|
|
Ματθαίος Μονσελάς. Πάλι με χειροπέδες
|
Μέσα από την ανατομία της ψυχής του θύτη και του θύματος και την ανατομία
ενός εγκλήματος, πρωτόγνωρου στα παγκόσμια δικαστικά χρονικά, οι δικαστές του
Μεικτού Ορκωτού Εφετείου της Αθήνας κατέληξαν στο συμπέρασμα πως ο Ματθαίος
Μονσελάς δεν πυροβόλησε την οδοντίατρο Γιόλα Βαγενά από οίκτο.
Ο «ΛΥΤΡΩΤΗΣ» της Γιόλας, όπως εκείνος θέλησε να εμφανιστεί, περίμενε με αγωνία
να ακούσει την ετυμηγορία των δικαστών, κι ας είχε πει λίγο νωρίτερα πως «δεν
διεκδικεί τη μείωση της ποινής του, γιατί κάποια στιγμή θα τιμωρηθεί μόνος
του». Είχε φτάσει η ώρα, οι λειτουργοί της Θέμιδος να εκπληρώσουν τον δικό
τους ρόλο. Τοποθέτησαν στο ζυγό της Δικαιοσύνης την πράξη του Ματθαίου Μονσελά
επιβάλλοντάς του την τιμωρία για ένα έγκλημα, που από την πρώτη στιγμή
ομολόγησε ότι διέπραξε.
Δεν είχαν περάσει παρά μόνο λίγα λεπτά από την ώρα που ολοκλήρωσε την απολογία
του ο Μονσελάς, ο οποίος έστω και αργά ζήτησε συγγνώμη που έγινε η αιτία
να χαθεί μια ανθρώπινη ζωή. Κάτω από ποιες όμως συνθήκες; Οι δικαστές
αποφάνθηκαν: Ο Ματθαίος Μονσελάς κηρύχθηκε ένοχος, κατά πλειοψηφία, για
ανθρωποκτονία από πρόθεση με το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου,
παράνομη οπλοκατοχή, οπλοφορία και οπλοχρησία. Η συνολική ποινή κάθειρξης που
του επιβλήθηκε ήταν 12 χρόνια και 6 μήνες, μειωμένη, δηλαδή, μόνο κατά τρεις
μήνες σε σχέση με την πρωτόδικη καταδίκη του.
Δύο μόνο ένορκοι, οι κ.κ. Ευαγγελία Νικολάου και Κορίνα Σαλεμή, πείσθηκαν ότι
ο Ματθαίος Μονσελάς δεν είναι δολοφόνος, αλλά ένας άνθρωπος που έφτασε στο
σημείο να πατήσει τη σκανδάλη του όπλου κατά παραγγελία της Γιόλας Βαγενά για
να την λυτρώσει από το δράμα που βίωνε εκείνη όταν έμαθε για τον εξωσυζυγικό
δεσμό του συζύγου της.
Στο σημείο αυτό πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι σε πρώτο βαθμό τρεις από τους
ενόρκους, που ήταν μέλη του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας, είχαν την
άποψη πως έπρεπε να εφαρμοστεί στην περίπτωση του Μονσελά το άρθρο 300 του
Ποινικού Κώδικα που προβλέπει και τιμωρεί την «ανθρωποκτονία με συναίνεση του
θύματος» ως πλημμέλημα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης.
Ο ίδιος ο κατηγορούμενος, ο μοναδικός εν ζωή πρωταγωνιστής του δράματος, πριν
οι αστυνομικοί τού βάλουν τις χειροπέδες για να τον οδηγήσουν πίσω στις
φυλακές του Κορυδαλλού όπου εκτίει την ποινή του παραδέχθηκε πως η τιμωρία που
του επέβαλαν οι δικαστές δεν ήταν αυστηρή. Γνωρίζει, εξάλλου, πως παρά το
γεγονός ότι η ποινή του δεν μειώθηκε, κάνοντας χρήση των ευεργετικών διατάξεων
θα μπορέσει σε περίπου ένα χρόνο να υποβάλει αίτηση για αποφυλάκιση.
Όταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου κ. Γρηγόρης Φιλιππάτος ανακοίνωσε την
ετυμηγορία, ο εισαγγελέας της έδρας κ. Αθανάσιος Καφίρης πρότεινε την κατώτερη
από τον νόμο προβλεπόμενη ποινή των δέκα ετών για τον Μονσελά. Η εισήγησή του
αυτή ήταν η φυσική προέκταση της αγόρευσής του, όταν ζητούσε από τους δικαστές
να αντιμετωπίσουν με επιείκεια τον κατηγορούμενο.
«Εάν είναι αλήθεια είχε πει ο εισαγγελικός λειτουργός ότι υπάρχουν
ανθρώπινες ψυχές σε κάποιον άλλο κόσμο, τότε είναι βέβαιο πως η δωρικά
καλοσυνάτη ψυχή της Γιόλας Βαγενά θα ανησυχεί μήπως ο ευεργέτης της θα
κακοπάθει δυσανάλογα με το φταίξιμό του. Η ψυχή της θα ησυχάσει μόνο εάν πάρει
το γήινο μήνυμα, με την πιο επιεική μεταχείριση του κατηγορουμένου».
Ο εισαγγελέας με την αγόρευσή του έκλεισε για τον Μονσελά το «παράθυρο» που
έβλεπε από το εδώλιο του κατηγορουμένου στη διάταξη του Ποινικού Κώδικα που
τιμωρεί την «ανθρωποκτονία με συναίνεση». Μπορεί η Βαγενά όπως τόνισε να
του ζητούσε με τρόπο φορτικό να την σκοτώσει, μπορεί εκείνος να τη λυπήθηκε,
αλλά σε καμία περίπτωση δεν ένιωσε οίκτο για τη Γιόλα, της οποίας η ψυχική
ασθένεια δεν ήταν αθεράπευτη.
Ο κ. Καφίρης αγορεύοντας κινήθηκε ανάμεσα στις δύο ανισοβαρείς προσωπικότητες
του δράματος, την χαρισματική και επιτυχημένη Γιόλα Βαγενά, και τον Ματθαίο
Μονσελά, τον άνθρωπο του κοινωνικού περιθωρίου, που αρέσκεται να προσφέρει
στον συνάνθρωπό του. Προσπάθησε να αποκρυπτογραφήσει τον ιδιότυπο κώδικα περί
ανθρωπιάς και ηθικής του Μονσελά, για τον οποίο απέκλεισε την επιδίωξη του
ερωτικού ή του οικονομικού στοιχείου στη σχέση του με την Βαγενά. Και
περιέγραψε σχηματικά τη σχέση των δύο λέγοντας πως «λειτούργησαν σαν πομπός
και δέκτης». Εκείνη εξέπεμπε τον πόνο και εκείνος τον αφομοίωνε, από τη στιγμή
που συνειδητά δέχθηκε να μπει σε αυτό το παιχνίδι θανάτου με τους όρους που
του υπέβαλε και του επέβαλε η Γιόλα Βαγενά.
Ο εισαγγελέας όμως δεν αποδέχθηκε την θεωρία της ταύτισης των δύο
πρωταγωνιστών, επισημαίνοντας μάλιστα τον κίνδυνο από μια τέτοια θεωρία, που
μπορεί να οδηγήσει σε μια νέα κατηγορία δολοφόνων, των αποκαλούμενων «ανθρωπολυτρωτών».
Με βάση όσα ο ίδιος ο εκπρόσωπος της εισαγγελικής αρχής βίωσε τις τελευταίες
ημέρες μέσα στη δικαστική αίθουσα είπε πως «η ένταση του δόλου του Μονσελά
ήταν ισχνή και αποδυναμωμένη». Και πρόσθεσε: «Αν υπήρχε ένας παλμογράφος να
καταγράψει σε μια γραφική παράσταση την ένταση του δόλου του, αυτή θα έμοιαζε
με μια κακοφτιαγμένη ευθεία γραμμή».
Όμοια με τη γραφική παράσταση που θα απεικόνιζε την πορεία της ζωής του
κατηγορουμένου. Μια κακοφτιαγμένη γραμμή…
Ο ΜΑΤΘΑΙΟΣ Μονσελάς, λίγη ώρα πριν οι δικαστές τον κρίνουν για την πράξη του
αισθάνθηκε την ανάγκη να ζητήσει συγγνώμη.
«Ξέρω είπε πως θα μου επιβληθεί μία ποινή. Δεν διεκδικώ τη μείωσή της, θα
αυτοτιμωρηθώ. Και μη σκεφτείτε πως είμαι τρελός…».
Δικαστής: Εάν είχατε σήμερα απέναντί σας την Γιόλα Βαγενά τι θα της λέγατε;
Μονσελάς: Θα της ζητούσα συγγνώμη.
Δικαστής: Δεν θα της λέγατε πώς φτάσατε στο σημείο να κόψετε με βίαιο τρόπο το
νήμα της ζωής της;
Μονσελάς: Δεν το κατάλαβα εκείνη τη στιγμή.
Δικαστής: Πώς νιώθετε απέναντι στη μνήμη της;
Μονσελάς: Χάλια..
Δικαστής: Πιστεύετε ότι κάνατε καλά που τη σκοτώσατε;.
Μονσελάς: Έκανα πολύ άσκημα, αλλά η μοναδική μου δικαιολογία είναι η γνωστή σε
σας πως δεν κατάλαβα.
Δικαστής: Λειτουργούσατε ως λυτρωτής ή ως υπνωτισμένος;
Μονσελάς: Μπορεί να ενήργησα σαν λυτρωτής, μπορεί και σαν υπνωτισμένος.
Δικαστής: Τι αισθάνσθε; Πιστεύετε πως η πράξη σας είναι τιμωρητέα;
Μονσελάς: Ναι, πιστεύω πως πρέπει να τιμωρηθώ.
Η τιμωρία ήρθε γι’ αυτόν με την απόφαση των δικαστών.
Οι αδελφές του θύματος κ.κ. Αικατερίνη Παπαϊωάννου και Αναστασία Καλαντζή
αποχώρησαν από τη δικαστική αίθουσα πριν εκδοθεί η τελική ποινή για τον
Μονσελά, τον άνθρωπο που για κακή της μοίρα, όπως είπαν καταθέτοντας,
συνάντησε η Γιόλα. Γιατί αν οι δρόμοι τους δεν είχαν συναντηθεί, εκείνη,
πιστεύουν, πως θα ήταν ακόμη ζωντανή.
