Η κυβέρνηση, όταν αποφασίστηκε η ΝΑΤΟϊκή επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία αμέλησε

(το πολιτικό κόστος;) να εξηγήσει στον ελληνικό λαό τη στάση της στο συμβούλιο

του ΝΑΤΟ. Κρύφτηκε. Σήμερα οι έρευνες κοινής γνώμης επιβεβαιώνουν ότι ο

ελληνικός λαός, ακαθοδήγητος από την ηγεσία του, ταυτίζεται συναισθηματικά με

την σερβική πλευρά (αν όχι και με τον ίδιο τον Μιλόσεβιτς) και αντιτίθεται

καθολικά στην ακολουθούμενη πολιτική των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Ο κίνδυνος για την

Ελλάδα είναι ότι κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης, η πολιτική ηγεσία της

χώρας θα συρθεί στην άσκηση «εξωτερικής πολιτικής αυτοαπομόνωσης» που θα

σπρώξει τη χώρα στο μάτι του κυκλώνα της βαλκανικής κρίσης.

Ήδη η αντιπολίτευση έχει παρασυρθεί από την πίεση της κοινής γνώμης σε εύκολες

τοποθετήσεις. Χαρακτηριστικές είναι οι επιθέσεις κατά των ηγετών της

Ευρωπαϊκής Ένωσης, την ίδια ώρα που είναι γνωστό ότι ο αρχηγός της αξιωματικής

αντιπολίτευσης δεν έδειξε ο ίδιος ιδιαίτερο ζήλο για την υπόθεση του Κοσόβου

όταν συνάντησε την κ. Ολμπράιτ και άλλους κορυφαίους Αμερικανούς διαμορφωτές

πολιτικής λίγες μέρες προ της ενάρξεως των βομβαρδισμών.

Ποια όμως πρέπει να είναι η στάση της Ελλάδας;

Η Ελλάδα και οι Έλληνες πρέπει να αποφύγουν την συναισθηματική ταύτιση με το

καθεστώς Μιλόσεβιτς και την εφαρμογή μιας εξωτερικής πολιτικής απομόνωσης. Η

Ελλάδα στις σχέσεις με τις γειτονικές χώρες πρέπει να ακολουθήσει πολιτική

αρχών και δικαίου.

Ο Ελληνισμός, που έχει ζήσει το διωγμό και την τραγωδία των προσφύγων από την

Μικρά Ασία, την Κωνσταντινούπολη, την Αίγυπτο και την Κύπρο, είναι αδιανόητο

να μην καταδικάσει με την μέγιστη δυνατή ένταση τον ξεριζωμό και τους μαζικούς

διωγμούς οι οποίοι έγιναν στο Κόσοβο από το καθεστώς Μιλόσεβιτς, που

διευκολύνθηκε προς τούτο από τη συνέχιση των ΝΑΤΟϊκών βομβαρδισμών.

Οι πράξεις του Μιλόσεβιτς ­ ο διωγμός δηλαδή των Αλβανών ­ σε συνδυασμό με τη

στάση του ΝΑΤΟ οδηγούν ευθέως σε αλλαγή συνόρων και σε αποσταθεροποίηση της

ευρύτερης περιοχής και ιδίως των Σκοπίων. Πρόκειται δηλαδή για πράξεις που

ευθέως αντιστρατεύονται τα εθνικά μας συμφέροντα, την ειρήνη και την

σταθερότητα στην περιοχή των Βαλκανίων.

Η Ελλάδα οφείλει και δικαιούται να τοποθετηθεί με καθαρό τρόπο έναντι της

πολιτικής του ΝΑΤΟ και ιδιαίτερα έναντι της λογικής της κλιμάκωσης της βίας.

Δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να μην αντιδράσουμε σε αποφάσεις που

μετατρέπουν την Βαλκανική σε μόνιμη εστία έντασης και πολέμων. Η αντίδραση

αυτή όμως δεν πρέπει να μας οδηγήσει στην απομόνωση και στην έκθεση της χώρας

σε κινδύνους, που διαγράφονται μεγάλοι μετά την αποσταθεροποίηση της περιοχής

μας και την εθνικιστική στροφή στην Τουρκία. Η Ελλάδα οφείλει να αντιδράσει

στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να επιδιώξει να μεταφέρει το πρόβλημα στα

θεσμικά όργανα της Ένωσης και να συνταχθεί με την άποψη και την στάση των

άλλων ευρωπαϊκών χωρών που έχουν επιφυλάξεις για την κλιμάκωση της βίας.

Τέλος, η Ελλάδα ως προς την μελλοντική της πολιτική θα πρέπει να εργασθεί από

τώρα, έτσι ώστε:

* Την επόμενη ημέρα του πολέμου να στηρίξει πολιτικά και διπλωματικά τα

επενδεδυμένα συμφέροντά μας στη Γιουγκοσλαβία και τις γειτονικές χώρες που

εξαιτίας των πολεμικών επιχειρήσεων έχουν υποστεί σημαντικές ζημιές (π.χ. η

τεράστια επένδυση του ΟΤΕ στη Γιουγκοσλαβία).

* Να προχωρήσει η Ευρώπη σε μια υπερεθνική εξωτερική πολιτική και

πολιτική άμυνας. Για να υπάρξει όμως υπερεθνική εξωτερική πολιτική πρέπει να

υπάρχουν υπερεθνικοί πολιτικοί θεσμοί. Να εκλέγονται δηλαδή πολιτικοί με την

ψήφο όλων των ευρωπαϊκών λαών για να ασκήσουν αυτά τα καθήκοντα. Αλλιώς η

κοινή αμυντική και εξωτερική πολιτική θα συνεχίσει να παραμένει μια απλή ευχή.

Ο Στέφανος Μάνος είναι ανεξάρτητος βουλευτής, πρ. υπουργός.