Αμηχανία και φόβος της μοναξιάς από την άδικη εγκατάλειψη. Η Λίλα, το κόκκερ σπάνιελ που για σπίτι της είχε τα γραφεία της εφημερίδας Charlie Ηebdo, θρηνεί τους φίλους της και το αφεντικό της, τον περίφημο σκιτσογράφο Καμπύ.

Καθημερινά τρέχει από γραφείο σε γραφείο σαστισμένη και με την ελπίδα ότι θα ξαναεμφανιστεί το αφεντικό της και οι φίλοι της. Γνωρίζει βέβαια ότι δεν θα τον ξαναδεί ποτέ. Τον αποχαιρέτησε άλλωστε, όπως λένε όσοι βρέθηκαν εκείνη την ημέρα στα γραφεία.

Η Λίλα δίπλα από τα πτώματα. Έβαζε τη μουσούδα της κοντά στα πρόσωπα αυτών που αγαπούσε και μύριζε τον θάνατο. Στο τέλος, έμεινε δίπλα στη σορό του Καμπύ. Μέχρι το ασθενοφόρο να παραλάβει το άψυχο σώμα του η Λίλα δεν έφυγε από το πλάι του.

Τα τρία βασικά συναισθήματα που είναι στη φύση του σκύλου, η αγάπη, η πίστη και η αφοσίωση, ξεπερνούν τη λογική του και την πραγματικότητα που αντίκρισε με τα μάτια της η Λίλα.

Μιλώντας στην εφημερίδα Le Monde η δημοσιογράφος του περιοδικού Σεγκολέν Βινσόν, περιγράφει όλα όσα εκτυλίχθηκαν.

Ο ένας από τους αδελφούς Κουασί την κοίταξε στα μάτια και της είπε, «μην φοβάστε, δεν θα σας σκοτώσουμε. Εμείς δεν σκοτώνουμε γυναίκες. Αλλά σκεφτείτε τι κάνετε. Αυτό που κάνετε είναι λάθος. Σας απαλλάσσω αλλά για αυτό και μόνο πρέπει να διαβάσετε το Κοράνι».

Απελπισμένη καθώς ήταν, του έγνεψε καταφατικά. Παρέμεινε ξαπλωμένη στο πάτωμα μέχρι να φύγουν οι δολοφόνοι. Στη συνέχεια σύρθηκε μέχρι την αίθουσα συνεδριάσεων όπου είχε εκ τυλιχθεί η φρίκη.

«Καθώς πήγαινα προς τα εκεί, και χωρίς να είμαι σίγουρη ότι όντως έχουν φύγει, άκουσα πυροβολισμούς στον δρόμο. Και τα μικρά βηματάκια από τα νύχια της Λίλα. Ετσι κατάλαβα που ήταν ο Καμπύ».