Μπορεί η Εθνική Τράπεζα να κρατά τα σκήπτρα μεταξύ των ελληνικών τραπεζών ως

προς τη χρηματιστηριακή αξία, όμως ένα ντέρμπι κορυφής βρίσκεται τις

τελευταίες ημέρες σε εξέλιξη, όσον αφορά στη δεύτερη θέση. Η Efg Eurobank –

Ergasias αμφισβήτησε τη δεύτερη θέση της Alpha Bank, από την οποία και την

εκτόπισε για πρώτη φορά την περασμένη Πέμπτη, 28 Σεπτεμβρίου. Ειδικότερα, την

ημέρα εκείνη η χρηματιστηριακή αξία της ενιαίας πλέον τράπεζας του Ομίλου

Λάτση έφτασε στα 2,48 τρισεκατομμύρια δραχμές, έναντι 2,42 τρισεκατομμυρίων

δραχμών της Alpha Bank, η οποία, υπενθυμίζεται, προήλθε από την συγχώνευση της

Alpha Τράπεζας Πίστεως με την Ιονική Τράπεζα. Σύμφωνα με παράγοντες της

χρηματιστηριακής αγοράς, η εξέλιξη αυτή ενδεχομένως να συνεπάγεται και κάποιες

ευρείες, μελλοντικά, τραπεζικές εξελίξεις.

Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει αν ανατρέξει κανείς και στο προ έτους εγχείρημα

της Efg Eurobank να εξαγοράσει την Τράπεζα Εργασίας, στηριζόμενη σε πολύ

μεγάλο βαθμό, στη χρηματιστηριακή αξία των δύο τραπεζών, από την οποία

προέκυψε και η σχέση ανταλλαγής που προτάθηκε στους μετόχους της Τράπεζας

Εργασίας. Από την άλλη πλευρά πάντως υπάρχουν και οι φωνές εκείνων που

υποστηρίζουν ότι η ανακατάταξη που σημειώθηκε στο ταμπλό της Σοφοκλέους δεν

αποτελεί παρά μία απλή χρηματιστηριακή συγκυρία και τίποτα περισσότερο. Όπως

τονίζουν χαρακτηριστικά, σε μία αγορά η οποία αλλάζει εικόνα από ημέρα σε

ημέρα, τέτοιες διαφοροποιήσεις δεν μπορεί να σημαίνουν τίποτα ιδιαίτερο.

Μπορεί πάντως η αλλαγή στη δεύτερη θέση να αποτελεί πλέον ένα γεγονός, όμως

κανείς και σε καμία περίπτωση δεν είναι σε θέση να αμφισβητήσει την πρωτιά της

Εθνικής Τράπεζας. Με τη χρηματιστηριακή της αξία να βρίσκεται σταθερά πάνω από

τα 3,5 τρισεκατομμύρια δραχμές, η μεγαλύτερη ελληνική εμπορική τράπεζα θα

απολαμβάνει για πολλά χρόνια ακόμα τη μοναξιά της κορυφής στο ταμπλό της

Σοφοκλέους, χωρίς να αμφισβητείται από κανέναν.

Στον αντίποδα συναντά κανείς μία μικρή τράπεζα, την Ασπίς Μπανκ, της οποίας η

χρηματιστηριακή αξία την περασμένη Πέμπτη, έφτανε στα 110,6 δισεκατομμύρια

δραχμές. Έως και πρόσφατα, διάφορα σενάρια ήθελαν το συγκεκριμένο πιστωτικό

ίδρυμα να αναζητεί συμμαχίες, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Οι

προσπάθειες αυτές όμως απέβησαν άκαρπες, μολονότι ο βασικός της μέτοχος

συνεχίζει τις συζητήσεις με κάποιους οίκους των ΗΠΑ, οι οποίοι όμως

προσανατολίζονται περισσότερο προς τον ασφαλιστικό χώρο. Κατά συνέπεια, η

Ασπίς Μπανκ θα εξακολουθήσει την αυτόνομη πορεία της, αλλά θα έχει πάντα

«ανοικτά μάτια» για ενδεχόμενες συνέργειες. Άλλωστε, η πολύ μικρή

χρηματιστηριακή της αξία, της επιτρέπει να είναι ελκυστική, για την ανάληψη

τέτοιου είδους πρωτοβουλιών.

Στην ίδια κατηγορία θα μπορούσε κανείς να εντάξει και ορισμένες ακόμη μικρές

τράπεζες, λαμβάνοντας υπόψη τη μικρή τους χρηματιστηριακή αξία. Συγκεκριμένα,

κάτω από το όριο των 200 δισεκατομμυρίων δραχμών βρίσκονται επίσης η Τράπεζα

Αττικής, η Γενική Τράπεζα και η Τέλεσις Επενδυτική Τράπεζα. Η τελευταία άλλαξε

σχετικά πρόσφατα ιδιοκτησιακό καθεστώς, ενώ οι άλλες δύο έχουν δηλώσει την

πρόθεσή τους να αναπτύξουν συνεργασίες ­ ακόμη και μετοχικές ­ με τρίτους που

θα εκφράσουν σχετικό ενδιαφέρον. Σχετικές είναι άλλωστε οι δηλώσεις που έχουν

κάνει πρόσφατα τόσο διοικητικά τους στελέχη όσο και οι βασικοί τους μέτοχοι.

Αντιθέτως, σε μία άλλη περίπτωση μικρομεσαίας εμπορικής τράπεζας και

συγκεκριμένα της Εγνατίας, η οποία έχει επίσης μικρή χρηματιστηριακή αξία

(λίγο πάνω από τα 260 δισεκατομμύρια δραχμές), τόσο η διοίκησή της όσο και οι

βασικοί της μέτοχοι έχουν ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να

προχωρήσουν σε καμία αλλαγή της σημερινής μετοχικής της μορφής. Το γεγονός

αυτό μάλιστα λειτούργησε καθοριστικά στην ανασκευή ­ ήδη από τον προηγούμενο

Φεβρουάριο ­ όλων των σεναρίων που κυκλοφορούσαν στη χρηματιστηριακή αγορά και

υποστήριζαν το αντίθετο.