«Στη χώρα των Ελλήνων δόθηκε μέσα στην

ομιλούμενη γλώσσα της ένα έκτακτο χάρισμα

να υπομένει τον πλούτο του ιερού, τον

ευμενή αλλά και απειλητικό χαρακτήρα του»

Μ. Χάιντεγκερ

Η επιτυχία της χώρας μας με την ένταξή της στην ΟΝΕ θέτει εκ των πραγμάτων

στην πρώτη γραμμή της συζήτησης την ουσιαστική σύγκλιση με τις άλλες χώρες της

Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). Και βεβαίως η οικονομία είναι η βάση όλου του

πολιτικού εποικοδομήματος, αλλά υπάρχουν και αυτόνομες δράσεις του

πολιτιστικού πεδίου, οι οποίες μπορούν να συνεισφέρουν σημαντικά στην όλη

προοπτική του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.

Σε ένα τέτοιο κλίμα επωάστηκε η απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να

ανακηρύξει το 2001 σε Έτος Ευρωπαϊκών Γλωσσών, συνδέοντας μάλιστα αυτή την

πρωτοβουλία με το έτος κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Οι στόχοι αυτής

της προσπάθειας είναι: α) Η ευαισθητοποίηση του πληθυσμού σχετικά με τη

σημασία του γλωσσικού και πολιτιστικού πλούτου εντός της Ε.Ε. και την

πολιτισμική αξία που αντιπροσωπεύει αυτός ο πλούτος, λαμβάνοντας υπόψη την

αρχή σύμφωνα με την οποία όλες οι γλώσσες είναι ισότιμες και αξίζουν τον ίδιο

σεβασμό. β) Η ενίσχυση της πολυγλωσσίας. γ) Η ενημέρωση όσο το δυνατόν

ευρύτερου μέρους του πληθυσμού για τα πλεονεκτήματα της ικανότητας χρήσης

πλειόνων γλωσσών, ως βασικού στοιχείου της προσωπικής και επαγγελματικής

ανάπτυξης των ατόμων, της διαπολιτιστικής κατανόησης, της πλήρους αξιοποίησης

των δικαιωμάτων που συνεπάγεται η ιθαγένεια της Ένωσης. Ο πληθυσμός-στόχος θα

περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τους μαθητές και τους φοιτητές, τους γονείς, τους

εργαζομένους, τους αιτούντες εργασία, τους κατοίκους των παραμεθόριων ζωνών

και των περιφερειακών περιοχών, τους πολιτιστικούς φορείς, τις μειονεκτικές

κοινωνικές ομάδες, τους μετανάστες κ.λπ. δ) Η ενθάρρυνση όλων των ατόμων που

διαμένουν στα κράτη-μέλη για τη διά βίου εκμάθηση γλωσσών, ενδεχομένως από την

προσχολική και τη στοιχειώδη εκπαίδευση, και την απόκτηση συναφών δεξιοτήτων

που συνδέονται με τη χρησιμοποίηση της γλώσσας για συγκεκριμένους σκοπούς

(επαγγελματικούς κ.ά.), ανεξαρτήτως ηλικίας, καταγωγής, κοινωνικής κατάστασης,

προηγούμενης σχολικής φοίτησης και διπλωμάτων. ε) Η συλλογή και διάδοση

πληροφοριών για τη διδασκαλία και την εκμάθηση γλωσσών και για τις δεξιότητες,

τις μεθόδους (ιδίως τις καινοτόμες) και τα εργαλεία, περιλαμβανομένων και

εκείνων που αναπτύσσονται στα πλαίσια άλλων κοινοτικών δράσεων και

πρωτοβουλιών, τα οποία βοηθούν αυτήν τη διδασκαλία και την εκμάθηση και / ή

διευκολύνουν την επικοινωνία μεταξύ των χρηστών διαφορετικών γλωσσών.

Βεβαίως, το όλο θέμα ισοτιμίας των γλωσσών έχει σημαντική διάσταση μεταξύ

διακηρύξεων και πράξης. Υπάρχει η ταχεία επέκταση της αγγλικής γλώσσας και η

«μονοκαλλιέργεια» μιας αντίστοιχης κουλτούρας ως απόρροια των οικονομικών και

παραγωγικών εξελίξεων στον χώρο της αγοράς. Ως εκ τούτου, πρέπει να

αναπτυχθούν ισχυρές τάσεις πραγματικής ισοτιμίας όλων των γλωσσών. Η γλωσσική

πολυμορφία είναι θησαυρός και στοιχείο δυναμικής πολιτισμικής ανέλιξης.

Υπάρχουν και δύο επιπλέον θετικά στοιχεία που τα αναγνωρίζει και η Ε.Ε.: α) Η

ορθή γνώση της μητρικής γλώσσας και η εκμάθηση των κλασικών γλωσσών, ιδίως των

λατινικών και των ελληνικών, μπορεί να διευκολύνει την εκμάθηση άλλων γλωσσών.

β) Η πρόσβαση στην απέραντη λογοτεχνική κληρονομιά στη γλώσσα του πρωτοτύπου

μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη της αμοιβαίας κατανόησης και να προσδώσει

ένα απτό περιεχόμενο στην έννοια της ευρωπαϊκής ιθαγένειας. Είναι σημαντικό το

γεγονός της αυξημένης δυναμικής για γλωσσομάθεια από τους μαθητές μας. Εδώ θα

αναπτυχθεί κυρίως ο στόχος για εκμάθηση δύο ξένων γλωσσών από κάθε πολίτη της

Ε.Ε. Πρέπει να στηριχθεί από τη χώρα μας, με συστηματικό τρόπο, η διάδοση της

ελληνικής γλώσσας, αφού υπάρχει έντονο ενδιαφέρον στους νέους αρκετών άλλων

χωρών (π.χ. Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία). Άλλωστε ο Πωλ Βαλερύ τόνιζε: «Κάθε

φυλή, κάθε γη, που διαδοχικά εκρωμαΐσθηκε, εκχριστιανίσθηκε και υποβλήθηκε

πνευματικά στην πειθαρχία των Ελλήνων, είναι απολύτως Ευρώπη».

Ο Νίκος Τσούλιας είναι πρόεδρος ης ΟΛΜΕ