Στο τρίγωνο Πειραιώς – Σοφοκλέους – Σωκράτους διαμορφώνεται η… πολυεθνική

Αθήνα. Οι κοινότητες των μεταναστών φτιάχνουν σιγά-σιγά τη δική τους γειτονιά,

και μάλιστα στο κέντρο της πόλης. Γειτονιά με τα στέκια της, με την αγορά της,

με τα εστιατόρια και τους καφενέδες της, με τα βίντεοκλαμπ και τα κουρεία της.

Αυτό το κομμάτι της πόλης αποκτά τη δική του προσωπικότητα μέρα με τη μέρα ­

και νύχτα με τη νύχτα ­ και δίνει στην Αθήνα μια χροιά πολυπολιτισμική.

Ακριβώς γιατί, στη σκιά της Ακρόπολης, Πακιστανοί, Ινδοί, Άραβες, Νιγηριανοί,

Φιλιππινέζοι και Κινέζοι βγαίνουν στους δρόμους ­ συνήθως οι άνδρες ­ και

συζητάνε, μαλλώνουν, χαζεύουν, τρώνε, μεταφέρουν συνήθειες, παραδόσεις και

τρόπους ζωής. Αν μη τι άλλο στο συγκεκριμένο σημείο της Αθήνας τα ελληνικά

είναι… δεύτερη γλώσσα.

Τα μαγαζιά

Δεν είναι η αγορά του Αλ Χαλίλι… Είναι η… πολυεθνική αγορά του τριγώνου

Πειραιώς – Σοφοκλέους – Σωκράτους…

Οδός Ευριπίδου, οδός Μενάνδρου, οδός Σοφοκλέους. Ακόμα και αυτός που δεν

επισκέπτεται συχνά αυτήν την περιοχή, διαπιστώνει με μια ματιά ότι λειτουργούν

καταστήματα με ξενόγλωσσες επιγραφές και ασυνήθιστα εμπορεύματα. Κονσέρβες με

ετικέτες στα αραβικά, παραδοσιακά φαγητά ανατολικών χωρών, κουτιά Κόκα-Κόλα με

κινέζικες… οδηγίες χρήσης, άγνωστα λαχανικά με το όνομα laue, επίσης άγνωστα

σε μας είδη ψωμιών όπως το ναν, το τσαπάτι, το παπάντουμ, εξωτικά φρούτα. Οι

καταστηματάρχες ­ ή τέλος πάντων αυτοί που εργάζονται σε αυτά τα καταστήματα ­

είναι φανερό ότι δεν είναι Έλληνες, μιλούν «σπαστά» ελληνικά, ακόμα πιο

«σπαστά» αγγλικά, δεν κάνουν όμως κανένα λάθος όταν πιάνουν στα χέρια τους

ελληνικά χρήματα, δεν κάνουν ποτέ λάθος στα ρέστα. Όσο για τους πελάτες,

επίσης, σπανίως είναι Έλληνες. Συνήθως είναι άνδρες, μελαψοί και συνεννοούνται

με τους καταστηματάρχες σε άγνωστες σε μας γλώσσες.

Επιγραφές

Η «ιερή» στιγμή της οικογενειακής βόλτας. Η σύνθεση γνωστή: μαμά, μπαμπάς και

παιδιά. Το μόνο που αλλάζει είναι το χρώμα τους δέρματος και… των ρούχων

Στα κακοδιατηρημένα κτίρια της περιοχής υπάρχουν ξενόγλωσσες επιγραφές. Στα

αραβικά, στα ινδικά, στα κινέζικα. Η μία αναγέλλει το μοναδικό ινδικό

βίντεοκλαμπ της Αθήνας, το οποίο λειτουργεί στον πρώτο όροφο κτιρίου στην οδό

Γερανίου. «Ενοικιάζουμε ινδικές βιντεοταινίες προς 500 δραχμές την εβδομάδα»,

λέει με τα φτωχά ελληνικά του ο Καμρούζ από το Πακιστάν. Οι τοίχοι του

δωματίου είναι καλυμμένοι από ξεθωριασμένες αφίσες τοπικών σταρ και πόστερ

ταινιών. Οι οδηγίες ενοικίασης είναι γραμμένες στην ινδική γλώσσα, το ίδιο και

το μεγάλο τετράδιο στο οποίο αναγράφονται τα στοιχεία των πελατών και η κίνηση

των βιντεοκασετών. «Οι πελάτες μας έρχονται από όλη την Αθήνα», λέει με

υπερηφάνεια. Φυσικά και αυτοί Ινδοί, Πακιστανοί, ή από το Μπανγκλαντές.

Ελληνικά θέματα δεν υπάρχουν.

Άλλη πινακίδα πληροφορεί για ένα γραφείο ταξιδίων, που «κλείνει» αεροπορικά

εισιτήρια για χώρες της Ανατολής. Ο Χοούλα, ιδιοκτήτης του γραφείου, είναι

σχεδόν ενθουσιασμένος με την απασχόλησή του αυτή. Ο ίδιος, που μιλάει αγγλικά,

είναι και αντιπρόεδρος της Ένωσης Μεταναστών από τις Ινδικές Χώρες.

Η γλώσσα

Πωλούνται όνειρα σε γλώσσα ινδική. Και οι τοπικοί σταρ που κλείνουν το μάτι

πονηρά στις αφίσες υπόσχονται ευχάριστα διαλείμματα στο ινδικό βιντεοκλάμπ της

οδού Γερανίου

«Το ότι δεν ξέρουμε καλά ελληνικά είναι το μεγάλο μας πρόβλημα», τονίζει ο

Χόουλα. «Έχουμε πρόβλημα με εργοδότες, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τη μη γνώση

της γλώσσας και πολλές φορές δεν μας δίνουν τα χρήματα που δικαιούμαστε. Μας

κόβουν μισθούς, αφού δεν ξέρουμε τη γλώσσα και δεν μπορούμε να αμυνθούμε»,

λέει. Και συμπληρώνει ότι «έχουμε ζητήσει από το κράτος, από αρμόδιους φορείς

να διοργανώσουν μαθήματα ελληνικής γλώσσας. Απογευματινά, σε σχολεία που το

ίδιο το κράτος με τους φορείς του θα επιλέξει. Όμως δεν έχουμε εισακουστεί

μέχρι τώρα. Θέλουμε να «ανοιχτούμε», να ενταχθούμε στην ελληνική κοινωνία.

Όμως χωρίς την άριστη γνώση της γλώσσας αυτό δεν γίνεται».

Στο γραφείο ταξιδίων υπάρχουν αφίσες με αξιοθέατα της Ινδίας, του

Μπανγκλαντές, του Πακιστάν. Το γραφείο κλείνει εισιτήρια για ταξίδια από την

Αθήνα προς αυτές τις χώρες. «Υπάρχει ενδιαφέρον. Ζουν αυτήν τη στιγμή στην

Αθήνα περισσότεροι από 20.000 Πακιστανοί. Υπάρχουν ακόμα 5.000 που προέρχονται

από το Μπανγκλαντές, άλλοι τόσοι Ινδοί και γύρω στους 2.000 από την Κεϋλάνη.

Το λευκό κάνει τη διαφορά. Μια ανάσα σ’ έναν από τους πιο διάσημους δρόμους

της Αθήνας. Γιατί Σοφοκλέους δεν είναι μόνο το Χρηματιστήριο…

Ένα μικρό ποσοστό από αυτούς ή τους συγγενείς τους να ταξιδεύουν μία φορά στα

δύο, στα τρία χρόνια προς αυτές τις χώρες φτάνει. Υπάρχει κίνηση στο γραφείο.

Τα λεφτά βγαίνουν. Τους βοηθούμε πολύ, αφού για αυτούς είναι δύσκολο να

απευθυνθούν σε γραφεία αεροπορικών εταιρειών χωρίς να ξέρουν ελληνικά και

αγγλικά».

Λίγα μέτρα πιο πάνω, στην οδό Μενάνδρου 6, λειτουργεί το κουρείο του Λάλα

Αμίν. Δεν έχει να ζηλέψει τίποτα απολύτως από ένα οποιοδήποτε κουρείο στην

Αθήνα. Καθαρό, περιποιημένο. Μεγάλοι καθρέφτες, φωτογραφίες ιλουστρασιόν από

περιοδικά κολλημένες στον τοίχο, χώροι υποδοχής, ένα κασετόφωνο που αποδίδει

κάπως βραχνά λαϊκές επιτυχίες στην πακιστανική γλώσσα, ακόμα και κάρτα με τη

φίρμα του καταστήματος και φυσικά εξασφαλισμένη πελατεία. Ο Λάλα Αμίν είναι

υπερήφανος για τις δημιουργίες του επί της κεφαλής των πελατών του. «Οι

πελάτες μου είναι μέσα στη μόδα». Ο ίδιος είναι απόλυτα ευχαριστημένος με την

πελατεία του. Το κάθε κούρεμα κοστίζει 2.000 δραχμές.

Κάθε δρόμος και μία πατρίδα

Άλλοι για δουλειές κι άλλοι για την πρωινή τους βόλτα. Η Αθήνα δεν είναι μόνο

γκρι, είναι και ασπρόμαυρη…

Το «τρίγωνο» αρχίζει να αποκτά τη δική του γεωγραφική κατανομή. Η οδός

Μενάνδρου έχει πολιτογραφηθεί ως έδρα των προερχόμενων από Ινδία, Πακιστάν,

Μπανγκλαντές και άλλες μικρότερες χώρες αυτής της περιοχής. Οι σκουρόχρωμοι

μετανάστες κάθονται στην άκρη του δρόμου, κατά παρέες, και συζητάνε, γελάνε,

σχολιάζουν. Στην ίδια οδό λειτουργούν μπακάλικα, καφενείο, ένα ινδικό

εστιατόριο. Οι ίδιοι διαβεβαιώνουν ότι αγαπούν την Ελλάδα. «Θέλουμε να

μείνουμε για πάντα εδώ. Μας αρέσει πάρα πολύ», λέει ο Μιλόν από την Ινδία.

Έχουν εφοδιαστεί με την απαραίτητη πράσινη κάρτα. Μένουν σε διάφορες περιοχές

του Λεκανοπεδίου, από την Κυψέλη μέχρι και τον Πειραιά. Στη χώρα μας

εργάζονται σε εργοστάσια, σε βιοτεχνίες, σε κουζίνες πολυτελών «εξωτικών»

εστιατορίων, αλλά και σε χειρωνακτικές δουλειές. Οι γυναίκες τους δεν

εμφανίζονται σχεδόν ποτέ, ενώ ακόμα και όταν έρχονται είναι καλυμμένες με το

απαραίτητο τσαντόρ. Οι περισσότεροι δεν μιλάνε ελληνικά ούτε και αγγλικά.

Κόκα-Κόλα με οδηγίες χρήσης, περίεργα λαχανικά, ψωμιά με άγνωστα ονόματα και

εξυπηρέτηση γρήγορη σε σπαστά ελληνικά

Η οδός Σωκράτους είναι η έδρα των Κινέζων και λιγότερο των Φιλιππινέζων.

Πρόκειται για μια κοινότητα πιο κλειστή, που δεν επιθυμεί σχέσεις με τις

υπόλοιπες κοινότητες των μεταναστών. Σε αυτόν τον δρόμο βρίσκονται οι

περισσότερες υπερ-αγορές κινέζικων προϊόντων. Όσοι εργάζονται σε αυτές είναι

Κινέζοι ή Φιλιππινέζοι, ενώ στα ταμεία συνήθως βρίσκονται γυναίκες. Τα

καταστήματα πουλάνε υφάσματα και ρούχα, παραγωγής δεύτερης ποιότητας

βιοτεχνιών, σε καλές όμως τιμές. Ξεχωρίζουν οι βαμβακερές κάλτσες και οι

παιδικές σαγιονάρες. Οι πελάτες είναι συχνά Έλληνες που επωφελούνται των

προσφορών. Τα μέλη αυτής της κοινότητας αρνούνται να φωτογραφηθούν. Μένουν σε

διάφορες περιοχές του Λεκανοπεδίου.

Το τρίγωνο, εκτός από εμπορικό κέντρο είναι και στέκι διασκέδασης. Λειτουργούν

τρία τουλάχιστον φθηνά εστιατόρια με τοπικές σπεσιαλιτέ και φθηνές τιμές. Δεν

έχουν καμία σχέση με τα πολυτελή κινεζικά ή άλλων τροπικών κουζινών εστιατόρια

που λειτουργούν σε προάστια της Αθήνας.

Στην ίδια περιοχή λειτουργούν και λίγα ελληνικά καταστήματα που όμως δεν έχουν

συμφιλιωθεί με τη νέα μορφή της γειτονιάς τους. «Υπάρχουν ημέρες που δεν

πατάει Έλληνας στο κατάστημά μου», λέει ο Σωτήρης Κάκιος, έμπορος τυροκομικών,

το κατάστημα του οποίου είναι στην οδό Μενάνδρου. «Οι ξένοι δεν έρχονται,

γιατί πάνε στους δικούς τους, οι Έλληνες δεν έρχονται γιατί φοβούνται.

Φανταστείτε, Τρίτη απόγευμα που είναι ανοιχτά τα καταστήματα.

Εικαστική παρέμβαση πάνω στο σκληρό τσιμέντο. Τα κινέζικα φαναράκια δίνουν

μια γιορτινή νότα στον θόρυβο και την πολυκοσμία της πόλης…

Ποια νοικοκυρά θα περάσει από την οδό Μενάνδρου μόνη της όταν στα πεζοδρόμια

κάθονται κατά παρέες δεκάδες αλλοδαποί άνδρες». Το Αστυνομικό Τμήμα της

περιοχής παραδέχεται ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερο πρόβλημα. Η εγκληματικότητα, οι

κλοπές, οι βανδαλισμοί είναι αναλογικά σε χαμηλά επίπεδα από ό,τι σε άλλες

περιοχές.

«Η γλώσσα είναι που μας περιορίζει», λέει ο Χόλουα, προσπαθώντας να δώσει μία

εξήγηση για τη δημιουργία αυτής της… ιδιότυπης γειτονιάς. «Από το κράτος,

από τον κόσμο δεν έχουμε κανένα πρόβλημα. Εάν όμως η Πολιτεία δεν βρει έναν

τρόπο να μας μάθει ελληνικά, εάν δεν μας δώσει το διαβατήριο της εισόδου μας

στην ελληνική κοινωνία, εάν δεν μας βοηθήσει να προσαρμοστούμε, να ενταχθούμε

πλήρως σε αυτήν τότε μοιραία θα δημιουργήσουμε μία υποομάδα μέσα στην

κοινωνία», συμπληρώνει.