Το Gleevec, το νέο φάρμακο που φρενάρει τη λευχαιμία, ­ όπως έγραψαν χθες τα

«ΝΕΑ» σε νεώτερη έκδοση ­, επέδειξε εκπληκτική αποτελεσματικότητα στην

αντιμετώπιση μιας μορφής της φοβερής νόσου και ενδέχεται να είναι

αποτελεσματικό για την αντιμετώπιση και άλλων μορφών καρκίνου. Το φάρμακο, το

οποίο είναι γνωστό και ως STI-571 (από τον αριθμό της χημικής ουσίας που

περιέχει), εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο κλινικών μελετών. Ωστόσο, η

αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) ανακοίνωσε πως εγκρίνει τη

διάθεσή του στο εμπόριο για την αντιμετώπιση της χρόνιας μυελογενούς

λευχαιμίας ­ μίας από τις τέσσερις βασικές μορφές λευχαιμίας. Υπάρχουν, όμως,

ενδείξεις ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλα είδη καρκίνου ­ και αν,

τελικά, εκπληρώσει όλα όσα υπόσχεται, θα αποτελέσει έναν από τους πρώτους

καρπούς των ερευνών γύρω από τη βασική βιολογία του καρκίνου.

Οι γιατροί δηλώνουν ενθουσιασμένοι με το φάρμακο, διότι η επινόησή του έγινε

με βάση τους μηχανισμούς λειτουργίας των καρκινικών κυττάρων, ενώ ενδέχεται να

αποτελέσει το πρώτο από μία νέα ομάδα φαρμάκων, τα οποία θα είναι σχεδιασμένα

να θεραπεύουν διαφορετικά είδη καρκίνου. «Πρόκειται πραγματικά για το πρώτο

ξεκάθαρο παράδειγμα αντικαρκινικού φαρμάκου που επιτίθεται σε ένα

ενδοκυτταρικό μόριο σημάτων», λέει ο δρ Εντ Χάρλοου, κορυφαίος ερευνητής του

καρκίνου στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. «Η διαδικασία

εγκρίσεώς του ολοκληρώθηκε σε χρόνο ρεκόρ για τα δεδομένα της FDA, ακριβώς

επειδή η αποτελεσματικότητά του είναι εκπληκτική».

Η συνήθης θεραπεία για τη νόσο είναι είτε η μεταμόσχευση μυελού των οστών είτε

η ιντερφερόνη, ένα φάρμακο με αρκετά σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες. Το

Gleevec έχει εξάψει το ενδιαφέρον των γιατρών και των συλλόγων των ασθενών,

επειδή μέσα σε λίγες εβδομάδες θεραπείας το 90% όσων το λαμβάνουν βλέπουν τα

επίπεδα των λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα τους να επιστρέφουν στο φυσιολογικό.

Ακόμα και αν αναπτυχθούν ανεπιθύμητες ενέργειες, συνήθως είναι ήπιες.

Υπάρχουν, ωστόσο, δύο βασικά ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα: αν το

φάρμακο παρατείνει τη ζωή των ασθενών και αν υπάρχει περίπτωση να αναπτύξουν

κάποια στιγμή οι ασθενείς ανθεκτικότητα σε αυτό. Όπως, εξάλλου, ανέφερε τον

περασμένο μήνα η «Ιατρική Επιθεώρηση της Νέας Αγγλίας» σε ένα άρθρο της, «δεν

υπάρχουν άμεσες ενδείξεις πως παρατείνει τη ζωή. Εξακολουθεί να υπάρχει

περίπτωση να προκύψουν σημαντικά κλινικά προβλήματα».

Ύφεση στο 90%

Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στην «Ιατρική Επιθεώρηση της Νέας Αγγλίας»

διαπιστώθηκε πως τα επίπεδα των λευκών αιμοσφαιρίων επανήλθαν σε φυσιολογικά

όρια στο 98% των πασχόντων από χρόνια μυελογενή λευχαιμία αρχικών σταδίων, ενώ

στο 13% δεν ανευρέθησαν υπολειπόμενα καρκινικά κύτταρα. Σε μια άλλη μελέτη,

στην οποία συμμετείχαν ασθενείς με τελικού σταδίου λευχαιμία, διαπιστώθηκε πως

το 11% απέκτησαν φυσιολογικά επίπεδα λευκών αιμοσφαιρίων.

Το φάρμακο κάνει τους ειδικούς να είναι πολύ αισιόδοξοι, επειδή καταλαβαίνουν

πλήρως το πώς ακριβώς δρα. Σε αντίθεση με τους περισσότερους καρκίνους, οι

οποίοι εκδηλώνονται όταν συσσωρευθούν αρκετές διαφορετικές γενετικές

μεταλλάξεις, η χρόνια μυελογενής λευχαιμία αρχίζει με ένα μεμονωμένο γενετικό

πρόβλημα: την ανταλλαγή τμημάτων του γενετικού υλικού (του DNA) μεταξύ δύο

χρωμοσωμάτων. Το πρόβλημα αυτό έγινε για πρώτη φορά αντιληπτό το 1960, όταν

δύο γιατροί παρατήρησαν πως όλοι σχεδόν οι πάσχοντες από τη νόσο διέθεταν κάτι

παράξενο στο 22ο ζεύγος χρωμοσωμάτων: από το ένα φαινόταν να λείπει ένα μικρό

τμήμα. Το «κουτσουρεμένο» χρωμόσωμα ονομάσθηκε «χρωμόσωμα Φιλαδέλφεια».

Περίπου 25 χρόνια αργότερα, ο δρ Ντέιβιντ Μπάλτιμορ, νυν πρόεδρος της

εταιρείας Caltech και ο δρ Όουεν Γουάιτ, τώρα στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια

στο Λος Άντζελες, άρχισαν να καταλαβαίνουν γιατί το φαινόμενο αυτό ήταν

επικίνδυνο. Το τμήμα του χρωμοσώματος 22 που έλειπε είχε μεταφερθεί στο

χρωμόσωμα 9, ενώ από το 9 ένα πολύ μικρό (αδιόρατο σχεδόν στο μικροσκόπιο)

τμήμα είχε μεταφερθεί στο χρωμόσωμα 22. Στα τμήματα που «αντηλλάγησαν»

βρίσκονται δύο γονίδια, το ένα από τα οποία είναι το bcr του χρωμοσώματος 22

και το άλλο το abl του χρωμοσώματος 9. Μαζί με τα χρωμοσώματα, έγινε και

μερική ανταλλαγή αυτών των γονιδίων.

Το γονίδιο abl παράγει μια πρωτεΐνη που αποτελεί τμήμα του εσωτερικού

συστήματος επικοινωνίας του κυττάρου. Κατά την ανταλλαγή, όμως, το γονίδιο

αυτό χάνει ένα βασικό τμήμα του: εκείνο που επιτρέπει στην πρωτεΐνη του να

απενεργοποιείται. Η αδιάκοπη λειτουργία της ελαττωματικής αυτής πρωτεΐνης

εικάζεται ότι είναι αυτή που επιτρέπει στα λευκά αιμοσφαίρια του πάσχοντος από

λευχαιμία να πολλαπλασιάζονται αδιάκοπα.

Άλλοι όγκοι

Τον περασμένο μήνα, η «Ιατρική Επιθεώρηση της Νέας Αγγλίας» δημοσίευσε την

περίπτωση μιας ασθενούς στην οποία χορηγήθηκε το STI-571. Η γυναίκα αυτή είχε

πολυάριθμους γαστρεντερικούς στρωματικούς όγκους, αλλά όλοι ανταποκρίθηκαν στο

φάρμακο και η ασθενής είναι κλινικώς καλά. Σε λίγες ημέρες, εξάλλου, θα

ανακοινωθούν στο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας τα

ευρήματα μια άλλης μελέτης, με περισσότερους ασθενείς.

Αναστέλλει και μια τρίτη πρωτεϊνική κινάση, τον υποδοχέα PDGF, ο οποίος είναι

ενεργός σε πολλούς συχνούς καρκίνους. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι τον περασμένο

Δεκέμβριο, το φάρμακο άρχισε να δοκιμάζεται και σε ασθενείς με γλοιοβλάστωμα,

ένας είδος καρκίνου του εγκεφάλου. Η μελέτη αυτή τελεί υπό την επίβλεψη του

Εθνικού Ιδρύματος Καρκίνου των ΗΠΑ.