ασχολείται κανείς με τη μελέτη και την εκμάθηση του

παιχνιδιού τάβλι, τόσο περισσότερο κατανοεί το μέγεθος του έργου που έχει

μπροστά του», έγραφε το 1993 ένας ειδήμων του ταβλιού, ο Αντώνης

Μαλτεζόπουλος. Όχι ότι το ζάρι δεν παίζει τον πρώτο ρόλο – αυτό όλοι το

παραδέχονται. Αλλά δεν παίζει τον μοναδικό ρόλο. Σε οργανωμένα τουρνουά το

κάθε ζεύγος αντιπάλων παίζει ματς πολλών παρτίδων ώστε ο παράγοντας τύχη

στατιστικά να επιμερίζεται και να υπερισχύει η ικανότητα του παίκτη. Το ζάρι,

άλλωστε, είναι και άλλοθι. Όταν κερδίζουμε είναι γιατί παίζουμε καλύτερα, όταν

χάνουμε είμαστε απλώς άτυχοι. Πολύ (νεο)ελληνικό αυτό αλλά αληθινό. Όλη η

Ελλάδα παίζει τάβλι, όμως λίγοι είναι αρκετά ειλικρινείς.

«Στο εξωτερικό μάς θεωρούν άσχετους!», λέει στα «ΝΕΑ» ο Μιχάλης Μανωλιός. Ένας

παίκτης από τους 50-100 Έλληνες που παίζουν τακτικά σε τουρνουά. Βέβαια η

«ασχετοσύνη» χρειάζεται διευκρίνιση. Ο κ. Μανωλιός μιλάει κυρίως για τη χρήση

του «βίδου», που στο επαγγελματικό τάβλι είναι κεφαλαιώδους σημασίας διότι

μειώνει τον χρόνο του παιχνιδιού, μειώνει και τον παράγοντα τύχη ενώ

χρειάζεται καλή χρήση και γνώση από τη μεριά των παικτών. Η πρόκληση αυτή του

διπλασιασμού της αρχικής μίζας (όταν, βέβαια, η παρτίδα παίζεται με λεφτά),

όπως ωραία εξηγεί παραπλεύρως ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, θα πρέπει να γίνεται

αποδεκτή – σύμφωνα με τον κ. Μανωλιό – όταν έχουμε τουλάχιστον 25% πιθανότητες

να πάρουμε το παιχνίδι.

Στα ελληνικά τουρνουά που παίζονται με λεφτά, οι παίκτες πληρώνουν παράβολο

συμμετοχής από 5.000 έως 50.000 δρχ. και το ποσό που συγκεντρώνεται διατίθεται

στα έπαθλα για τους 3-4 πρώτους. Ελληνική Ομοσπονδία δεν υπάρχει, ούτε όμως

και διεθνής. Υπάρχουν οργανωμένες λέσχες στο εξωτερικό, ιδίως στις ΗΠΑ, τη

Γερμανία και τη Δανία. Ισχυρά διεθνή τουρνουά γίνονται στην Πράγα, τη Βενετία,

το Μόντε Κάρλο (που θεωρείται άτυπα και παγκόσμιο κύπελλο) και το Λας Βέγκας

(άτυπο παγκόσμιο πρωτάθλημα). Στα διεθνή τουρνουά για να πάρεις μέρος πρέπει

να καταβάλεις περί τα 1.000 ευρώ, στο Μόντε Κάρλο πάντως το έπαθλο του νικητή

φθάνει κάθε χρόνο τα 100.000 ευρώ. Στα τουρνουά αυτά παίζονται, βέβαια, μόνον

πόρτες. Σπανίζει το φαινόμενο να κερδίζει ο ίδιος δύο συνεχόμενες χρονιές,

ωστόσο οι 50 καλύτεροι στον κόσμο είναι συχνά ανάμεσα σε εκείνους που παίρνουν

χρηματικά έπαθλα.

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

«Έχω δίπλωμα ταβλιού από το Πανεπιστήμιο της… Τεχεράνης»

Το τάβλι, όταν παίζεται χωρίς λεφτά, είναι ένα από τα ωραιότερα παιχνίδια

του κόσμου. Είναι ένα παιχνίδι για σοφούς ανατολίτες που θέλουν να

κομματιάσουν τον χρόνο ο οποίος βαδίζει αργά και νωχελικά. Ιδίως τα απογεύματα

του καλοκαιριού. Γι’ αυτό, επειδή το παιχνίδι είναι ανατολίτικο, ακούς

μερικούς ταβλαδόρους να επαίρονται ότι έχουν πάρει δίπλωμα ταβλιού από το

Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης. Μερικοί μάλιστα έχουν τυπώσει και τέτοια διπλώματα

και τα έχουν καδράρει για να τα βλέπουν οι αντίπαλοί τους και να πτοούνται.

Ένα τέτοιο δίπλωμα έχω κι εγώ. Μου το πρόσφερε ο δήμαρχος Βάμου, Γιάννης

Χατζηδάκης, ως πρύτανης.

Στην Ελλάδα παίζουμε μόνο τρία παιχνίδια στο τάβλι. Τις πόρτες, το πλακωτό και

το φεύγα. Μερικοί παίζουν και ένα τέταρτο παιχνίδι που εγώ δεν το ξέρω. Εμένα,

από τα τρία αυτά παιχνίδια μου αρέσει περισσότερο το πλακωτό. Οι πόρτες άρεσαν

πολύ στη μακαρίτισσα τη Μελίνα η οποία έπαιζε ατελείωτες ώρες με τον Ντασσέν.

Συχνά δίναμε μάχες ατελείωτες στο σπίτι της οδού Αναγνωστοπούλου, η Μελίνα, ο

Ντασσέν, ο Σπύρος Μερκούρης – που ερχόταν ειδικά από το Λονδίνο – και ο

Κωνσταντίνος Αλαβάνος.

Το τάβλι είναι ένα παιχνίδι που στηρίζεται κατά 95% στο ζάρι. Αν έχεις καλό

ζάρι και παίζεις στοιχειωδώς καλά δεν μπορεί παρά να κερδίσεις. Αν ρίξει, ας

πούμε, στο πλακωτό, ο ένας παίκτης 5Χ2 και εσύ στην πρώτη ζαριά ρίξεις εξάρες,

τού ‘πιασες αμέσως ένα πούλι στην περιοχή του και πας για να κερδίσεις το

παιχνίδι διπλό. Στις πόρτες, αν ρίξεις άσους και 3Χ1 στις πρώτες σου ζαριές,

έχεις ένα πολύ μεγάλο πλεονέκτημα. Στο φεύγα, αν ρίξεις μεγάλες ζαριές και ο

άλλος μικρές, κινδυνεύει ο αντίπαλός σου να μην μπει στην περιοχή σου και να

χάσει το ματς διπλό.

Για το τέταρτο παιχνίδι, το Γκιουλ ή εβραίικο, ξέρω ελάχιστα πράγματα. Μπορώ

να σε παραπέμψω στην κόρη μου που είναι αστέρι.

Τον χειμώνα δεν παίζω πολύ τάβλι. Μερικές φορές και καθόλου. Έχω την εφημερίδα

και τα διάφορα γραψίματά μου. Το καλοκαίρι όμως του αλλάζω τα φώτα. Πέρσι, ας

πούμε, στη Λήμνο, έπαιξα με τον Σκανδαλίδη πάρα πολλές παρτίδες και πρέπει να

πω ότι ο Κώστας είναι δεινός ταβλαντάς. Στις πόρτες ο Ντασσέν έπαιζε με λεφτά.

Και η Μελίνα και ο συγχωρεμένος ο Τζο Ντασσέν. Παίζανε το λεγόμενο «βίδο».

Δηλαδή, στην πορεία του παιχνιδιού, αν κρίνεις ότι βρίσκεσαι σε

πλεονεκτικότερη θέση από τον αντίπαλο, διπλασιάζεις τη λεγόμενη «μίζα» και ο

αντίπαλος ή τη δέχεται ή πάει πάσο και χάνει την αρχική μίζα. Όπως

αντιλαμβάνεστε, με τα συνεχή μιζαρίσματα το ποσόν μπορεί να φτάσει σε ύψη

αστρονομικά, γιατί ακολουθεί μια γεωμετρική πρόοδο. Γι’ αυτό η αρχική μίζα

είναι συνήθως πολύ μικρή έτσι ώστε όσα κι αν χάσεις να είναι ελάχιστα. Δηλαδή,

αν η αρχική μίζα είναι 10 δρχ. το πολύ πολύ που μπορείς να χάσεις είναι 160

δρχ. με τέσσερα βίδο, πράγμα που δεν συμβαίνει συχνά.

ΚΩΣΤΑΣ ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ

«Αν είσαι “πεσμένος”, το ζάρι σε αποτελειώνει»

Ένας πιστός σύντροφος, ένα καταφύγιο, μια νότα ξεγνοιασιάς, ένα παιχνίδι

εκτόνωσης ή ξεκούρασης; Όλα μαζί και το καθένα χώρια. Το τάβλι.

Τύχη ή στρατηγική; Και το ένα και το άλλο. Κυρίως τύχη. Αλλά όχι μόνο. Το ζάρι

ακολουθεί κατά ένα παράξενο τρόπο την πραγματική σου διάθεση. Αν το προκαλείς

σε φτύνει. Αν το διασκεδάζεις σε δικαιώνει. Αν είσαι «πεσμένος» σε

αποτελειώνει. Αν είσαι «ανεβασμένος» σε πάει. Λιγότερο στρατηγική, περισσότερο

ψευδαίσθηση. Σου μαθαίνει το ρίσκο, σου καλλιεργεί την προσδοκία, σε

εκπαιδεύει στο μη αναμενόμενο, άρα σου αναπτύσσει τη στρατηγική σκέψη. Άμα,

όμως, δεν έχεις ζάρι…

Λένε ότι το τάβλι είναι τύχη και το σκάκι στρατηγική. Δεν έμαθα σκάκι κι όταν

άρχισα να παίζω με τον γιο μου τάβλι και μετά άρχισε να ανακαλύπτει το σκάκι

με παράτησε και παίζει με τον θείο του. Με ξεπέρασε ήδη και αυτό με ανησυχεί

αν αύριο μπορώ να τον παρακολουθήσω έστω στα δικά του άλματα σ’ όλα τα πεδία.

Το παιχνίδι ξεκινά. Ένα ποτό, ένας καφές, ανάλογα με την ώρα, τη μέρα, την

εποχή, τη διάθεση. Ποιος διαλέγει το χρώμα; Παίζει η πρώτη ζαριά; Ξεκινάμε με

πόρτες για να μετρήσουμε τα πούλια; Τα αφήνω στον αντίπαλο που τον θεωρώ

πάντοτε πιο αδύναμο, υποδεέστερο. Δεν δέχομαι ότι το χρώμα επηρεάζει την

ικανότητά μου, η πρώτη ζαριά προφανώς παίζει και πάντα ξεκινάμε με φεύγα γιατί

ξέρω να μετρώ τα πούλια, δεν χρειάζονται οι πόρτες…

Κύκλοι συμπαικτών απειράριθμοι. Και τυχαίοι, αλλά και περιοδικοί. Μια ανάσα

στο σπίτι ο πεθερός μου. Ένα Σάββατο πρωί που διαθέτω μια ώρα στην «ΕΒΓΑ ο

Θόδωρος» στο πεζοδρόμιο Μιχαλακοπούλου και Κερασούντος. Διακοπές στην Κω, το

πρωί στο «Posto» με το μόνιμο θύμα τον καθηγητή μου τον κ. Θαλασσινό –

συνταξιούχος πια – και σειρά αντιπάλων που παρελαύνουν. Περαστικός από τη

Ρόδο, με τον Β. Καμπουράκη, τον πιο συνεπή περιοδικό συμπαίκτη. Και ο Β.

Αθανασίου, ο εκδότης της «Δημοκρατικής» στη Ρόδο, που όλο με προκαλεί στο

«Ακταίο» και με απειλεί αλλά με αποφεύγει. Αλλά ο πιο συναρπαστικός,

εγωκεντρικός φωνακλάς απ’ όλους ο Λευτέρης Παπαδόπουλος. Συνέχεια με βρίζει σε

κάθε ζαριά κι εγώ του απαγγέλλω ένα από τα ποιήματα ή τα τραγούδια του,

διαφορετικό κάθε φορά, μέχρι να γίνουν τα νεύρα του σμπαράλια. Άμα φέρω τη

μόνη ζαριά που ταιριάζει γάντι, σταματά, με κοιτά στα μάτια με εκείνο το

διαπεραστικό βλέμμα και ύστερα από «ενός λεπτού σιγή» βάζει τις φωνές.

Κορυφαία στιγμή ταβλικής έντασης και πάθους, μίσους και έρωτος.

Το τάβλι δεν είναι χόμπι, ούτε διασκέδαση, ούτε για να περνά η ώρα. Είναι λίγο

απ’ όλα και πάνω απ’ όλα οδός διαφυγής αν ακόμη δεν το καταλάβατε!…

Η τηλία των αρχαίων

Αβακας του παιχνιδιού duodecim scripta

Οι αρχαίοι Έλληνες το έλεγαν τηλία, οι Ρωμαίοι duodecim scripta, οι Βυζαντινοί

ταβλίον, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο του Χρήστου Λάζου «Παίζοντας στο χρόνο». Ο

ωραιότερος άβακας του παιχνιδιού duodecim scripta απεικονίζεται σε μάρμαρο από

την Καράρα και φυλάσσεται στο Μουσείο Ρολίν, στο Οτέν. Για την αρχαιοελληνική

τηλία δεν διαθέτουμε ούτε ευρήματα ούτε φιλολογικές αναφορές, αντίθετα με τη

ρωμαϊκή περίοδο όπου και ευρήματα υπάρχουν αλλά και αναφορές στον Μαρτιάλη,

τον Οβίδιο, τον Σουητώνιο. Αρκετά στοιχεία έχουμε για την βυζαντινή τάμπουλα ή

ταβλίον, ο Αγαθίας μάλιστα περιγράφει και παρτίδα του βυζαντινού αυτοκράτορα

Ζήνωνος, το 480 μ.Χ., στην οποία ο Ζήνων κάνει μοιραίο λάθος και χάνει το παιχνίδι.



«Ένα, για να κρεμάω το καπέλο μου»

Ας πάρουμε μια γεύση από μιλητό τάβλι. Καλοκαίρι είναι. Δανειζόμαστε τις

εκφράσεις της… τάβλας από το βιβλίο του Γιώργου Κουσουνέλου «Το αλφαβητάρι

του ταβλαδόρου»:

Όσο πιο βαθιά, τόσο πιο καλά: Το λέει ο παίκτης που αφήνει ένα πούλι

του αντιπάλου του για να πιάσει κάποιο άλλο που βρίσκεται πιο κοντά στη μάνα,

εννοώντας ότι έτσι εξασφαλίζει περισσότερο τη νίκη του.

Τρεις κι ο Χατζηπετρής: Σε περίπτωση που έχουμε φέρει όμοια (διπλή)

ζαριά, μετά τη μετακίνηση τριών πουλιων, ακολουθεί το τελευταίο πούλι, συνήθως

συνοδευόμενο από την παραπάνω φράση.

Πας εξερχόμενος θα συλλαμβάνεται: Έκφραση με την οποία δηλώνεται ότι θα

πιαστεί οποιοδήποτε πούλι του αντιπάλου βρεθεί μόνο του.

Όσο πατάει η γάτα: Θέλουμε να πιάσουμε τον αντίπαλό μας σε οποιοδήποτε

σημείο, ώστε να τον αναγκάσουμε να αφήσει δικό μας πούλι ή να τον

καθυστερήσουμε αν είναι προχωρημένος.

Ψήσου γίδα μ’, ψήσου: Πείραγμα για τον αντίπαλο που συσσωρεύει τα

πούλια του στην περιοχή μαζέματος ενώ εμείς τον κρατάμε και οργανώνουμε όπως

θέλουμε τις κινήσεις μας.

Ένα, για να κρεμάω το καπέλο μου: Το λέει ο νικητής της πρώτης παρτίδας

εννοώντας ότι δεν κινδυνεύει πια να χάσει το ματς με 5-0 ή 7-0, κάτι που

θεωρείται ταπεινωτικό για τους καλούς ταβλαδόρους.

INFO

Α. Β. Μαλτεζόπουλου, «Το σύγχρονο τάβλι» (2 τόμοι), Εκδ. Κονιδάρη, τιμή: 16,49

ευρώ (ο κάθε τόμος)

Γιώργου Κουσουνέλου, «Το αλφαβητάρι του ταβλαδόρου», Εκδ. Δίαυλος, τιμή: 4,88

ευρώ

Χρήστου Δ. Λάζου, «Παίζοντας στο χρόνο-αρχαία ελληνικά και βυζαντινά

παιχνίδια», Εκδ. Αίολος, τιμή: 42,64 ευρώ

Πληροφορίες για ελληνικά τουρνουά: Μανωλιός Μιχάλης, τηλ. 0972-007337, 010-6712.660