Επισήμως οι μεγάλοι ξένοι επενδυτικοί οίκοι που έχουν μεγάλη παρουσία στην

ελληνική αγορά μετοχών αποφεύγουν να κάνουν προβλέψεις για τον Γενικό Δείκτη

από τον περασμένο Σεπτέμβριο και Οκτώβριο.

Οι εκθέσεις τους περιορίζονται στην ανάλυση των μακροοικονομικών και

μικροοικονομικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας.

Άλλες φορές τονίζουν ξεκάθαρα τις θετικές προοπτικές της ελληνικής αγοράς και

της ελληνικής οικονομίας κάνοντας μάλιστα προβλέψεις και για τις εισροές ξένων

κεφαλαίων τόσο στο Χρηματιστήριο όσο και στα ομόλογα.

Άλλες φορές αφήνουν να εννοηθούν (εύκολα) οι θετικές προοπτικές και τα

συγκριτικά πλεονεκτήματα της ελληνικής κεφαλαιαγοράς (μετοχές και ομόλογα).

Παρατηρώντας τελευταία τις εκθέσεις τους για την Ελλάδα ­ και ιδιαίτερα

εκείνες που αφορούν τις προβλέψεις τους για τα επόμενα χρόνια ­ διαπιστώνει

κανείς ότι έχει αλλάξει ο τρόπος προσέγγισης και ανάλυσης: δεν επιμένουν τόσο

πολύ στην ανάλυση, παρουσίαση και προβολή των μικροοικονομικών και

μακροοικονομικών μεγεθών της Ελλάδας, ούτε κάνουν συγκεκριμένες προβλέψεις για

το ελληνικό Χρηματιστήριο. Εντάσσουν όμως την Ελλάδα και τους επιμέρους τομείς

ανάλυσης (μακροοικονομία, μικροοικονομία, Χρηματιστήριο, ομόλογα, ισοτιμία,

επιτόκια κ.λπ.) στο ευρύτερο περιβάλλον όπου ανήκει, δηλαδή στην ΟΝΕ.

Με τον τρόπο αυτό αφήνουν να εννοηθεί σχεδόν ξεκάθαρα ότι οι αναλύσεις, οι

εκτιμήσεις και οι προβλέψεις που γίνονται για τις οικονομίες και τις αγορές

των χωρών της ΟΝΕ αφορούν και την Ελλάδα.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στους πίνακες ή στα σχόλια για τις οικονομίες και

τις αγορές της ΟΝΕ περιλαμβάνεται πάντα η Ελλάδα. Όμως, αποφεύγουν να κάνουν

ειδική αναφορά στην Ελλάδα και ιδιαίτερα για την πορεία του ελληνικού

Χρηματιστηρίου για το 2001.

Τι εξετάζουν οι ξένοι

Από τις αρχές του μήνα έχουν δημοσιευθεί από μεγάλους ξένους επενδυτικούς

οίκους αρκετές εκθέσεις με αναλύσεις και προβλέψεις για το 2001. Οι εκθέσεις

αυτές αφορούν τόσο τις διεθνείς οικονομίες όσο και τις αγορές.

Η Σοφοκλέους και η ελληνική οικονομία περιλαμβάνονται στις παραπάνω αναλύσεις,

αλλά με τον τρόπο που περιγράφηκε παραπάνω. Η αίσθηση που αφήνουν στον

αναγνώστη οι εκθέσεις είναι θετική για την Ελλάδα. Δεν δίνονται όμως

συγκεκριμένες απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα.

Πού θα πάει ο Γενικός Δείκτης το 2001; Πόσα ξένα κεφάλαια θα εισρεύσουν; Τα

κεφάλαια αυτά θα είναι αρκετά ώστε να αναστραφεί το κλίμα;

Αυτές είναι μόνο μερικές ερωτήσεις, των οποίων οι απαντήσεις μπορούν να δοθούν

μόνο ανεπίσημα, μιλώντας προφορικά με τους επικεφαλής των τμημάτων αναλύσεων

για την Ελλάδα των αντίστοιχων μεγάλων ξένων επενδυτικών οίκων κυρίως στις ΗΠΑ

και στο Λονδίνο.

Από συζητήσεις μαζί τους προκύπτει ότι οι απόψεις μεταξύ τους αποκλίνουν

σημαντικά. Τα σχόλιά τους γενικά είναι θετικά, αλλά όπως εξήγησαν το τοπίο

ακόμη, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη και τη διεθνή οικονομία,

παραμένει θολό. Έτσι, μια σειρά από παράγοντες θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και

αφού ξεκαθαριστούν τότε οι προβλέψεις θα είναι πιο εύκολες.

Οι βασικοί αυτοί παράγοντες είναι οι εξής:

Πρώτον, παρέμενε ακόμη ανοικτό σχεδόν μέχρι τα μέσα του μήνα το θέμα

των αμερικανικών εκλογών. Το αποτέλεσμά τους, πέραν από τις πολιτικές

συνέπειες δημιουργεί οικονομικές ισορροπίες, οι οποίες έχουν σχέση με την

κίνηση κεφαλαίων σε ΗΠΑ και Ευρώπη.

Δεύτερον, η Ελλάδα πλέον ανήκει στην ΟΝΕ και δέχεται τα οφέλη και τις

δυσμενείς συνέπειες, όπως και η Ευρώπη. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα πρέπει

να ξεκαθαριστούν ορισμένοι παράγοντες που έχουν σχέση κυρίως με τα ευρωπαϊκά

και αμερικανικά επιτόκια, τον πληθωρισμό στην Ευρώπη και τους ρυθμούς

ανάπτυξης.

Τρίτον, οι ξένοι περιμένουν να δουν τις εξελίξεις στο θέμα των

λεγόμενων διαρθρωτικών αλλαγών. Οι πρόσφατες εξαγγελίες τούς βρήκαν σύμφωνους

­ όπως και εκείνες από τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ.

Γιάννο Παπαντωνίου, τον πρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κ. Σταύρο Θωμαδάκη

και τον πρόεδρο του ΧΑΑ-ΧΠΑ κ. Παναγιώτη Αλεξάκη, σχετικά με θέματα εποπτείας

και χρηματιστηριακών συναλλαγών και λειτουργίας της ελληνικής κεφαλαιαγοράς

γενικότερα. Όμως, είπαν, ότι ειδικά στο θέμα των διαρθρωτικών αλλαγών «τα

έχουμε ξανακούσει, χωρίς να δούμε ουσιαστικά αποτελέσματα».

Τέταρτον, η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα μεταβατικό στάδιο, δηλαδή είναι μία

αγορά μεταξύ αναπτυσσόμενης και ανεπτυγμένης. Όσο θα πλησιάζει η ώρα της

επίσημης εφαρμογής της απόφασης της Morgan Stanley για τη μετάταξή της στις

ανεπτυγμένες αγορές θα ξεκαθαρίζει περισσότερο το τοπίο για τις εισροές (από

ξένα κεφάλαια που επενδύουν σε ανεπτυγμένες αγορές) και για τις εκροές (από τα

ξένα κεφάλαια που επενδύουν σε αναδυόμενες αγορές).

Πέμπτον, προέκυψε η ανακοίνωση της Morgan Stanley, σύμφωνα με την οποία

θα αναθεωρήσει όλους τους δείκτες της με βάση την ελεύθερη προς διαπραγμάτευση

χρηματιστηριακή αξία των μετοχών (free float) σε δύο φάσεις. Η πρώτη θα γίνει

τον Νοέμβριο του 2001 και η άλλη τον Μάιο του 2002. Το γεγονός αυτό αλλάζει

τους συντελεστές βαρύτητας των ελληνικών μετοχών στους δείκτες της Morgan

Stanley με άμεση συνέπεια την αναθεώρηση των προβλέψεων για τις εισροές ξένων

κεφαλαίων προς τη Σοφοκλέους, τα οποία επενδύουν με βάση τους συγκεκριμένους

δείκτες.

Έκτον, με την αναθεώρηση αυτή αλλάζει και η βαρύτητα κάθε κλάδου.

Συγκεκριμένα, η νέα μεθοδολογία θα αυξήσει την εκπροσώπηση κάθε βιομηχανικού

κλάδου από 60% που είναι σήμερα σε 85%. Αυτό σημαίνει ότι ορισμένες από τις

μικρότερες εταιρείες που ως τώρα αποκλείονταν από τον δείκτη θα ενταχθούν σε

αυτόν, δημιουργώντας ζήτηση για τις μετοχές τους, καθώς οι διαχειριστές

κεφαλαίων θα τις προσθέσουν στις μετοχικές συμμετοχές.

Έβδομον, η Salomon Smith Barney ­ από αυτή και μόνο την αλλαγή ­ άλλαξε

την πρόβλεψή της για εισροές στην Ελλάδα λόγω της αναβάθμισης και την

προσδιόρισε σε 0,6 δισ. δολάρια μέχρι τον Μάιο του 2002. Αρχικά, η εκτίμησή

της ήταν για 2 δισ. δολάρια. Μάλιστα, καθαρή εισροή 0,5 δισ. δολαρίων

αναμένεται στην πρώτη φάση της αναθεώρησης των δεικτών από τη Morgan Stanley

στις 30 Νοεμβρίου 2001 (η Ελλάδα εντάσσεται στις ανεπτυγμένες τον Μάιο του

2001) και άλλη μία καθαρή εισροή 0,1 δισ. δολαρίων στη δεύτερη φάση (31 Μαϊου

2002). Από την αλλαγή αυτή μπορεί να μειώθηκε το ποσό της αναμενόμενης εισροής

ξένων κεφαλαίων, αλλά εκτιμάται ότι θα ευνοηθούν οι μετοχές των εταιρειών

Alpha Bank, Τράπεζα Πειραιώς, EFG Eurobank Ergasias, Εθνική Τράπεζα και ΟΤΕ,

καθώς μεταβάλλεται το ειδικό τους βάρος στους δείκτες της Morgan Stanley.

Όγδοον, η UBS Warburg, από την πλευρά της, δεν έχει αναθεωρήσει μέχρι

στιγμής την εκτίμησή της ότι θα εισρεύσουν 3,6 δισ. δολάρια μέχρι τον Μάιο του

2001 και συνολικά λόγω της αναβάθμισης 11 δισ. δολάρια.

Οι προβλέψεις για το 2001

Η μόνη επίσημη πρόβλεψη, η οποία όμως είχε διατυπωθεί τον Οκτώβριο, είναι της

Salomon Smith Barney. Σύμφωνα με την πρόβλεψη αυτή, ο Γενικός Δείκτης τον

Οκτώβριο του 2001 μπορεί να φτάσει τις 4.527 μονάδες, δίνοντας κέρδη περίπου

15%. Από τότε όμως δεν υπήρξε άλλη πρόβλεψη.

Από τις ανεπίσημες συζητήσεις με τους επικεφαλής ανάλυσης για την Ελλάδα

μεγάλων επενδυτικών οίκων σε ΗΠΑ και Λονδίνο προέκυψαν οι εξής εκτιμήσεις:

Το ελληνικό Χρηματιστήριο χαρακτηρίζεται ως αγορά με κίνδυνο, γεγονός το οποίο

μπορεί να οδηγήσει σε μια διακύμανση του Γενικού Δείκτη κατά 10%-15% κατά τη

διάρκεια του νέου έτους, τόσο ανοδικά όσο και πτωτικά.

Σύμφωνα με τις τεχνικές αναλύσεις και την εξέταση των βασικών μακροοικονομικών

και μικροοικονομικών μεγεθών, ο Γενικός Δείκτης στη Σοφοκλέους δεν αποκλείεται

να προσφέρει κέρδη κατά το 2001 που μπορεί να φτάσουν το 30%-35%.