Οι αλεπούδες κυκλοφορούν μέσα στην πόλη της Αθήνας. Τέσσερις από αυτές ζουν

αυτήν τη στιγμή στο Άλσος Συγγρού, στο Μαρούσι. Ερπετά κυκλοφορούν στα άλση

των παρυφών της πόλης, νυχτερίδες ­ σε μικρούς αριθμούς ­ πετάνε ανάμεσα στις

κεραίες της τηλεόρασης, σε κατοικημένες περιοχές. Κάποια είδη της πανίδας της

Αττικής προσπαθούν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν στο

περιβάλλον του νομού μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων χρόνων,

που μετέτρεψαν ολόκληρες εκτάσεις από δάση σε ερήμους.

«Είναι λογικό να αλλάζει ο βιολογικός κύκλος των ζώων μετά τις φωτιές», εξηγεί

ο δασολόγος Αριστοτέλης Παπαγεωργίου. «Τα ζώα έχουν ένα συγκεκριμένο τρόπο

ζωής και διατροφής. Οριοθετούν ένα συγκεκριμένο χώρο δράσης. Όταν εκδηλώνεται

μια καταστροφική πυρκαγιά, τότε τα ζώα βρίσκονται σε σύγχυση. Πρέπει να

αναζητήσουν νέους χώρους όπου θα μπορούν να φωλιάσουν, να αναζητήσουν την

τροφή τους κ.λπ. Θα υπάρξει μια μεταβατική περίοδος για αυτά. Μια περίοδος

προσαρμογής». «Η φυσική αναγέννηση των καμένων δασών στην Αττική βρίσκεται σε

εξέλιξη», εξηγεί ο πρόεδρος της εταιρείας «Προστασίας της Φύσης», ερευνητής κ.

Γιώργος Σφήκας. «Ύστερα από μια φωτιά το οικοσύστημα ανακάμπτει μόνο του. Τα

φυτά αναγεννώνται αναπτύσσοντας ταχύτατους ρυθμούς. Η βλάστηση αποκαθίσταται

μεν, αλλά η ποικιλότητά της είναι διαφορετική από πριν», εξηγεί ο ερευνητής.

«Οι αλλαγές αυτές στην ποικιλότητα των φυτών έχουν ως αποτέλεσμα να

παρατηρούνται διαφοροποιήσεις στα ζώα και πτηνά που ζουν στο ίδιο μέρος. Έχει

παρατηρηθεί, χωρίς όμως να υπάρχουν επίσημες μετρήσεις, ότι στις έρημες πλέον

εκτάσεις της Πεντέλης ζουν πολλοί κορυδαλλοί, που βρίσκουν πολύ πιο εύκολα

τροφή σε άδειες περιοχές. Αυτοί οι κορυδαλλοί πριν από τη φωτιά δεν ζούσαν

εκεί. Ούτε θα ζουν εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Θα ζήσουν για ένα

μεσοδιάστημα δύο ή τριών χρόνων μετά τη φωτιά και μετά θα αναζητήσουν αλλού

τροφή. Τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν αρκετές». «Μια πυρκαγιά έχει ως αποτέλεσμα

μια σειρά αλλαγών στο μικροκλίμα της περιοχής. Στην Πεντέλη η μέση θερμοκρασία

από το 1993 μέχρι και σήμερα έχει ανέβει κατά τρεις με τέσσερις βαθμούς

τουλάχιστον», λέει ο κ. Παπαγεωργίου. «Το μικροκλίμα έχει ως αποτέλεσμα την

καλλιέργεια διαφορετικών φυτών, θάμνων κ.λπ. Αυτά αποτελούν τροφή πολλών

ειδών, όπως είναι οι λαγοί. Σε αυτή την αλυσίδα ο ένας κρίκος παρασέρνει τον

άλλο. Ο τελευταίος κρίκος είναι οι νέες συνήθειες των ζώων».

«Αυτήν τη στιγμή υπάρχουν τρεις πυρήνες στην Αττική που μπορούν να

χαρακτηριστούν δασικοί. Πρόκειται για την Πάρνηθα, τα Βίλια και τον Υμηττό. Σε

αυτές τις περιοχές ζουν αρκετά θηλαστικά και πουλιά», τονίζει ο Γιώργος

Γιαννάτος, ζωολόγος, από το WWF Ελλάς. «Όταν καίγεται μια έκταση, και μάλιστα

τόσο μεγάλη όπως αυτές που κάηκαν τα τελευταία καλοκαίρια, τότε τα ζώα πρέπει

πρώτα από όλα να βρουν τροφή. Αρπακτικά όπως τα ξεφτέρια και τα γεράκια μπορεί

να προσεγγίσουν τις παρυφές της πόλης, το ίδιο μπορούν να κάνουν ακόμα και

θηλαστικά, όπως οι αλεπούδες και τα αγριόσκυλα. Στο Λαύριο παρατηρήθηκαν τον

τελευταίο καιρό σπιζαετοί. Ζούσαν και τρέφονταν από το γειτονικό δάσος του

Σουνίου που κάηκε πρόσφατα. Γερακίνες έκαναν βόλτα ακόμα και μέσα στην πόλη,

αφού εκεί θα βρουν τα τρωκτικά την τροφή τους για να ζήσουν και όχι στις

καμένες εκτάσεις. Εκτός από τις μετακινήσεις πληθυσμών και ειδών», συνεχίζει ο

κ. Γιαννάτος, «έχουν παρατηρηθεί διαφοροποιήσεις και στον πληθυσμό αυτών των

ειδών. Ερπετά, χελώνες, μικρά θηλαστικά όπως εντομοφάγα και τρωκτικά αλλά και

νεοσσοί πουλιών πεθαίνουν ταυτόχρονα με τη φωτιά αλλάζοντας δραματικά τους

αριθμούς». «Τα δασικά οικοσυστήματα αναταράσσονται έπειτα από μια μεγάλη

φωτιά», λέει η Κατερίνα Χριστοφιλίδου από τον «Αρκτούρο». «Όταν μια περιοχή

δεν μπορεί να προσφέρει τροφή, πολλά είδη για να επιβιώσουν, έχοντας

ανεπτυγμένο το αίσθημα της αυτοσυντήρησης, αναζητούν αλλού την τροφή τους.

Παρασύρονται και είναι πιθανόν να βρεθούν ακόμα και μέσα στην πόλη». Η

αναδάσωση του Υμηττού είχε ως αποτέλεσμα να εμφανιστούν στις αναδασωθείσες

περιοχές σμήνη εντόμων. Πριν από τη φωτιά αυτά δεν υπήρχαν. Ο λόγος είναι ότι

χρησιμοποιήθηκε τραχεία πεύκη η οποία φύεται στη Μακεδονία και τα νησιά του

Αιγαίου και όχι στην Αττική. «Ο Υμηττός είναι μακρύ και στενό βουνό, που η

ψηλότερη κορυφή του αγγίζει τα 1.026 μέτρα», εξηγεί η Κατερίνα Χριστοφιλίδου.

«Για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στα αστικά κέντρα είναι απαραίτητη η δράση

προς την κατεύθυνση της προστασίας και της ορθολογικής διαχείρισης του φυσικού

περιβάλλοντος που περιβάλλει ή γειτονεύει με τα κέντρα αυτά. Αυτή είναι και η

περίπτωση του Υμηττού», συμπληρώνει η ίδια. «Οι αλλαγές στη συμπεριφορά της

πανίδας είναι σημαντικές. Όμως είναι ανεπαίσθητες μπροστά στις αλλαγές που θα

γίνουν αν συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια αυτή η καταστροφή. Η Αττική θα

μετατραπεί σε μια ερημική περιοχή όπως είναι οι Κυκλάδες», λέει ο κ. Σφήκας.

LINKS

http://www.minenv.gr

http://www.wwf.gr/pages/forest.htm