ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ.

Γραφείο Βόρειας Ελλάδας.

Εισαγωγή, διακίνηση, χρήση και προώθηση στην Ευρώπη. Τα τέσσερα «σημάδια του

κακού» που έχουν να κάνουν με την εμπορία ναρκωτικών συγκεντρώνονται πλέον στη

Θεσσαλονίκη, η οποία μετατρέπεται σε κομβικό σημείο-πέρασμα από τις χώρες

παραγωγής στις χώρες κατανάλωσης. Το γεγονός ότι το «ενδιαφέρον» των

μεγαλεμπόρων ναρκωτικών επικεντρώνεται στη Βόρεια Ελλάδα ανησυχεί ιδιαίτερα

τις διωκτικές αρχές. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που

δείχνουν οι διεθνείς διωκτικές αρχές, όπως η υπηρεσία δίωξης ναρκωτικών των

ΗΠΑ, η γνωστή DEA (Drug Enforsement Agency), οι επικεφαλής της οποίας φέρονται

ότι μελέτησαν ακόμη και το ενδεχόμενο εγκατάστασης κλιμακίου τους στη

Θεσσαλονίκη.

«Η αύξηση που παρατηρείται και κυρίως του αριθμού των χρηστών πρέπει να μας

ανησυχεί όλους, η Θεσσαλονίκη είναι σημείο που διέρχονται οι άξονες των

ναρκωτικών κυρίως από Βουλγαρία και Τουρκία», παρατηρεί ο γενικός αστυνομικός

διευθυντής Θεσσαλονίκης υποστράτηγος Γιάννης Παναγόπουλος. Η αλλαγή έχει να

κάνει με τη σύγχρονη πραγματικότητα και τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η

εφαρμογή της Συνθήκης Σένγκεν και η ουσιαστική κατάργηση των τελωνειακών

ελέγχων μεταξύ των μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης άνοιξε τα σύνορα για τους

εμπόρους ναρκωτικών.

Μέσα στο 2000, όπως φαίνεται από τα στατιστικά στοιχεία της Υποδιεύθυνσης

Δίωξης Ναρκωτικών Θεσσαλονίκης, συνελήφθησαν 1.207 άτομα, κατασχέθηκαν 20,3

κιλά ηρωίνης, 3,4 κοκαΐνης, 638 κιλά χασίς και η μεγαλύτερη ποσότητα χαπιών

«έκσταση», περίπου 53.000. Η αύξηση σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο είναι

της τάξεως του 10-12% σε όλες τις ποσότητες.

Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η μεγιστοποίηση του αριθμού των χρηστών και η

παράλληλη αύξηση των θανάτων. Μέσα στο 2000 ο αριθμός των νεκρών από ναρκωτικά

στη Θεσσαλονίκη έφθασε τους 49, όταν το 1999 ήταν 30. Την τελευταία δεκαετία,

σε σχέση με την προηγούμενη, έχουν αυξηθεί σε ποσοστό 5% και οι χρήστες που

αρχίζουν τα ναρκωτικά σε ηλικία μικρότερη των 20 χρόνων. «Η κατάσταση είναι

ακόμη χειρότερη», τόνισε ο καθηγητής Ιατροδικαστικής και τοξικολογίας στο ΑΠΘ

Δημήτρης Ψαρούλης που ασχολήθηκε με τη σχετική έρευνα.

Τα στοιχεία της έρευνας αυτής αφορούν την αύξηση των χρηστών στις ηλικίες

10-20 χρόνων. Έτσι, ενώ στην προηγούμενη περίοδο 1984-1991 (από το 1984

υπάρχουν στοιχεία στο αρχείο του εργαστηρίου τοξικολογίας) το ποσοστό των

επισκεπτών στο εργαστήριο που δήλωσαν ότι ξεκίνησαν τα ναρκωτικά στις ηλικίες

αυτές φθάνει το 8,02%, στη δεκαετία 1991-99 το ποσοστό αυτό εκτινάχθηκε στο

13,8%.

Ακόμη ένα σημαντικό στοιχείο είναι η συμμετοχή των ομογενών από την πρώην

Σοβιετική Ένωση που καταλήγουν να κάνουν χρήση σκληρών ναρκωτικών, καθώς στις

χώρες τους κυκλοφορούσε σε μεγάλες ποσότητες το όπιο.