Δεν είναι όλα ίδια. Υπάρχουν χαμόγελα και χαμόγελα. Να, η κυρία που «τρακάρω»

καμιά φορά και… τσακίζει την άκρη των χειλιών της σε κάτι που, όπως έχει

μάθει, πρέπει να κάνουν οι καθωσπρέπει άνθρωποι ­ ούτε μια ακρούλα της καρδιάς

δεν μπορεί να αγγίξει. Περνάει και φεύγει και είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ.

Τίποτα δεν μένει πίσω της, ούτε καν μια υποψία στάχτης.

Υπάρχουν όμως και χαμόγελα που είναι άλλο πράγμα. Σαν μια ευθεία και

ανεμπόδιστη γραμμή επικοινωνίας από ψυχή σε ψυχή. Σαν δροσερό αεράκι σε μια

σκονισμένη μουντή ημέρα. Σαν τις στάλες του ψιλόβροχου στα φύλλα των δέντρων.

Και είναι μια ευγένεια που δεν αντιγράφει τους τύπους. Βγαίνει από κάπου

βαθιά, πολύ βαθιά, σαν τα πολύτιμα κοιτάσματα. Και είναι αγάπη για τους

ανθρώπους, είναι έγνοια για ό,τι συμβαίνει ακόμη και στην πιο μακρινή γωνιά

της Γης. Είναι χρόνος για το χέρι που απλώνεται. Είναι χώρος για το Άλλο, το

Αλλιώτικο, το Είναι, αλλά και το Ίσως. Είναι το χαμόγελο και η ευγένεια μιας

γυναίκας όπως η Εύη που, όπως είπε η Μάτα όταν την αποχαιρετούσαμε, «δεν έδινε

χρόνο στη ζωή, αλλά ζωή στον χρόνο»…

Όταν περνάει δίπλα σου ένα πλάσμα με τέτοιο χαμόγελο και ευγένεια αφήνει πίσω

του ένα υπέροχο άρωμα γαζίας. Ένα άρωμα που μένει για πολύ στον αέρα. Για να

μπορείς να ονειρεύεσαι. Για να νιώσεις μέσα σου ότι τύχη είναι η ευκαιρία να

συναντήσεις στη ζωή σου έστω και ένα τέτοιο χαμόγελο. Για να βρεις την

απαντοχή να μη σε νοιάζουν τα τσακισμένα χαμόγελα των ψεύτικων κοινωνικών

σχέσεων. Που, έτσι κι αλλιώς, δεν μπορούν να επηρεάσουν τη ροή του ποταμού.