Δύο ερωτήματα κυριαρχούν αυτόν τον καιρό στην πολιτική ζωή της Σουηδίας μετά τις πρόσφατες εκλογές που δεν είχαν ξεκάθαρο αποτέλεσμα: Ποιος θα παραβιάσει την προεκλογική του δέσμευση; Θα οδηγηθεί η χώρα για πρώτη φορά στον σχηματισμό μιας κυβέρνησης η οποία θα έχει τη στήριξη ενός εθνικιστικού κόμματος με νεοναζιστικές ρίζες;

Μόνο μια έδρα χωρίζει τον κυβερνητικό συνασπισμό της Κεντροαριστεράς από τον κεντροδεξιό συνασπισμό της αντιπολίτευσης – όμως κανείς από τους δύο δεν συγκέντρωσε την πλειοψηφία. Και οι δύο πολιτικές ομάδες έχουν δεσμευθεί ότι δεν θα προχωρήσουν σε συμφωνία με τους Σουηδούς Δημοκράτες, το ακροδεξιό αντιμεταναστευτικό κόμμα που πλέον έχει αρκετές έδρες για να παίζει σημαντικό ρόλο στην έκβαση της κατάστασης.

ΟΙ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ. Ο πρωθυπουργός Στέφαν Λεβέν ελπίζει να δημιουργήσει μια νέα κυβέρνηση προσελκύοντας μικρότερα κόμματα που μέχρι τώρα συμμετείχαν στην κεντροδεξιά συμμαχία, κάτι που δεν φαίνεται και πολύ εύκολο. Οι δύο πολιτικές συμμαχίες θα μπορούσαν να σχηματίσουν έναν «μεγάλο συνασπισμό», όμως ακόμα δεν έχουν ξεκινήσει διαπραγματεύσεις. Οι κεντροδεξιοί ζητούν την παραίτηση του Λεβέν, κάτι που εκείνος αρνείται.

Τα πράγματα είναι δύσκολα και όλοι αναρωτιούνται πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση όταν συνέλθει το νέο Κοινοβούλιο την ερχόμενη εβδομάδα. «Ενας από τους δύο μεγάλους σχηματισμούς θα πρέπει να υποχωρήσει», εξηγεί ο Τόμπγιορν Λάρσον, καθηγητής Πολιτική Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης. «Τα πράγματα είναι προβληματικά για όλους εκτός από τους Σουηδούς Δημοκράτες, οι οποίοι ποτέ δεν υπήρξαν τόσο κοντά στην εξουσία όσο είναι σήμερα». Οι αναλυτές θεωρούν πιο εύκολο για τον κεντροδεξιό συνασπισμό να συνομιλήσει με τους ακροδεξιούς, οι οποίοι δεν είναι απαραίτητο να συμμετέχουν στην επόμενη κυβέρνηση. Αρκεί να τηρήσουν στάση ανοχής.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ. Το δίλημμα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι σουηδοί πολιτικοί, μπορεί σύντομα να το βρουν μπροστά τους και άλλοι ευρωπαίοι πολιτικοί. Τα ακροδεξιά και εθνικιστικά κόμματα έχουν ενισχυθεί σχεδόν σε όλες τις χώρες. Και οι ενδείξεις για το μέλλον δεν είναι ευοίωνες. Για παράδειγμα, στη Γερμανία οι πρόσφατες διαμάχες στο πλαίσιο του μεγάλου κυβερνητικού συνασπισμού όπου συμμετέχουν οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Σοσιαλδημοκράτες φαίνεται πως βλάπτουν, τουλάχιστον δημοσκοπικά, τα δύο κόμματα και δίνουν σημαντική ώθηση στο ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία. Σε δημοσκόπηση του δικτύου ARD η Εναλλακτική βρίσκεται για πρώτη φορά στη δεύτερη θέση με 18%, αμέσως μετά τους Χριστιανοδημοκράτες που έχουν 28% και πριν από τους Σοσιαλδημοκράτες που συγκεντρώνουν 17%.