Κινητήρες παλαιών αεροσκαφών Τ-33 της Πολεμικής Αεροπορίας που

χρησιμοποιούνταν για εκπαίδευση στα ΤΕΙ Χαλκίδας και στο Σχολικό Εργαστηριακό

Κέντρο (ΣΕΚ) Αιγάλεω αποδείχθηκαν ραδιενεργοί και αποσύρθηκαν εσπευσμένα με

εντολή της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας.

Ραδιενεργό κράμα. Τον κινητήρα τύπου j-33 της αμερικανικής εταιρείας Allison

«φορούσαν» τα Τ-33

Η εκπομπή ραδιενέργειας ­ που είναι πάνω από τα φυσιολογικά όρια ­ εντοπίστηκε

τυχαία από τους σπουδαστές και σήμανε συναγερμός. Τώρα, μετά την απόσυρσή

τους, ομάδα ειδικών επιστημόνων «αξιολογεί την έκθεση ακτινοβολίας» (δόση) για

να σταθμίσει πλήρως την κατάσταση και τον βαθμό τυχόν επικινδυνότητας για

όσους ήταν εκτεθειμένοι σ’ αυτήν.

Τα αποτελέσματα, όπως είπε χθες στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος της Επιτροπής Ατομικής

Ενέργειας καθηγητής Λεωνίδας Καμαρινόπουλος, «αναμένονται αύριο – μεθαύριο».

Κατά τον καθηγητή, η έκθεση των σπουδαστών και των καθηγητών τους στη

συγκεκριμένη ακτινοβολία «ήταν αναιτιολόγητη, αν και μικρή». Για τον λόγο

αυτό, άλλωστε, δόθηκε η εντολή της άμεσης απόσυρσης των κινητήρων των

πολεμικών αεροσκαφών ενώ μέχρι να φορτωθούν από το ΣΕΚ Αιγάλεω (είδος Τεχνικού

Λυκείου) η Επιτροπή ζήτησε «να απαγορευτεί η πρόσβαση των μαθητών στον χώρο».

Το επικίνδυνο υλικό που έχει χρησιμοποιηθεί σε κράμα μέρους τού κινητήρα είναι

το θόριο ­ ίσως δε να μην είναι το μόνο ραδιενεργό μέταλλο που περιέχεται. Για

ένα ραδιενεργό υλικό υπάρχουν δύο όρια ακτινοβολίας. Το πρώτο, για να το πούμε

απλά, αφορά τον «πολύ κόσμο». Το δεύτερο ­ το υψηλότερο ­ αφορά εκείνους που

εν γνώσει τους εργάζονται σε ραδιενεργό περιβάλλον, έχουν ατομικό δοσομετρητή

ακτινοβολίας και ξέρουν την ποσότητα ακτινοβολίας που (σωρευτικά) έχουν

δεχθεί. Επιστήμονες εκτός Επιτροπής εκτιμούν, με βάση όσα στοιχεία έχουν γίνει

γνωστά, ότι η συγκεκριμένη ακτινοβολία μάλλον υπερβαίνει το όριο για τον «πολύ

κόσμο», δεν είναι, όμως, και τόσο υψηλή ώστε να υπερβαίνει τα «επιτρεπτά

όρια». Επικίνδυνη καθίσταται, βέβαια, μια ακτινοβολία και σε συνάρτηση με τον

χρόνο στον οποίο κάποιος εκτίθεται σ’ αυτή. Την εκτίμηση για τις ακριβείς

ποσότητες που έχουν δεχτεί οι σπουδαστές – μαθητές και οι καθηγητές των

εργαστηρίων του ΤΕΙ και του ΣΕΚ κάνει τώρα η επιτροπή των ειδικών. Με βάση

αυτές τις μετρήσεις, θα αξιολογηθεί και η έκθεση σε ακτινοβολία χειριστών και

μηχανικών της Πολεμικής Αεροπορίας που τα είχε χειριστεί ή τα συντηρούσε ­ το

αεροσκάφος δεν είναι πλέον σε ενέργεια εδώ και λίγα χρόνια. Ωστόσο ήταν πάρα

πολλά χρόνια εκ των βασικών εκπαιδευτικών αεροσκαφών, αφού τα δύο πρώτα Τ-33Α

προσγειώθηκαν στη βάση της Ελευσίνας στις 21-9-1951. Εκεί όπου τώρα έχουν

αποσύρει ορισμένους κινητήρες τους (τύπου Allison J-33) και μετρούν τη

ραδιενέργειά τους…

Ο εντοπισμός της εκπομπής έγινε τυχαία πριν από ενάμιση μήνα από τους μαθητές

του ΣΕΚ Αιγάλεω, όταν, για άλλο λόγο, έθεσαν σε λειτουργία στο εργαστήριο όπου

ήταν ο κινητήρας ένα μετρητή Γκάιγκερ-Μίλερ για ραδιενέργεια. Η ένδειξη ήταν

θετική ­ υπήρχε, δηλαδή, ακτινοβολία πάνω από το όριο. Το σχολείο ειδοποίησε

την Επιτροπή, που βρήκε την πηγή, το θόριο. Τότε ο κ. Καμαρινόπουλος

συνεννοήθηκε με την Πολεμική Αεροπορία για το ενδεχόμενο να έχουν διατεθεί και

άλλοι κινητήρες J-33. Πριν από 10 ημέρες βρέθηκε ότι υπήρχε τουλάχιστον ένας

στο ΤΕΙ Χαλκίδας, οπότε η Πολεμική Αεροπορία απομάκρυνε και αυτόν αμέσως μετά.

Τέτοιοι κινητήρες φυλάσσονται εκτός από την Ελευσίνα και στο Τατόι. Αξίζει να

σημειωθεί ότι από την πλευρά της Πολεμικής Αεροπορίας αρμόδια πηγή επιβεβαίωσε

την απομάκρυνση των ραδιενεργών κινητήρων των Τ-33 «ύστερα από υποψίες για

ακτινοβολία» και με κοινή απόφαση ΤΕΙ – Αεροπορίας. Έρευνα έγινε και για τυχόν

εκπομπή ραδιενέργειας από άλλους κινητήρες που έχουν διατεθεί εκτός

Αεροπορίας, οι μετρήσεις, όμως, ήταν, σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, αρνητικές.

Στο μεταξύ, σύμφωνα με γαλλικά επιστημονικά έντυπα, απεμπλουτισμένο ουράνιο

(DU) χρησιμοποιείται και σε πολιτικά αεροσκάφη και συγκεκριμένα ως αντίβαρο

στην ουρά και στα φτερά τους. Σύμφωνα με την αμερικανική Ρυθμιστική Επιτροπή

Πυρηνικής Ενέργειας, 168 αεροσκάφη της εταιρείας Μακντόνελ Ντάγκλας DC-10, 60

Λόκχιντ L-1011 και 202 Μπόινγκ 747 φέρουν αντίβαρα απεμπλουτισμένου ουρανίου.

Είναι, όμως, άγνωστο πόσα από αυτά πετούν σήμερα. Κατά το περιοδικό «Sciences

et Vie» υπολογίζεται πάντως ότι σήμερα πετούν πάνω από τα κεφάλια μας

τουλάχιστον 380 τόνοι απεμπλουτισμένου ουρανίου ενώ στα πεδία των μαχών κατά

τον πόλεμο του Κόλπου το 1991 είχαν ριχτεί περίπου 320 τόνοι. Όσο τα αεροπλάνα

πετούν οι ποσότητες αυτές δεν είναι επικίνδυνες. Ο κίνδυνος εμφανίζεται όταν

σημειώνεται ένα αεροπορικό δυστύχημα, που συνοδεύεται από πυρκαγιά, καθώς το

απεμπλουτισμένο ουράνιο αρχίζει να σιγοκαίγεται σε θερμοκρασία 500 βαθμών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ύστερα από ένα δυστύχημα σε Μπόινγκ 747 των ισραηλινών

αερογραμμών το 1992 στο Άμστερνταμ, πολλές χιλιάδες άνθρωποι παρουσίασαν

χρόνια προβλήματα υγείας (ναυτίες, πονοκεφάλους, διαταραχές ύπνου, διάφορες

νευρολογικές παθήσεις). Η επίσημη έκθεση που δημοσιεύτηκε το 1999 αναγνώριζε

την ύπαρξη άμεσης σχέσης ανάμεσα στα συμπτώματα αυτά και στο δυστύχημα.