Αναγνωρίζουν τα οφέλη του ηλεκτρονικού εμπορίου και αναμένουν ότι τα επόμενα

χρόνια θα είναι απαραίτητο εργαλείο για αρκετούς επιχειρηματικούς κλάδους. Από

τους Έλληνες επιχειρηματίες που έχουν σελίδες στο Διαδίκτυο, το 9% δηλώνει ότι

έχει ήδη παρατηρήσει αύξηση των πωλήσεων, ενώ το 18,5% ελπίζει ότι θα δει

αποτελέσματα στο επόμενο διάστημα. Το 21% εκτιμά ότι η χρήση του Ίντερνετ και

το ηλεκτρονικό εμπόριο θα προσφέρουν ευελιξία στην εξυπηρέτηση των πελατών και

το 17,5% ότι θα βελτιωθεί η ποιότητα εξυπηρέτησής τους.

Αυτά προκύπτουν από τις απαντήσεις που έδωσαν Έλληνες επιχειρηματίες στο

πλαίσιο έρευνας που πραγματοποίησε το Ερευνητικό Κέντρο Ηλεκτρονικού Εμπορίου

eLTRUN, του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, τον Μάιο του 2000. Οι ελληνικές

επιχειρήσεις δίνουν βαρύτητα στο ηλεκτρονικό εμπόριο και μάλιστα το θεωρούν ως

στρατηγικό εργαλείο επιχειρηματικότητας. Μάλιστα, ένας στους τέσσερις

επιχειρηματίες (23%) εκτιμά ότι το πιο σημαντικό όφελος θα είναι η πρόσβαση σε

νέες αγορές και νέους πελάτες, ενώ το 21% ότι το Ίντερνετ παρέχει ένα νέο

κανάλι προς την αγορά.

Τα εμπόδια

Παρά το γεγονός, όμως, ότι οι Έλληνες επιχειρηματίες βλέπουν με ιδιαίτερο

ενδιαφέρον το Διαδίκτυο και εκτιμούν ότι θα αυξηθούν τα οφέλη από αυτό, δεν

παραλείπουν να αναφερθούν και σε εμπόδια, τα οποία κρίνουν σημαντικά για τη

λειτουργία του στη χώρα μας. Σημαντικότερο εμπόδιο κρίνεται ο περιορισμένος

αριθμός χρηστών που, σύμφωνα και με στοιχεία της ΟΤΕΝΕΤ, στα μέσα του

περασμένου έτους δεν ξεπερνούσαν το 5% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Την

άποψη αυτή έχουν έξι στους 10 Έλληνες επιχειρηματίες, ενώ ένας στους δύο

εκτιμά ότι σημαντικό εμπόδιο είναι και η έλλειψη κανονιστικού και νομοθετικού

πλαισίου για το ηλεκτρονικό εμπόριο και τις ψηφιακές υπογραφές.

Την ίδια στιγμή, στις άλλες χώρες της Ευρώπης, τα μεγαλύτερα εμπόδια στην

ευρύτερη εφαρμογή του ηλεκτρονικού εμπορίου έχουν να κάνουν με την εδραίωση

της εμπιστοσύνης των χρηστών, την ασφάλεια του μέσου και την έλλειψη

ιδιαίτερου ενθουσιασμού από τις επιχειρήσεις, που τηρούν στάση αναμονής.

Οι πρωταγωνιστές

Όπως προκύπτει από την έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου, αναλύοντας τη

δυναμικότητα των κλάδων της ελληνικής οικονομίας, τους πόρους αλλά και τις

δυνατότητες που διαθέτουν, πρωταγωνιστές για τα επόμενα χρόνια αναμένεται να

είναι τέσσερις κλάδοι: του λιανεμπορίου, των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, των

μέσων μαζικής ενημέρωσης και των παροχών υπηρεσιών Ίντερνετ και κινητής

τηλεφωνίας.

Το ελληνικό λιανεμπόριο διαθέτει ήδη τεχνογνωσία ηλεκτρονικού εμπορίου, χάρη

στις πρωτοβουλίες που έχουν αναπτυχθεί, και ξεχωρίζει, όπως αναφέρουν οι

ερευνητές, για την ευρύτατη πελατειακή βάση στην οποία έχει πρόσβαση, καθώς

και για τη σύγχρονη οργάνωση των Logistics και των καναλιών διανομής, κυρίως

των μεγάλων αλυσίδων καταστημάτων.

Πρόσβαση σε μεγάλη πελατειακή βάση έχουν και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί,

όπως αναλύεται στην έρευνα του eLTRUN, ενώ το προϊόν τους μπορεί να γίνει

ψηφιακό με τη βοήθεια ενός οργανωμένου δικτύου παροχής υπηρεσιών. Μάλιστα, η

σημαντική εμπειρία και η υποδομή σε πληροφορική, καθώς και η δυνατότητα

υποστήριξης των ηλεκτρονικών συναλλαγών, προσφέρουν ένα ακόμα πλεονέκτημα στον

κλάδο αυτόν, ώστε να αποτελέσει έναν από τους πρωταγωνιστές στο επόμενο

διάστημα.

Περιεχόμενο που μπορεί να γίνει ψηφιακό έχουν και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης

με επιπλέον πλεονέκτημα την υψηλή επισκεψιμότητα και την πρόσβαση των

καταναλωτών σε κανάλια επικοινωνίας που μπορούν εύκολα να μεταβληθούν σε

κανάλια πωλήσεων.

Τέλος, οι παροχείς Ίντερνετ και οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας διαθέτουν

εξελιγμένες υπηρεσίες και η πελατειακή τους βάση είναι εκπαιδευμένη.

Οι εξελίξεις

Με την ανάπτυξη ψηφιακών καναλιών, εξαγορές ομοειδών εταιρειών αλλά και

συμμαχίες με επιχειρήσεις παρεμφερούς ή άλλου κλάδου αναμένεται και η ανάπτυξη

των ελληνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται και στο ηλεκτρονικό εμπόριο.

Από τις επιχειρήσεις που πήραν μέρος στην έρευνα, στο σύνολο του δείγματος, το

10% έχουν προχωρήσει σε συμμαχίες ενώ σκοπεύει να κάνει το ίδιο μία στις

τέσσερις ελληνικές επιχειρήσεις.

Το 5% έχει ήδη προχωρήσει σε εξαγορές εταιρειών, ενώ το ίδιο ποσοστό έχει

προβεί στη δημιουργία νέας επιχείρησης και το 15% μελετά να προχωρήσει σε

τέτοια κίνηση στο μέλλον.